Πόσο κράτος αντέχουμε ακόμη; - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

Πόσο κράτος αντέχουμε ακόμη;



Για την ακρίβεια... πόσο κράτος αντέχουμε ακόμη να πληρώνουμε;
Oι περισσότεροι νομίζουν ότι οι δαπάνες είναι τόσο μεγάλες, και οι φόροι τόσο πολλοί, επειδή αποπληρώνουμε τους δανειστές. Είναι λάθος. 
Το μόνο χρήμα των φορολογουμένων που εξυπηρετεί το χρέος είναι το πρωτογενές πλεόνασμα.


Κινητικότητα και σύνδεση μισθών με παραγωγικότητα στο Δημόσιο, αποκρατικοποιήσεις, υπερ-Ταμείο, με λίγα λόγια μείωση του...κράτους. Είναι οι καυτοί φάκελοι της 3ης αξιολόγησης του Σεπτεμβρίου, το στοίχημα που θα κρίνει, όχι μόνο αν θα πάρουμε την επόμενη δόση, αλλά εάν θα αντιστρέψουμε την τάση που θέλει να δουλεύουμε για την εφορία 200, και αύριο ποιός ξέρει, 250 ή και 300 ημέρες το χρόνο.

Είναι κατά πόσο θα συνειδητοποιήσουμε ότι δεν γίνεται να πληρώνουμε περισσότερους φόρους από τους Σουηδούς που έχουν απείρως καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες, και εμείς να ζούμε με υποβαθμισμένα δημόσια νοσοκομεία ή να πληρώνουμε από την τσέπη μας τα φροντιστήρια. Εντέλει κατά πόσο το κράτος θα ανασυσταθεί με συνταγή ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που θυμίζει σε πολλούς την "επανίδρυση" του Κώστα Καραμανλή το 2004, ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να διαψεύσει τον εαυτό του και να το αναδιαρθρώσει.

Τα μηνύματα έρχονται από παντού. Το 55% του καθαρού μας εισοδήματος θα πάει φέτος σε φόρους, δηλαδή περισσότερο απ’ όσο θα πληρώσουν οι Σκανδιναβοί, οι Βρετανοί ή οι Ολλανδοί, με πολύ καλύτερες υπηρεσίες υγείας και παιδείας (πρόσφατη έρευνα ΚΕΦΙΜ). Ενώ πληρώνουμε μεγαλύτερη φορολογία από Πορτογάλους, Ισπανούς, Ιρλανδούς, και ένα σωρό άλλους ευρωπαίους, είμαστε τελευταίοι στους δείκτες κοινωνικής προστασίας, και παροχής δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών ανάμεσα στις 30 πιο ανεπτυγμένες οικονομίες (World Economic Forum, 2017). Στην Γερμανία και την Γαλλία έχουν αναλογικά μεγαλύτερο Δημόσιο απ’ ότι εμείς, είναι αστείο όμως να συγκρίνουμε την εξυπηρέτηση του πολίτη από το γερμανικό και το γαλλικό κράτος με αυτήν από το ελληνικό.

Κάποιοι νομίζουν ότι οι δαπάνες είναι τόσο μεγάλες, και οι φόροι τόσο πολλοί, επειδή αποπληρώνουμε τους δανειστές. Είναι λάθος. Το μόνο χρήμα των φορολογουμένων που εξυπηρετεί το χρέος είναι το πρωτογενές πλεόνασμα. Το 1995 οι τόκοι του χρέους απορροφούσαν το 10% του ΑΕΠ. Το 2005 η αναλογία είχε μικρύνει στο 5%, για να πέσει το 2015 στο 3,3%. Και αυτό επειδή η εξυπηρέτηση του χρέους έχει ελαφρυνθεί εντυπωσιακά εξαιτίας των όρων που ισχύουν στην Ευρωζώνη, της πολιτικής της ΕΚΤ, αλλά κυρίως της προστασίας που μας προσφέρουν τα μνημόνια. Επί επτά συναπτά έτη η Ελλάδα ζει μέσα σε μια "γυάλα". Οταν όμως θα βγει απ' αυτήν, και θα προσφύγει στις αγορές, το κόστος των νέων δανεικών θα είναι μεγαλύτερο απ' ότι αυτά της ευρωπαικής βοήθειας. Επομένως, το κράτος για να συντηρήσει τότε τις δαπάνες του, θα πρέπει να πληρώσει ακόμη μεγαλύτερα ποσά, τα οποία και θα αναζητήσει ξανά από τον φορολογούμενο. Φαύλος κύκλος δηλαδή.

Που πήγαν 100 δισ. ευρώ

Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, όσο στις υπόλοιπες, που απορροφούν κάθε χρόνο το μισό ΑΕΠ. Επίσημο έγγραφο της Κομισιόν που είχε γνωστοποιηθεί στο Eurogroup της 9ης Σεπτεμβρίου 2016, δείχνει ότι η Ελλάδα είναι η 3η χώρα στην Ευρωζώνη με το μεγαλύτερο ποσοστό κρατικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι κρατικές δαπάνες φτάνουν στο 55% του ΑΕΠ, υστερούμε μόνο από την Φινλανδία και την Γαλλία. Δεδομένου ότι το ΑΕΠ διαμορφώθηκε πέρυσι στα 175,9 δισ ευρώ, οι δημόσιες δαπάνες απορρόφησαν κάτι λιγότερο από 100 δισ ευρώ.

Που πήγαν λοιπόν όλοι αυτοί οι φόροι; Καταρχήν στο προσωπικό του Δημοσίου που υπολογίζεται σε κάτι λιγότερο από 700.000 άτομα, και κοστίζει γύρω στα 25 δισ. ευρώ ή 35.000 ευρώ κατά κεφαλήν το χρόνο. Και φυσικά στις κοινωνικές παροχές, κυρίως δηλαδή στις συντάξεις, που αντιστοιχούν - μετά από γερό ψαλίδισμα- σε 40 δισ ευρώ, δηλαδή σε 1 στα 2 ευρώ των φορολογικών εσόδων.

Το ερώτημα "από πού" και "πως" κόβονται οι δαπάνες έχει απασχολήσει όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων τριάντα ετών, δίχως προφανώς επιτυχία. Η αλήθεια είναι ότι στα χρόνια των μνημονίων έπεσε γερό μαχαίρι στις λάθος όμως δαπάνες. Η' καλύτερα σε εκείνες με το μικρότερο πολιτικό κόστος αφού την περικοπή ένοιωσε περισσότερο ο μέσος εργαζόμενος και συνταξιούχος που δεν μπορεί να ασκήσει πολιτική πίεση στην κυβέρνηση, παρά οι ισχυρά οργανωμένες συντεχνίες των ΔΕΚΟ και του Δημοσίου. Την πλήρωσαν έτσι τα φάρμακα, τα προνοιακά επιδόματα, τα πανεπιστήμια, η αστυνόμευση, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, και φυσικά οι συντάξεις.

Τώρα έρχεται η ώρα του λογαριασμού και για τις άλλες δαπάνες. Οσο περνάει ο καιρός και όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν πόσο οι φόροι συνδέονται με το Δημόσιο, τόσο και ωριμάζουν οι συνθήκες, για πρώτη φορά ίσως στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, να ανοίξει η κουβέντα "πόσο κράτος αντέχουμε να πληρώνουμε συγκριτικά με αυτά που μας προσφέρει". Από την αποκομιδή απορριμμάτων και την παροχή ρεύματος μέχρι τις υπηρεσίες παιδείας και υγείας.

Να μειωθούν τα δημοτικά τέλη

Το πρόσφατο παράδειγμα με τα σκουπίδια είναι χαρακτηριστικό. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι αν η αποκομιδή περάσει στα χέρια ιδιωτών, όχι μόνο δεν πρόκειται να μειωθούν τα δημοτικά τέλη που πληρώνουμε μέσω ΔΕΗ αλλά και θα αυξηθούν. Το επιχείρημα φυσικά και είναι αβάσιμο - το μισθολογικό κόστος στον ιδιωτικό τομέα είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό των ΟΤΑ- το θέμα όμως δεν βρίσκεται εκεί. Παρά στο γεγονός ότι είναι άλλο να πληρώνεις για μια υπηρεσία και να την έχεις, και άλλο να πληρώνεις αλλά να μην την έχεις. Σύμφωνα μάλιστα με μια ρηξικέλευθη πρόταση, θα έπρεπε οι Δήμοι να αφαιρέσουν από τα δημοτικά τέλη που θα εισπράξουν μέσω των επόμενων λογαριασμών ρεύματος, το ποσό εκείνο που αντιστοιχεί στις ημέρες της απεργίας, κατά τις οποίες οι δημότες δεν απόλαυσαν την υπηρεσία για την οποία καλούνται να πληρώσουν. Το κατά πόσο ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να παράσχει καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες αφορά και άλλους τομείς, ειδικά στο χώρο των ελλειμματικών ΔΕΚΟ που μεταβιβάστηκαν στο υπερ-Ταμείο. Δίχως αναδιάρθρωση, που σημαίνει εξορθολογισμό μισθολογικού κόστους και σπατάλης, είναι μαθηματικά αδύνατο ζημιογόνες επιχειρήσεις όπως ο ΟΑΣΑ, τα ΕΛΤΑ, και ο ΟΣΕ, να προσφέρουν σωστές υπηρεσίες στον πολίτη, τις οποίες όμως εκείνος πληρώνει.

Ενόψει της 3ης αξιολόγησης τα ζητήματα αυτά βρίσκονται ξανά στο τραπέζι. Βέβαια κανείς δεν περιμένει ένα σοβαρό σχέδιο μείωσης του κράτους από μια κυβέρνηση που με την μέχρι τώρα συμπεριφορά της νοιάζεται περισσότερο να το κατακτήσει παρά να το εξυγιάνει. Που σημαίνει με την σειρά του ότι επειδή έχουμε αναλάβει κάποιες δεσμεύσεις απέναντι στους πιστωτές, θα γίνουμε πιθανότατα από το φθινόπωρο ξανά μάρτυρες μιας αντιπαράθεσης των δύο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή των κρατικιστών που παρά τα όσα κάποιοι πιστεύουν κάθε άλλο παρά έχουν παροπλιστεί, και των λεγόμενων "εκσυγχρονιστών".

Το ερώτημα είναι και πάλι τι θα κάνει το Μαξίμου αλλά και η αντιπολίτευση. Ο κρατισμός τέμνει οριζόντια όλο το πολιτικό σύστημα, και προφανώς στο άκουσμα της μείωσης του Δημοσίου θα αντιδράσουν στελέχη από όλους τους χώρους. Η ανάγκη όμως για ένα μικρότερο και πιο αποτελεσματικό κράτος, είναι θέμα επιβίωσης, εκσυγχρονισμού, και προσαρμογής με τα όσα συμβαίνουν στον ανεπτυγμένο κόσμο, και όχι θέμα φιλελευθερισμού ή σοσιαλισμού.




Του κ.Γ.Φιντικάκη


Bookmark and Share