πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών.
"Τα επεισόδια βίας στα πανεπιστήμια μετά τη Μεταπολίτευση αιτιολογούνταν με αιτήματα για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις ή με απαίτηση μη εφαρμογής νόμων, ψηφισμένων από την πλειοψηφία της Βουλής. Βέβαια, είναι ιδιάζουσα για την Ελλάδα η συνεχής παρέμβαση της πολιτείας με νόμους, ακόμη και σε λεπτομέρειες της λειτουργίας των «αυτοδιοικούμενων» πανεπιστημίων.
Η αντίδραση όμως σε αυτή την ειδική για την Ελλάδα κατάσταση γίνεται και με εκδηλώσεις βίας εκ μέρους φοιτητών και μάλιστα εναντίον διδασκόντων και μελών των διοικήσεων των πανεπιστημίων, που οι ίδιοι έχουν εκλέξει.
Τέτοιες εκδηλώσεις βίας ενισχύουν ισχυρισμούς, ότι η «δράση» των φοιτητών αυτών δεν στοχεύει μόνο τις διατάξεις των νόμων, που θα μπορούσαν μέσω των δικών τους πανεπιστημιακών οργάνων να αντιμετωπίσουν, αλλά στρέφεται κατά της πολιτείας ή συγκεκριμένα των εκάστοτε κυβερνήσεων, προς ενίσχυση της αντιπολιτευτικής προσπάθειας κομμάτων, από άτομα που επιδιώκουν, με τη χρήση βίας, την προσωπική τους προβολή για μελλοντική κομματική ανάδειξη. Είναι δε επί πλέον περίεργο, ότι ενώ ο Νόμος 1268/1982 αλλά και οι επόμενοι παρέδωσαν τη διοίκηση των Πανεπιστημίων στους φοιτητές και τους διδάσκοντες όλων των βαθμίδων, εξακολουθούν να υπάρχουν και να δρουν συνδικαλιστικοί σχηματισμοί φοιτητών και διδασκόντων, που «ανήκουν» σε διάφορα κόμματα. Ορισμένες από τις συνδικαλιστικές αυτές παρατάξεις, αν και μειοψηφικές, θορυβούν τόσο ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι αυτές εκπροσωπούν όλο το Πανεπιστήμιο και όχι τα συμμετοχικά όργανα διοικήσεως. Μέσα από αυτούς τους σχηματισμούς αναδεικνύονται οι χρησιμοποιούντες βία, προς επίρρωσιν των ισχυρισμών περί κομματικής προελεύσεως των επεισοδίων. Τάση προς χουλιγκανισμό και η αδυναμία προσαρμογής περιθωριακών ατόμων προς τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες είναι ενδεχόμενο να προστίθενται στις παραπάνω αιτίες.
Πώς λοιπόν θα ήτο δυνατόν να περιορισθούν τα φαινόμενα βίας στα πανεπιστήμια; Μία πρόταση που συζητείται, είναι να πεισθούν τα κόμματα να επηρεάσουν τις παρατάξεις των ώστε να αποφεύγουν τη χρήση βίας. Είναι πολύ αμφίβολο όμως, έστω και αν είχαν αυτή τη διάθεση, ότι θα μπορούσαν να ελέγξουν τους θερμόαιμους οπαδούς των. Δεύτερη πρόταση υποστηρίζει, ότι αν καταργείτο το πανεπιστημιακό άσυλο ή αν τα όργανα διοικήσεως καλούσαν την Αστυνομία, θα αντιμετωπιζόταν η βία. Η εμπειρία του παρελθόντος μπορεί να βεβαιώσει, ότι τέτοιες λύσεις δεν είναι εφικτές ή πραγματοποιήσιμες, δεδομένου ότι ούτε η πολιτεία είναι διατεθειμένη να άρει το άσυλο, ούτε τα όργανα διοικήσεως θα καλούσαν την Αστυνομία, ούτε η Αστυνομία θα επενέβαινε αν εκαλείτο, όταν και τώρα δεν επεμβαίνει, ακόμη και όταν της το επιτρέπει ο ισχύων νόμος. Υπάρχουν δύο δρόμοι που αν ακολουθούνταν, θα μπορούσαν να επαναφέρουν την ομαλή ζωή στα πανεπιστήμια και επί πλέον θα ανέβαζαν τη στάθμη των σπουδών.
