Με τη συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια να έχει επανέλθει στο τραπέζι από επίσημα κυβερνητικά χείλη αλλά και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον μελέτη που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου Ενέργεια και Ανάπτυξη του ΙΕΝΕ από τον καθηγητή Παντελή Μπίσκα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για τις επιπτώσεις από την εισαγωγή μικρών πυρηνικών σταθμών SMRs (Small Modullar Reactors) στο ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα.
Σύμφωνα με τη μελέτη τα SMR είναι πιο οικονομικά, έχουν μικρότερο χρόνο κατασκευής και προηγμένη ασφάλεια σε σύγκριση με τους παραδοσιακούς μεγάλους πυρηνικούς σταθμούς. Αποτελούν μια υποσχόμενη λύση για τη μείωση έως μηδενισμό των εκπομπών CO2, περιορίζουν σημαντικά τα κόστη και την εξάρτηση από το φυσικό αέριο, ενώ θα έχουν αξιοσημείωτη επίπτωση στη μείωση του κόστους χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας. Η επένδυση είναι υπό όρους βιώσιμη, ωστόσο το πολύ υψηλό κόστος επένδυσης εγείρει ζητήματα ως προς τη δυνατότητα τραπεζικής χρηματοδότησης ενός τέτοιου πρότζεκτ.
Σημειώνεται ότι οι SMRs αποτελούν προηγμένους πυρηνικούς αντιδραστήρες με μικρότερο φυσικό μέγεθος και παραγωγική δυναμικότητα παραγωγής από τους τυπικούς μεγαλύτερους αντιδραστήρες. Στα πλεονεκτήματά τους εμφανίζουν πολύ χαμηλό σταθερό μεταβλητό κόστος, μειωμένες ανάγκες καυσίμου σε σύγκριση με τους μεγάλους σταθμούς, έχουν προηγμένα συστήματα παθητικής ασφάλειας και μικρό φυσικό αποτύπωμα. Στον αντίποδα το απαιτούμενο κεφαλαιουχικό κόστος είναι πολύ υψηλό, ενώ υπάρχουν ζητήματα για την πιθανή κακή χρήση, τη διαχείριση των αποβλήτων καθώς και ρυθμιστικές προκλήσεις.
Πιο αναλυτικά η μελέτη του Αριστοτελείου εξέτασε 4 σενάρια: χωρίς πυρηνικούς σταθμούς, με μικρή ενσωμάτωση 648MW, με μέση ενσωμάτωση 1564MW και με υψηλή ενσωμάτωση 3088MW.
Όσον αφορά το επενδυτικό κόστος η μελέτη αναφέρει ενδεικτικά το κόστος κατασκευής ενός SMR Nuward ισχύος 340MW. Για έναν τέτοιο σταθμό το επενδυτικό κόστος ξεκινά από το 1,9 δισ. και φτάνει μέχρι τα 3,9 δισ. ευρώ (5500 ευρώ ανά κιλοβάτ έως 11600 ευρώ ανά κιλοβάτ)
Στο ενεργειακό μείγμα η παραγωγή των SMR είναι σταθερή, αποτελεί φορτίο βάσης ενώ παράλληλα εμφανίζει και μεγάλη ευελιξία, με υψηλό capacity factor 69-75% ενώ υποκαθιστά κυρίως μονάδες αερίου και εισαγωγές. Το μεταβλητό κόστος λειτουργίας τους υπολογίζεται σε 15 έως 30 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Πιθανή ενσωμάτωση μονάδων SMR σύμφωνα με τη μελέτη θα οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αέριου κατά 0,5 (-21%, με μικρή ενσωμάτωση SMR) έως 1,6 δισ. κυβικά (-62%, με υψηλή ενσωμάτωση SMR). Αυτό σημαίνει ότι θα εξοικονομηθούν από 222 (-21%) έως 657 εκατ. ευρώ ετησίως (-62%) από τον περιορισμό των εισαγωγών φυσικού αερίου.
Ταυτόχρονα οι ετήσιες εκπομπές CO2 μειώνονται κατά 1 εκατ. μετρικούς τόνους ετησίως (-20% με μικρή ενσωμάτωση) έως 2,6 εκατ. μετρικούς τόνους ετησίως (-52% με υψηλή ενσωμάτωση). Η ετήσια εξοικονόμηση ξεκινά από τα 356 εκατ. ευρώ και μπορεί να φτάσει το 1 δισ. ευρώ με την υψηλή ενσωμάτωση SMRs.
Όσο για την επίπτωση της λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών SMR στις τιμές χονδρικής και στο συνολικό κόστος προμήθειας η μελέτη αναφέρει ότι θα επιτευχθεί μείωση που ξεκινά από τα 3,5 ευρώ η μεγαβατώρα (3,3% με μικρή ενσωμάτωση) έως 26 ευρώ η μεγαβατώρα (-25% με υψηλή ενσωμάτωση). Η συνολική εξοικονόμηση στο κόστος προμήθειας ξεκινά από τα 200 εκατ. ευρώ ετησίως (-2,5% με μικρή ενσωμάτωση) έως 1,7 δισ. ευρώ ετησίως (-21% με υψηλή ενσωμάτωση).
Όπως διευκρίνισε ο κ. Μπίσκας, σκοπός της μελέτης του Αριστοτελείου δεν είναι να προτείνει ή να αποτρέψει την επένδυση σε SMRs αλλά να αποτυπώσει την επίπτωση που θα έχει ενδεχόμενη ενσωμάτωσή τους στο ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα. Πηγή Capital