Μπορεί η προοπτική των επικερδών συναλλαγών να παρακάμψει ή να επισκιάσει τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό και τις αιματηρές εκκρεμότητες των ημερών, στις οποίες δεσπόζει ο πόλεμος στην Ουκρανία; Αυτό είναι το μέγα ερώτημα σε ό,τι αφορά την συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντίμιρ Πούτιν, την πρώτη τους από το 2019, η οποία πραγματοποιείται απόψε (ώρα Ελλάδος) στο Άνκορεϊτζ της Αλάσκας.
Το αν θα προκύψει "λευκός καπνός”, κατά το γνωστό κλισέ, ή όχι, δεν θα γίνει γνωστό παρά αύριο τα ξημερώματα (πάντα ώρα Ελλάδος), οπότε και οι δύο ηγέτες θα παραχωρούσαν κοινή συνέντευξη τύπου μετά το πέρας των συνομιλιών τους, σε στενή και κατόπιν σε διευρυμένη σύνθεση.
Είναι ωστόσο, χαρακτηριστικό, το γεγονός ότι στη ρωσική αντιπροσωπεία περιλαμβάνονται όχι μόνο οι υπουργοί Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ και Άμυνας, Σεργκέι Μπελοούσοφ, αλλά και Οικονομικών, Αντόν Σιλουάνοφ, καθώς και ο (ουκρανοτραφείς, αμερικανοσπουδαγμένος και έμπιστος της οικογένειας Πούτιν) Κίριλ Ντιμίτριεφ, ήτοι ο επικεφαλής του κρατικού επενδυτικού ταμείου της Ρωσίας, ο οποίος έχει αναδειχθεί σε κατεξοχήν συνομιλητή του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου (και προσωπικού φίλου του Τραμπ) Στιβ Ουίτκοφ.
Ο διπλωματικός σύμβουλος του Κρεμλίνου, Γιούρι Ουσακόφ, επίσης παρών στο μεγάλο ραντεβού της Αλάσκας, προανήγγειλε χθες ότι οι συνομιλίες θα επικεντρωθούν στο "τεράστιο ανεκμετάλλευτο δυναμικό” των οικονομικών σχέσεων Ρωσίας-ΗΠΑ, πλάι βέβαια στην προσπάθεια επίλυσης της ουκρανικής κρίσης και την επιδίωξη συναντίληψης επί των μεγάλων διεθνών προκλήσεων.
Η νευρικότητα τα τελευταία 24ωρα ήταν εμφανής: όχι μόνο στο Κίεβο και τις πρωτεύουσες των Ευρωπαίων συμμάχων του, ενόψει του κινδύνου να ληφθούν αποφάσεις για την Ουκρανία ερήμην της, αλλά και στην ίδια τη Μόσχα, καθώς ο Πούτιν ρίσκαρε το κύρος του για μία συνάντηση που θα μπορούσε να αποδειχθεί άκαρπη επικοινωνιακή άσκηση, κομμένη στα μέτρα του Τραμπ. Χαρακτηριστική από αυτή την άποψη είναι η τηλεφωνική επικοινωνία που φρόντισε να έχει στα μέσα της εβδομάδας ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας Σεργκέι Λαβρόφ με τον ομόλογό του των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο.
Ασκήσεις ισορροπίας
Σε αυτή τη συγκυρία, ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου καλείται να εξισορροπήσει ανάμεσα στο αντικειμενικό επιχειρησιακό πλεονέκτημα που έχει εξασφαλίσει η ρωσική πλευρά (όπως αποκαλύπτει και η ταχεία προώθηση των δυνάμεών της την εβδομάδα αυτή στην περιοχή του Ποκρόφσκ) και την ανάγκη αποτροπής των πρόσθετων κυρώσεων που απειλεί να θεσπίσει ο Τραμπ σε περίπτωση αδιεξόδου. Ευρύτερα, ο Πούτιν βρίσκεται στη θέση του "διαιτητή” ανάμεσα σε όσους (με προεξάρχοντες τους στρατηγούς του Γενικού Επιτελείου) επενδύουν στην περαιτέρω προέλαση, με την προσδοκία αιφνιδιαστικής ραγδαίας εσωτερικής κατάρρευσης της ουκρανικής πλευράς, και τις επιχειρηματικές ελίτ (καταλλήλως εκπροσωπούμενες από τον Ντιμίτριεφ) που αδημονούν για άρση των υφιστάμενων κυρώσεων και επιστροφή στην οικονομική "κανονικότητα” των σχέσεων με τη Δύση.
Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι οι ΗΠΑ χρειάσθηκε να άρουν προσωρινά τις κυρώσεις που αφορούν τον Πούτιν και τη συνοδεία του, προκειμένου να καταστεί δυνατή η έλευσή του στην Αλάσκα, δείχνει με ποιον τρόπο ο Ρώσος ηγέτης ήδη "αγοράζει” διπλωματικό κεφάλαιο, ασχέτως των πραγματικών αποτελεσμάτων της διαβούλευσης.
Από την πλευρά του ο Τραμπ, σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του Fox News, τόνισε πως οποιαδήποτε συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία θα απαιτήσει μια τριμερή σύνοδο κορυφής με τον Πούτιν και τον Ζελένσκι, μετά τη σύνοδο κορυφής αύριο στην Αλάσκα.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε ότι ο Τραμπ θα ξεκινήσει τις συνομιλίες με τον Πούτιν, ελπίζοντας να επιτύχει τον τερματισμό των μαχών στον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά μια συνολική λύση για τον πόλεμο θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο,καθώς θα αφορά τις εγγυήσεις ασφαλείας, τις εδαφικές διαφορές κ.ο.κ.
Σύμφωνα με τους περισσότερο επιφυλακτικούς, το περισσότερο που θα μπορούσε να αναμένει κανείς από το ραντεβού του Άνκορέιτζ θα είναι αποφάσεις σχετικές με τις καθαρά διμερείς σχέσεις, όπως η ευχερέστερη λειτουργία των εκατέρωθεν διπλωματικών αποστολών και η επανάληψη των απευθείας αεροπορικών πτήσεων. Δεδομένου δε του ρόλου ΗΠΑ και Ρωσίας ως πυρηνικών δυνάμεων είναι πιθανή, όπως ήδη υπαινίχθηκε ο Πούτιν, και συνάμα ευπρόσδεκτη, μια απόπειρα αποκατάστασης του πλαισίου ελέγχου των εξοπλισμών, το οποίο θεσπίστηκε κατά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και πλέον έχει κατεδαφισθεί, με εξαίρεση την εκπνέουσα συντόμως συνθήκη New Start.
Ως προς το ουκρανικό ζήτημα, όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη προσαρμοσθεί στο κλίμα που διαμόρφωσαν οι ανησυχούντες Ευρωπαίοι σύμμαχοί του, προαναγγέλλοντας την διοργάνωση συντόμως (αν το επιτρέψουν τα αποτελέσματα των συνομιλιών της Αλάσκας) και νέας συνάντησης κορυφής, αυτή τη φορά τριμερούς, με τη συμμετοχή του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Πρόκειται για το σημείο στο οποίο κατεξοχήν στάθηκαν (και κατά την τηλεδιάσκεψη που είχαν κατόπιν γερμανικής πρωτοβουλίας την Τετάρτη με τον Τραμπ) οι Ευρωπαίοι ηγέτης, ότι δηλ. δεν είναι νοητή η λήψη αποφάσεων για την Ουκρανία ερήμην της, πόσω μάλλον όταν έχει ανοίξει (με τη συγκατάθεση και του Τραμπ) συζήτηση περί "αναπόφευκτων ανταλλαγών εδαφών”.
Συνταγή αποτυχίας
Την Πέμπτη, πάντως, στον άμεσο απόηχο της τηλεδιάσκεψης με τον Τραμπ οι κυβερνήσεις της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας εξέδωσαν, ως πρωταγωνιστές της λεγόμενης "Συμμαχίας των Προθύμων” κοινή ανακοίνωση στην οποία θέτουν ως "κόκκινες γραμμές” τον μη περιορισμό των στρατιωτικών ικανοτήτων της Ουκρανίας και την μη αναγνώριση ρωσικού βέτο στις φιλοδοξίες της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Με άλλα λόγια, η ευρωπαϊκή πλευρά προτείνει μια συνταγή προκαταβολικής αποτυχίας των συνομιλιών, εφόσον η "αποστρατιωτικοποίηση” και η "ουδετερότητα” της Ουκρανίας, αποτελεί κεντρική επιδίωξη της Ρωσίας στην πολεμική περιπέτεια στην οποία εισήλθε τον Φεβρουάριο του 2022.
Το ποιες πραγματικές δυνατότητες διαθέτουν οι Ευρωπαίοι να εξασφαλίσουν στο διαπραγματευτικό τραπέζι (στο οποίο δεν συμμετέχουν καν) όσα μοιάζει να έχουν ήδη χαθεί στο πεδίο των μαχών, αποσπώντας την συναίνεση του Πούτιν και του Τραμπ στις μαξιμαλιστικές τους θέσεις, μοιάζει απορίας άξιον.
Πηγή Capital / Κώστας Ραπτης