Τέτοιες εκδηλώσεις βίας ενισχύουν ισχυρισμούς, ότι η «δράση» των φοιτητών αυτών δεν στοχεύει μόνο τις διατάξεις των νόμων, που θα μπορούσαν μέσω των δικών τους πανεπιστημιακών οργάνων να αντιμετωπίσουν, αλλά στρέφεται κατά της πολιτείας ή συγκεκριμένα των εκάστοτε κυβερνήσεων, προς ενίσχυση της αντιπολιτευτικής προσπάθειας κομμάτων, από άτομα που επιδιώκουν, με τη χρήση βίας, την προσωπική τους προβολή για μελλοντική κομματική ανάδειξη. Είναι δε επί πλέον περίεργο, ότι ενώ ο Νόμος 1268/1982 αλλά και οι επόμενοι παρέδωσαν τη διοίκηση των Πανεπιστημίων στους φοιτητές και τους διδάσκοντες όλων των βαθμίδων, εξακολουθούν να υπάρχουν και να δρουν συνδικαλιστικοί σχηματισμοί φοιτητών και διδασκόντων, που «ανήκουν» σε διάφορα κόμματα. Ορισμένες από τις συνδικαλιστικές αυτές παρατάξεις, αν και μειοψηφικές, θορυβούν τόσο ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι αυτές εκπροσωπούν όλο το Πανεπιστήμιο και όχι τα συμμετοχικά όργανα διοικήσεως. Μέσα από αυτούς τους σχηματισμούς αναδεικνύονται οι χρησιμοποιούντες βία, προς επίρρωσιν των ισχυρισμών περί κομματικής προελεύσεως των επεισοδίων. Τάση προς χουλιγκανισμό και η αδυναμία προσαρμογής περιθωριακών ατόμων προς τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες είναι ενδεχόμενο να προστίθενται στις παραπάνω αιτίες.
Πώς λοιπόν θα ήτο δυνατόν να περιορισθούν τα φαινόμενα βίας στα πανεπιστήμια; Μία πρόταση που συζητείται, είναι να πεισθούν τα κόμματα να επηρεάσουν τις παρατάξεις των ώστε να αποφεύγουν τη χρήση βίας. Είναι πολύ αμφίβολο όμως, έστω και αν είχαν αυτή τη διάθεση, ότι θα μπορούσαν να ελέγξουν τους θερμόαιμους οπαδούς των. Δεύτερη πρόταση υποστηρίζει, ότι αν καταργείτο το πανεπιστημιακό άσυλο ή αν τα όργανα διοικήσεως καλούσαν την Αστυνομία, θα αντιμετωπιζόταν η βία. Η εμπειρία του παρελθόντος μπορεί να βεβαιώσει, ότι τέτοιες λύσεις δεν είναι εφικτές ή πραγματοποιήσιμες, δεδομένου ότι ούτε η πολιτεία είναι διατεθειμένη να άρει το άσυλο, ούτε τα όργανα διοικήσεως θα καλούσαν την Αστυνομία, ούτε η Αστυνομία θα επενέβαινε αν εκαλείτο, όταν και τώρα δεν επεμβαίνει, ακόμη και όταν της το επιτρέπει ο ισχύων νόμος. Υπάρχουν δύο δρόμοι που αν ακολουθούνταν, θα μπορούσαν να επαναφέρουν την ομαλή ζωή στα πανεπιστήμια και επί πλέον θα ανέβαζαν τη στάθμη των σπουδών.
Ο ένας είναι να γίνει ορθολογική, και σύμφωνη προς τα ισχύοντα σε ξένα πανεπιστήμια, η σχέση διδασκόντων προς διδασκομένους. Η σημερινή σχέση αποκλείει οιανδήποτε προσωπική επιρροή ή συνεννόηση μεταξύ των. Δεν είναι χωρίς σημασία το γεγονός, ότι στα μικρά πανεπιστήμια, με τους λίγους φοιτητές, σπανίως παρατηρούνται βίαιες εκδηλώσεις. Η βελτίωση της σχέσεως μπορεί να επιτευχθεί με τρεις τρόπους: αύξηση του αριθμού των διδασκόντων, ελάττωση του αριθμού των φοιτητών ή ίδρυση νέων πανεπιστημίων και ανακατανομή των φοιτητών.
