Δεν υπάρχουν αμφιβολίες ιστορικού χαρακτήρα ότι ο Χριστός, ως πρόσωπο, γεννήθηκε προ Χριστού (4-8 π.Χ.).
Βέβαιο επίσης είναι ότι η γενέθλια μέρα δεν ήταν η 25η Δεκεμβρίου.
Τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν εκείνη τη μέρα από τα μέσα περίπου του 4ου αιώνα. Συνήθως... αναφέρεται ότι αυτό άρχισε το 336 μ.Χ. στη Ρώμη και από τότε διαδόθηκε ταχύτατα στις εκκλησίες Δύσης και Ανατολής.
Ιστορικοί και αστρονόμοι, ακολουθώντας το γράμμα των χριστιανικών γραφών, συμφωνούν ότι γεννήθηκε άλλη μέρα και μήνα. Μάλλον κατά τον εβραϊκό μήνα Τισρί (αντιστοιχεί μέσα Σεπτεμβρίου με μέσα Οκτωβρίου).
Κυριολεκτικώς, λοιπόν, σύμφωνα τόσο με το «παλιό» (Ιουλιανό), όσο και το νέο - ισχύον (Γρηγοριανό) ημερολόγιο (διαφέρουν μεταξύ τους κατά 13 ημέρες) δεν συνάδει με τις γραφές να τοποθετούνται τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου.
Αναζητώντας μια άλλη μέρα υποστηρίζεται από διάφορους ότι μάλλον γεννήθηκε την 25η Σεπτεμβρίου (σχετικές λεπτομέρειες στην «Οδύσσεια των ημερολογίων» των αστρονόμων Θεοδοσίου-Δανέζη, έργο συμβατό και με την ορθόδοξη παράδοση). Δεν λείπουν, όμως, κι άλλες ημερομηνίες, όπως η 6η Δεκεμβρίου κλπ.
Το πιθανότερο θεωρείται ότι οι μέρες που εορτάζονται τα Χριστούγεννα, στην πραγματικότητα, είναι οι μέρες κατά τις οποίες ο αρχάγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε στην Παρθένο Μαρία ότι «συνέλαβε» τον Ιησού (Δεκέμβριος-Ιανουάριος).
Πριν ο μοναχός Διονύσιος ο Μικρός το 532-536, με προτροπή της πολιτικής και χριστιανικής ηγεσίας της εποχής, καθορίσει την 25η Δεκεμβρίου του 753 από κτίσεως της Ρώμης ως μέρα γέννησης του Χριστού είχαν προηγηθεί κι άλλες προσπάθειες. Καθιερώθηκε σταδιακά και μάλιστα όχι χωρίς αντιρρήσεις. Οπως άλλωστε συμβαίνει μ΄ όλες τις νέες χρονολογήσεις και τα ημερολόγια.
Σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση η γενέθλια γιορτή, ως ιδιαίτερο γεγονός, άρχισε να μνημονεύεται από τον 2ο αιώνα. Δεν συνιστούσε, όμως, κάποια σταθερή γιορτή. Συνήθως σημειωνόταν στις 6 Ιανουαρίου, μαζί με τα Θεοφάνια (Γέννηση και Θεοφάνια-Επιφάνια ταυτίζονταν). Αλλού στις 22 Δεκεμβρίου (χειμερινό ηλιοστάσιο), όταν εορτάζονταν τα ρωμαϊκά Σατουρνάλια (εκρωμαϊσμένη περσική λατρεία του θεού Μίθρα) και τελούνταν άλλες παγανιστικές εκδηλώσεις.
Το φως που νικά το σκότος
Ακριβώς η ακτινοβολία και η εδραίωση αυτής της παγανιστικής γιορτής (γενέθλια μέρα του ανίκητου Ηλιου, καθώς η μέρα-φως αρχίζει να μεγαλώνει και να νικά τη νύχτα - σκοτάδι) οδήγησε την εκκλησιαστική ηγεσία στην επιλογή να οριστεί η 25η Δεκεμβρίου ως μέρα των Χριστουγέννων. Αντί να πάει κόντρα στη λαοφιλή γιορτή του φωτός με τα λαϊκά ξεφαντώματα, την υποκατέστησε με τη νέα χριστιανική.
Η απόφαση βρίσκεται ήδη σε εγκύκλιο που χρονολογείται στο μέσο περίπου του 4ου αιώνα (Πάπας Ιούλιος Α 337-352). Τότε ορίστηκε η 25η Δεκεμβρίου, αφού πρώτα, όπως παραδίδεται, έγιναν διάφοροι συνδυασμοί και υπολογισμοί.
Φαίνεται ότι ύστερα από έντονες συζητήσεις καθιερώθηκε στη Δύση το 354. Λίγα χρόνια μετά (γύρω στο 380) αρχίζει να επιβάλλεται και στην Ανατολή, επί πατριαρχίας του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού ή του Ιωάννη του Χρυσοστόμου.
Αυτός, όμως, που θα την επιβάλει γενικότερα στη Δύση το 800 είναι ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Καρλομάγνος.
Από το 12ο αιώνα όλη σχεδόν η Ευρώπη θα γιορτάζει τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου.
Η μαρτυρία του Χρυσοστόμου
Οπως προκύπτει από ομιλία του Ιωάννου Χρυσοστόμου η καθιέρωση της 25ης Δεκεμβρίου πρέπει να άρχισε στην Ανατολική Εκκλησία από την Αντιόχεια γύρω στο 376, όταν ο ίδιος ήταν εκεί επίσκοπος. Θα περάσει, όμως, ενάμιση αιώνας μέχρι να κηρυχθεί δημόσια αργία επί Ιουστινιανού και να την αποδεχθεί τότε και η Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Πάντως πριν, τότε και μεταγενέστερα, εκτός από τις εκκλησιαστικές λειτουργίες, εξακολουθούσε να συμπίπτει με αγώνες στον περίφημο Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης.
Τ. Κατσιμάρδος