«Θρίαμβο» για τον Βλαντίμιρ Πούτιν χαρακτηρίζει τη συνάντησή του στην Αλάσκα με τον Ντόναλντ Τραμπ το Politico, υπογραμμίζοντας πως ο Ρώσος πρόεδρος κατάφερε να αποκομίσει σημαντικά πολιτικά οφέλη απλώς και μόνο με την παρουσία του στο ίδιο τραπέζι με τον Αμερικανό ηγέτη.
Στη σημερινή του ανάλυση για το τετ α τετ των δύο ηγετών, ο αρθρογράφος Jamie Dettmer επισημαίνει πώς η παρουσία του Πούτιν στο πλευρό του Τραμπ νομιμοποίησε διεθνώς τον Ρώσο πρόεδρο, χωρίς να υπάρξει καμία ουσιαστική πρόοδος για τον τερματισμό του πολέμου.
Διαβάστε παρακάτω τι αναφέρει η ανάλυση:
«Από τη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βλαντίμιρ Πούτιν κατέβηκαν από τα αεροπλάνα τους στην αεροπορική βάση της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, έξω από το Άνκορατζ της Αλάσκας, οι δημόσιες αλληλεπιδράσεις τους ήταν εμφανώς φιλικές - με τον πρόεδρο των ΗΠΑ να χειροκροτεί τον Ρώσο ηγέτη, τους δυο τους να ανταλλάσσουν χαμόγελα, φιλικά χτυπηματάκια στον ώμο και να απολαμβάνουν μια ζωηρή αλλά ξεκάθαρα φιλική συζήτηση πάνω στο κόκκινο χαλί.
Έπειτα από μια επίδειξη αμερικανικών αεροσκαφών, ακολούθησε μία πρωτοφανής ανατροπή του πρωτοκόλλου: ο Πούτιν επιβιβάστηκε στo «The Beast» - το επίσημο αυτοκίνητο του Αμερικανού προέδρου - για να μεταβεί στην τοποθεσία της συνόδου μαζί με τον Τραμπ. Ο Ρώσος ηγέτης φαινόταν ενθουσιασμένος. Και όχι άδικα.
Το διάστημα πριν από τη συνάντηση είχαν διατυπωθεί ανησυχίες και προβλέψεις από δεκάδες αξιωματούχους, διπλωμάτες και αναλυτές. Πολλοί φοβούνταν ότι ο Τραμπ θα παρασυρόταν από τον έμπειρο πρώην αξιωματικό της KGB, δίνοντάς του έτσι περιθώριο να προωθήσει τον στόχο του για την καθυπόταξη της Ουκρανίας, την επιστροφή της σε καθεστώς ρωσικής επικυριαρχίας, αλλά και ταυτόχρονα να υπονομεύσει μια ήδη εύθραυστη Δύση, βάζοντας την Αμερική στο αντίπαλο στρατόπεδο από το Κίεβο και τους Ευρωπαίους συμμάχους του.
Αν και αυτό δεν συνέβη και η Ουκρανία δεν «ξεπουλήθηκε», ο Πούτιν φαίνεται να βγήκε τελικά κερδισμένος.
Κατάφερε να εξασφαλίσει τη συνάντηση, παρότι είναι καταζητούμενος για εγκλήματα πολέμου, και να τον υποδεχθούν στο αμερικανικό έδαφος ως φίλο — όχι ως ηγέτη ενός κράτους παρία που εισέβαλε σε μια γειτονική χώρα. Και όλα αυτά χωρίς να προσφέρει καμία ουσιαστική παραχώρηση, όπως μια εκεχειρία, ούτε πριν από τη σύνοδο ούτε και μετά. Παρά τις δηλώσεις του Τραμπ στην κοινή συνέντευξη Τύπου ότι η επιθυμία του Ρώσου προέδρου είναι «να σώσει χιλιάδες ζωές», ο ίδιος Πούτιν δεν δεσμεύτηκε σε τίποτα.
Σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές, από την πρώην σύμβουλο του Τραμπ Φιόνα Χιλ μέχρι τον Μάικλ Κάρπεντερ, πρώην διευθυντή για την Ευρώπη στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας επί Μπάιντεν, η συνάντηση της Αλάσκας ήταν λάθος. «Η σύνοδος τον νομιμοποίησε στη διεθνή σκηνή», σχολίασε ο Κάρπεντερ.
Και όχι μόνο στη διεθνή σκηνή. Ο τρόπος που το Κρεμλίνο και τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης παρουσίασαν τη σύνοδο δεν εστίαζε στο ζήτημα της Ουκρανίας, αλλά στο γεγονός ότι ο Πούτιν και ο Τραμπ, δύο ηγέτες μεγάλων δυνάμεων, αποφασίζουν μαζί για το μέλλον του κόσμου. Λίγο πριν τη συνάντηση, ο Πούτιν είχε ήδη λάβει μια αμερικανική έγκριση στην ιδέα ανταλλαγής εδαφών με ειρήνη, κάτι που γύρισε το παιχνίδι σε βάρος του Κιέβου.
Στις δηλώσεις του στη συνέντευξη Τύπου, ο Πούτιν έσπευσε να επαινέσει τον Τραμπ για τις προσπάθειές του να τερματίσει τον πόλεμο. Ο Ρώσος ηγέτης γνωρίζει ότι τα θερμά λόγια για τον Αμερικανό πρόεδρο έχουν πάντοτε απήχηση - μια στρατηγική που ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απέτυχε να αξιοποιήσει στην ολέθρια επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο νωρίτερα φέτος.
Ωστόσο, δεν υπήρξε καμία ένδειξη στα λεγόμενα του Πούτιν ότι είναι διατεθειμένος να απομακρυνθεί από τον βασικό του στόχο: τον έλεγχο της Ουκρανίας, μιας χώρας που, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένα, δεν θεωρεί καν ότι πρέπει να υπάρχει.
Αυτό έγινε σαφές όταν μίλησε για την εξάλειψη των «ριζικών αιτιών» του πολέμου και αναφέρθηκε στις «θεμελιώδεις απειλές για την ασφάλεια της Ρωσίας» — δηλαδή στη γνωστή ρητορική του Κρεμλίνου, που επιρρίπτει την ευθύνη στο ΝΑΤΟ και την Ευρώπη. «Πάντα θεωρούσαμε την Ουκρανία αδελφική χώρα», είπε με νόημα. Με άλλα λόγια, μια χώρα που εντάσσεται στο δόγμα του «ρωσικού κόσμου» του Πούτιν.
Στόχος του Ρώσου προέδρου στη σύνοδο της Αλάσκας ήταν να αποφύγει την οργή του Τραμπ, να συγκρατήσει τη Δύση από την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας ή των συμμάχων της, και να συνεχίσει ουσιαστικά χωρίς αλλαγές.
Εμφανίστηκε ως «εταίρος για την ειρήνη», δηλώνοντας ότι ελπίζει να μην υπάρξουν παρεμβάσεις που θα εμποδίσουν την πρόοδο προς τον τερματισμό του πολέμου. Αυτό ακριβώς είναι το αφήγημα που προέβαλαν τα ρωσικά ΜΜΕ μετά από εντολή του Κρεμλίνου, τονίζοντας τον ρόλο του Πούτιν ως «διαμορφωτή της ατζέντας» στις σχέσεις Ρωσίας – ΗΠΑ και παρουσιάζοντας την Ουκρανία ως αδιάλλακτη και απρόθυμη να διαπραγματευτεί.
Το συμπέρασμα είναι σαφές: ο Πούτιν δεν βιάζεται να τελειώσει τον πόλεμο — στην πραγματικότητα, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να απειλήσει το ίδιο το καθεστώς του, καθώς η έξοδος από μια οικονομία πολέμου θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για επικίνδυνες εσωτερικές αναταραχές. Και βέβαια, η παράταση της σύγκρουσης επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την Ευρώπη και τη διατλαντική συμμαχία.»