Αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ.
"Ποιος τους ζήτησε τη γνώμη;
Πού είναι οι διανοούμενοι; Πολλοί τους επικαλούνται αυτή την εποχή, με αφορμή τις συνθήκες αθλιότητας στις οποίες διάγει η δημόσια ζωή της χώρας. Γιατί οι διανοούμενοι δεν εκφράζονται, γιατί δεν παίρνουν θέση; Μήπως είναι και αυτοί μέσα στο παιχνίδι, λειτουργικά στελέχη της προϊούσας σήψης;
Η μορφή του διανοουμένου δεν προσδιορίζεται με καρτεσιανή ακρίβεια αλλά έχει ανάγκη κάθε φορά προσδιορισμού, ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο καλείται να δραστηριοποιηθεί και να επηρεάσει. Ο διανοούμενος - ή, για να απαλλαγούμε από τον ενδεχομένως ενοχλητικό όρο, ο σκεπτόμενος πολίτης - εκφράζεται και δρα στο εσωτερικό ενός συστήματος που λειτουργεί με όρους και κανόνες. Η δημόσια ζωή, η ίδια η δημοκρατία, είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη ενός οργανωμένου πλαισίου κανόνων, λειτουργιών και ορίων, καθώς και μιας κλίμακας αξιών που γίνεται ευρύτερα αποδεκτή ως «ηθικό πλαίσιο». Η έκφραση μιας γνώμης και, ακόμη περισσότερο, η ανάληψη μιας στάσης με ευρύτερη κοινωνική βαρύτητα κινούνται στο εσωτερικό αυτού του συστήματος. Η «καταγγελία» και η ανάληψη προσωπικής ευθύνης για κάποιο θέμα σημαντικού δημόσιου ενδιαφέροντος έχουν τόσο μεγαλύτερη «διαδραστική» σημασία όσο οι προηγούμενα αποδεκτές «αξίες και αρχές» και οι συλλογικές ευαισθησίες παραμένουν ισχυρές, έστω πλειοψηφικές, στο κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς.
Εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Η ελληνική κοινωνία, μια κοινωνία ανασφαλών και φοβισμένων και ταυτόχρονα εξαγριωμένων ανθρώπων, είναι οτιδήποτε άλλο σήμερα από μια «κοινωνία των πολιτών». Εχουν χαθεί τα σημεία αναφοράς (αν ποτέ υπήρξαν πραγματικά σημεία αναφοράς που να διαμορφώνουν μια αναγνωρίσιμη συνείδηση αστικής κοινωνίας), έχει χαθεί ένα σύστημα αρχών, έχουν χαθεί κοινά αποδεκτά χαρακτηριστικά που δίνουν στην κοινωνία μια σύγχρονη ανθεκτική ταυτότητα. Αυτό που επικρατεί είναι κατ' αρχάς η δυσπιστία και η καχυποψία απέναντι στους σημαντικότερους θεσμούς, στο κράτος, στο δημόσιο πανεπιστήμιο και στην Εκκλησία. Οχι μόνο: δεν γίνεται κατανοητό ποιες θα είναι οι εξελίξεις, τι θα γίνει στο μέλλον και με ποιους τρόπους η ελληνική κοινωνία θα ανακάμψει και θα επιχειρήσει να μετατραπεί σε μια περίπου «κανονική χώρα». Φυσικά στο πλαίσιο αυτό σχεδόν εγκληματικό ρόλο παίζουν ορισμένα μέσα ενημέρωσης, κυρίως τηλεοπτικά.