Ο δεύτερος δρόμος είναι η ανάκτηση του κύρους των διδασκόντων. Στη χώρα μας ιδρύθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια, εντελώς απρογραμμάτιστα και σε βραχύ διάστημα, πολλά πανεπιστήμια. Το κύρος των πανεπιστημιακών δασκάλων μειώθηκε, είτε διότι δεν υπήρχε ο απαιτούμενος αριθμός επιστημόνων με τα απαραίτητα προσόντα, είτε διότι υπήρχαν τα προσόντα αλλά έλειπε σε πολλούς η προετοιμασία για την ακαδημαϊκή διαδικασία, ιδίως με τις ταχείες εξελίξεις. Το κύρος έναντι των φοιτητών μειώθηκε και για έναν άλλον λόγο: Δεν υπάρχει πλέον στην εκπαιδευτική διαδικασία η ειδική σχέση εξεταστού - εξεταζομένου, διότι οι εξετάσεις γίνονται κατά κανόνα γραπτές με ανεπαρκή επίβλεψη, διότι υπάρχει απεριόριστος αριθμός εξεταστικών περιόδων και μεταφορές μαθημάτων στα επόμενα έτη και διότι πολλοί διδάσκοντες αδιαφορούν για τις εξετάσεις ή λόγω του μεγάλου αριθμού των φοιτητών τις αναθέτουν σε νεότερα μέλη του προσωπικού.
Τέλος, είναι αδιανόητο για οιοδήποτε πανεπιστήμιο να μη λειτουργεί πειθαρχικό συμβούλιο, πράγμα το οποίο ισχύει τα τελευταία 34 χρόνια, αλλά δεν συμβαίνει σε κανένα πανεπιστήμιο άλλης χώρας. Είναι δυνατόν να μην υπάρχει κανένα απροσάρμοστο ή ανίκανο άτομο επί τόσα χρόνια, το οποίο δεν πρέπει να βρίσκεται στο πανεπιστήμιο;
Συμπερασματικά, το πρόβλημα της βίας στα πανεπιστήμια θα λυθεί όταν οι διδάσκοντες θα είναι σε θέση να αφιερώσουν χρόνο και κόπο στον σωστό αριθμό των φοιτητών τους για την εκπαίδευσή τους και τις εξετάσεις, και θα ελκύσουν τους φοιτητές στην έρευνα. Ακραίες περιπτώσεις θα πρέπει κατ' ανάγκην να αντιμετωπισθούν από πειθαρχικά συμβούλια, τα οποία σε πολλά ξένα πανεπιστήμια συγκροτούνται και από φοιτητές."
Ο δεύτερος δρόμος είναι η ανάκτηση του κύρους των διδασκόντων. Στη χώρα μας ιδρύθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια, εντελώς απρογραμμάτιστα και σε βραχύ διάστημα, πολλά πανεπιστήμια. Το κύρος των πανεπιστημιακών δασκάλων μειώθηκε, είτε διότι δεν υπήρχε ο απαιτούμενος αριθμός επιστημόνων με τα απαραίτητα προσόντα, είτε διότι υπήρχαν τα προσόντα αλλά έλειπε σε πολλούς η προετοιμασία για την ακαδημαϊκή διαδικασία, ιδίως με τις ταχείες εξελίξεις. Το κύρος έναντι των φοιτητών μειώθηκε και για έναν άλλον λόγο: Δεν υπάρχει πλέον στην εκπαιδευτική διαδικασία η ειδική σχέση εξεταστού - εξεταζομένου, διότι οι εξετάσεις γίνονται κατά κανόνα γραπτές με ανεπαρκή επίβλεψη, διότι υπάρχει απεριόριστος αριθμός εξεταστικών περιόδων και μεταφορές μαθημάτων στα επόμενα έτη και διότι πολλοί διδάσκοντες αδιαφορούν για τις εξετάσεις ή λόγω του μεγάλου αριθμού των φοιτητών τις αναθέτουν σε νεότερα μέλη του προσωπικού.
Τέλος, είναι αδιανόητο για οιοδήποτε πανεπιστήμιο να μη λειτουργεί πειθαρχικό συμβούλιο, πράγμα το οποίο ισχύει τα τελευταία 34 χρόνια, αλλά δεν συμβαίνει σε κανένα πανεπιστήμιο άλλης χώρας. Είναι δυνατόν να μην υπάρχει κανένα απροσάρμοστο ή ανίκανο άτομο επί τόσα χρόνια, το οποίο δεν πρέπει να βρίσκεται στο πανεπιστήμιο;
Συμπερασματικά, το πρόβλημα της βίας στα πανεπιστήμια θα λυθεί όταν οι διδάσκοντες θα είναι σε θέση να αφιερώσουν χρόνο και κόπο στον σωστό αριθμό των φοιτητών τους για την εκπαίδευσή τους και τις εξετάσεις, και θα ελκύσουν τους φοιτητές στην έρευνα. Ακραίες περιπτώσεις θα πρέπει κατ' ανάγκην να αντιμετωπισθούν από πειθαρχικά συμβούλια, τα οποία σε πολλά ξένα πανεπιστήμια συγκροτούνται και από φοιτητές."