Η ανάπτυξη του β’ τριμήνου συρρικνώθηκε κατά 3,5%, ενώ η ανεργία του Μαΐου ανήλθε σε 12%.
Οι δαπάνες για το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ) το επτάμηνο του τρέχοντος έτους...περιορίστηκαν κατά 36,3% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2009, γεγονός που αντανακλά τη δυστοκία του κράτους να ξοδέψει ακόμα και για έργα όπου συμμετέχουν κοινοτικοί πόροι.
Εικόνα που προοιωνίζεται τους δύσκολους καιρούς που έρχονται είναι τα κλειστά καταστήματα, τα οποία πληθαίνουν στους δρόμους. Κάποιοι λένε ότι αυτό δεν δείχνει απαραίτητα την κάμψη, καθώς υπήρχε πληθώρα καταστημάτων και ο αριθμός τους είχε ξεφύγει από κάθε ορθολογισμό. Σε κάθε περίπτωση, ένα κλειστό κατάστημα σημαίνει ανέργους, που θρυμματίζουν με τη σειρά τους την κοινωνική συνοχή.
Για πολλά χρόνια οι υπεραξίες που καρπώνονταν τα καταστήματα από την πώληση των προϊόντων τους ήταν μεγάλες. Ήταν ένας εύκολος τρόπος για να ζει ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Σήμερα αυτή η ευφορία έφτασε στο τέλος της και, το σημαντικότερο, γκρεμίζει μαζί της την ψευδεπίγραφη εικόνα μιας σταθερής ζωής, με διαρκώς βελτιούμενο εισόδημα.
Το πλήρωμα του χρόνου έδειξε ότι στην ελληνική κοινωνία όλα τα προηγούμενα χρόνια καλλιεργούνταν έλκη με κορυφαίο αυτό της αναξιοκρατίας, που κύκλωνε και έπνιγε τα πάντα. Σήμερα στις έκτακτες συνθήκες όλοι αυτοί που πλαισιώνουν τους μηχανισμούς της χώρας (και ανήλθαν με τον παραδοσιακό ελληνικό τρόπο) είναι αδύναμοι να παραγάγουν έργο, να δώσουν λύσεις και να εντοπίσουν διεξόδους.
Από τον Αύγουστο και μετά, όταν όλοι θα αρχίσουν να επανέρχονται στην προηγούμενη κατάσταση, θα κληθούμε να αναμετρηθούμε με τη μεγαλύτερη πρόκληση της μεταπολίτευσης. Το λυπηρό είναι ότι αυτή τη μάχη η χώρα δεν τη δίνει ενωμένη. Οι Έλληνες έμαθαν τα τελευταία χρόνια να ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους και τώρα είναι δύσκολο να συναισθανθούν την ανάγκη να δράσουν όλοι από κοινού. Οι πολιτικοί ποτέ δεν δίδαξαν αλληλεγγύη και αλτρουισμό και αρκούνταν για πολλά χρόνια να μοιράζουν (σε φίλους) τα δανεικά που έπαιρνε η χώρα.
Σήμερα που ήρθαν τα πάνω κάτω και οι εποχές μας προσπερνούν με ταχύτητα, οι πολιτικοί μπορεί να δυσκολεύονται να κυκλοφορήσουν στο δρόμο, ενώ οι υπόλοιποι (μη ευνοημένοι) Έλληνες πολίτες αισθάνονται ότι δεν έχουν μέλλον.
Γ. Παπαδοκωστόπουλος
Εικόνα που προοιωνίζεται τους δύσκολους καιρούς που έρχονται είναι τα κλειστά καταστήματα, τα οποία πληθαίνουν στους δρόμους. Κάποιοι λένε ότι αυτό δεν δείχνει απαραίτητα την κάμψη, καθώς υπήρχε πληθώρα καταστημάτων και ο αριθμός τους είχε ξεφύγει από κάθε ορθολογισμό. Σε κάθε περίπτωση, ένα κλειστό κατάστημα σημαίνει ανέργους, που θρυμματίζουν με τη σειρά τους την κοινωνική συνοχή.
Για πολλά χρόνια οι υπεραξίες που καρπώνονταν τα καταστήματα από την πώληση των προϊόντων τους ήταν μεγάλες. Ήταν ένας εύκολος τρόπος για να ζει ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Σήμερα αυτή η ευφορία έφτασε στο τέλος της και, το σημαντικότερο, γκρεμίζει μαζί της την ψευδεπίγραφη εικόνα μιας σταθερής ζωής, με διαρκώς βελτιούμενο εισόδημα.
Το πλήρωμα του χρόνου έδειξε ότι στην ελληνική κοινωνία όλα τα προηγούμενα χρόνια καλλιεργούνταν έλκη με κορυφαίο αυτό της αναξιοκρατίας, που κύκλωνε και έπνιγε τα πάντα. Σήμερα στις έκτακτες συνθήκες όλοι αυτοί που πλαισιώνουν τους μηχανισμούς της χώρας (και ανήλθαν με τον παραδοσιακό ελληνικό τρόπο) είναι αδύναμοι να παραγάγουν έργο, να δώσουν λύσεις και να εντοπίσουν διεξόδους.
Από τον Αύγουστο και μετά, όταν όλοι θα αρχίσουν να επανέρχονται στην προηγούμενη κατάσταση, θα κληθούμε να αναμετρηθούμε με τη μεγαλύτερη πρόκληση της μεταπολίτευσης. Το λυπηρό είναι ότι αυτή τη μάχη η χώρα δεν τη δίνει ενωμένη. Οι Έλληνες έμαθαν τα τελευταία χρόνια να ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους και τώρα είναι δύσκολο να συναισθανθούν την ανάγκη να δράσουν όλοι από κοινού. Οι πολιτικοί ποτέ δεν δίδαξαν αλληλεγγύη και αλτρουισμό και αρκούνταν για πολλά χρόνια να μοιράζουν (σε φίλους) τα δανεικά που έπαιρνε η χώρα.
Σήμερα που ήρθαν τα πάνω κάτω και οι εποχές μας προσπερνούν με ταχύτητα, οι πολιτικοί μπορεί να δυσκολεύονται να κυκλοφορήσουν στο δρόμο, ενώ οι υπόλοιποι (μη ευνοημένοι) Έλληνες πολίτες αισθάνονται ότι δεν έχουν μέλλον.
Γ. Παπαδοκωστόπουλος