Πού να απευθυνθεί λοιπόν ο διανοούμενος, ο προβληματισμένος πολίτης, σε αυτή τη χώρα των ιδιωτών; Ποιες αρχές να επικαλεστεί, για ποιες διαμορφωμένες συνειδήσεις, για ποιους ακροατές, για ποιους χώρους με επιρροή και ηθικό ανάστημα; Οι διανοούμενοι της δεκαετίας του 1960, για να φέρουμε ένα παράδειγμα, είχαν έναν ρόλο γιατί απευθύνονταν σε ένα κοινωνικό σώμα με αναγνωρίσιμη συγκρότηση - τα κινηματογραφικά έργα της εποχής είναι μάρτυρες γι' αυτό, και τα λατρεύουμε για τον ίδιο λόγο. Σήμερα έχει εκραγεί ο κοινωνικός ιστός, έχουν διαρραγεί τα όρια, η συνοχή γύρω από κοινά αποδεκτές αξίες είναι περίπου ανύπαρκτη. Γι' αυτό οι διανοούμενοι έχουν περίπου παραιτηθεί (όπως και πολλοί άλλοι πολίτες αυτής της χώρας, έστω και αν δεν αυτοπροσδιορίζονται διανοούμενοι), γιατί θεωρούν μάταιη οποιαδήποτε παρέμβαση, γιατί αισθάνονται μετέωροι, χωρίς αποδέκτες. Αλλωστε, ας το σκεφθούμε: τους ζήτησε κανείς τη γνώμη, αισθάνεται κανείς την ανάγκη σήμερα μιας πνευματικής ηγεσίας που να αντισταθεί και να κατευθύνει, να επηρεάσει διαθέσεις, να διατυπώσει ένα συλλογικό όραμα και να μετατρέψει αυτή τη λαχανιασμένη κοινωνία σε μια συνεκτική κοινότητα αισιόδοξων πολιτών;
Αυτός άλλωστε είναι ο ρόλος της πολιτικής. «Η πολιτική είναι το όπλο και το καταφύγιο των μη προνομούχων, γιατί μέσω αυτής μπορούν ακόμα να διεκδικούν την ισότητα και τη δικαιοσύνη» τόνιζε στην ιταλική δημόσια τηλεόραση ο Φάουστο Μπερτινότι την περασμένη Κυριακή.Εμείς όμως εδώ είμαστε όλοι προνομιούχοι, γιατί είμαστε υπερήφανοι καταναλωτές όχι μόνο αγαθών αλλά και φαντασιώσεων, απ' το πρωί ως το βράδυ, μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες."
Η μορφή του διανοουμένου δεν προσδιορίζεται με καρτεσιανή ακρίβεια αλλά έχει ανάγκη κάθε φορά προσδιορισμού, ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο καλείται να δραστηριοποιηθεί και να επηρεάσει. Ο διανοούμενος - ή, για να απαλλαγούμε από τον ενδεχομένως ενοχλητικό όρο, ο σκεπτόμενος πολίτης - εκφράζεται και δρα στο εσωτερικό ενός συστήματος που λειτουργεί με όρους και κανόνες. Η δημόσια ζωή, η ίδια η δημοκρατία, είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη ενός οργανωμένου πλαισίου κανόνων, λειτουργιών και ορίων, καθώς και μιας κλίμακας αξιών που γίνεται ευρύτερα αποδεκτή ως «ηθικό πλαίσιο». Η έκφραση μιας γνώμης και, ακόμη περισσότερο, η ανάληψη μιας στάσης με ευρύτερη κοινωνική βαρύτητα κινούνται στο εσωτερικό αυτού του συστήματος. Η «καταγγελία» και η ανάληψη προσωπικής ευθύνης για κάποιο θέμα σημαντικού δημόσιου ενδιαφέροντος έχουν τόσο μεγαλύτερη «διαδραστική» σημασία όσο οι προηγούμενα αποδεκτές «αξίες και αρχές» και οι συλλογικές ευαισθησίες παραμένουν ισχυρές, έστω πλειοψηφικές, στο κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς.
Εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Η ελληνική κοινωνία, μια κοινωνία ανασφαλών και φοβισμένων και ταυτόχρονα εξαγριωμένων ανθρώπων, είναι οτιδήποτε άλλο σήμερα από μια «κοινωνία των πολιτών». Εχουν χαθεί τα σημεία αναφοράς (αν ποτέ υπήρξαν πραγματικά σημεία αναφοράς που να διαμορφώνουν μια αναγνωρίσιμη συνείδηση αστικής κοινωνίας), έχει χαθεί ένα σύστημα αρχών, έχουν χαθεί κοινά αποδεκτά χαρακτηριστικά που δίνουν στην κοινωνία μια σύγχρονη ανθεκτική ταυτότητα. Αυτό που επικρατεί είναι κατ' αρχάς η δυσπιστία και η καχυποψία απέναντι στους σημαντικότερους θεσμούς, στο κράτος, στο δημόσιο πανεπιστήμιο και στην Εκκλησία. Οχι μόνο: δεν γίνεται κατανοητό ποιες θα είναι οι εξελίξεις, τι θα γίνει στο μέλλον και με ποιους τρόπους η ελληνική κοινωνία θα ανακάμψει και θα επιχειρήσει να μετατραπεί σε μια περίπου «κανονική χώρα». Φυσικά στο πλαίσιο αυτό σχεδόν εγκληματικό ρόλο παίζουν ορισμένα μέσα ενημέρωσης, κυρίως τηλεοπτικά.
Πού να απευθυνθεί λοιπόν ο διανοούμενος, ο προβληματισμένος πολίτης, σε αυτή τη χώρα των ιδιωτών; Ποιες αρχές να επικαλεστεί, για ποιες διαμορφωμένες συνειδήσεις, για ποιους ακροατές, για ποιους χώρους με επιρροή και ηθικό ανάστημα; Οι διανοούμενοι της δεκαετίας του 1960, για να φέρουμε ένα παράδειγμα, είχαν έναν ρόλο γιατί απευθύνονταν σε ένα κοινωνικό σώμα με αναγνωρίσιμη συγκρότηση - τα κινηματογραφικά έργα της εποχής είναι μάρτυρες γι' αυτό, και τα λατρεύουμε για τον ίδιο λόγο. Σήμερα έχει εκραγεί ο κοινωνικός ιστός, έχουν διαρραγεί τα όρια, η συνοχή γύρω από κοινά αποδεκτές αξίες είναι περίπου ανύπαρκτη. Γι' αυτό οι διανοούμενοι έχουν περίπου παραιτηθεί (όπως και πολλοί άλλοι πολίτες αυτής της χώρας, έστω και αν δεν αυτοπροσδιορίζονται διανοούμενοι), γιατί θεωρούν μάταιη οποιαδήποτε παρέμβαση, γιατί αισθάνονται μετέωροι, χωρίς αποδέκτες. Αλλωστε, ας το σκεφθούμε: τους ζήτησε κανείς τη γνώμη, αισθάνεται κανείς την ανάγκη σήμερα μιας πνευματικής ηγεσίας που να αντισταθεί και να κατευθύνει, να επηρεάσει διαθέσεις, να διατυπώσει ένα συλλογικό όραμα και να μετατρέψει αυτή τη λαχανιασμένη κοινωνία σε μια συνεκτική κοινότητα αισιόδοξων πολιτών;
Αυτός άλλωστε είναι ο ρόλος της πολιτικής. «Η πολιτική είναι το όπλο και το καταφύγιο των μη προνομούχων, γιατί μέσω αυτής μπορούν ακόμα να διεκδικούν την ισότητα και τη δικαιοσύνη» τόνιζε στην ιταλική δημόσια τηλεόραση ο Φάουστο Μπερτινότι την περασμένη Κυριακή.Εμείς όμως εδώ είμαστε όλοι προνομιούχοι, γιατί είμαστε υπερήφανοι καταναλωτές όχι μόνο αγαθών αλλά και φαντασιώσεων, απ' το πρωί ως το βράδυ, μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες."