Του Δ.Καστριώτη
Στο διάστημα που ο κ. Αλ. Τσίπρας βρίσκεται στην ηγεσία του Συνασπισμού έχουμε διαφωνήσει με πολλούς φίλους για το αν η παρουσία του εισκομίζει όντως κάτι νέο στην πολιτική ζωή.
Αν έχω αντιληφθεί σωστά την άποψή τους, η γραμμή του κ. Τσίπρα αξίζει να υποστηριχθεί, ακόμη και αν οι επιμέρους τοποθετήσεις του δεν διεκδικούν αναλυτικό βάθος, επειδή είναι η μόνη ικανή να «ανακατέψει» την ελληνική πολιτική, που παρά τις διακηρύξεις στα λόγια συντονίζεται σε ως επί το πολύ νεοφιλελεύθερη πρακτική. Με την ευχή να πέφτω έξω, σχεδόν κάθε τοποθέτηση του επικεφαλής του Συνασπισμού μού φαίνεται να αθροίζεται σε μία ήδη εκτενή ανθολογία εύηχου αριστερού λαϊκισμού, κοινός παρονομαστής του οποίου είναι ότι τα πανεπιστήμια μπορούν να είναι και ξέφραγα αμπέλια και Πρίνσετον,
οι νέοι να γίνονται ό,τι επιθυμήσουν,
οι τράπεζες να χορηγούν δανεικά και αγύριστα.
Οτι, με δυο λόγια, τα προβλήματα που σήμερα μας απασχολούν μπορούν να επιλυθούν χωρίς κόστος για μας. Μέσα στην... τελευταία εβδομάδα ο κ. Τσίπρας εμπλούτισε την ανθολογία αυτή. Στη συνέντευξή του προς «Το Βήμα της Κυριακής», ερωτηθείς μήπως η από πλευράς του συμβολική «κατάληψη» της Εθνικής Τράπεζας δίνει κακό παράδειγμα, απάντησε: «Κακό παράδειγμα δίνουν όσοι χαϊδεύουν τα αφτιά των τραπεζιτών και κλείνουν τα μάτια στις πρακτικές τυφλής βίας που αυτές ασκούν». Εμβριθές... Οι τράπεζες, συνέχισε, «παρά τα υπέρογκα κέρδη των μετόχων τους, επιβιώνουν χάρη στο ζεστό χρήμα των φορολογουμένων. Χωρίς τη δημόσια στήριξη θα είχαν προ πολλού πτωχεύσει». Αρα να κρατικοποιηθούν. Δεν περίμενε βέβαια κανείς να προχωρήσει ο αριστερός πολιτικός σε αναλύσεις για το πόση είναι η κρατική βοήθεια σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών, ούτε να σημειώσει ότι το «ζεστό χρήμα» ήταν σχετικώς λίγο και ότι το κύριο πακέτο είναι εγγυήσεις. Αν όμως αξιώνει κανείς κάτι παραπάνω από συνθήματα, θα ήθελε μία διευκρίνιση για το ποιος θα έπρεπε να δανειοδοτείται κατά Τσίπρα και με ποιους όρους. Στο κάτω κάτω από θαλασσοδάνεια γεννήθηκε η φούσκα.
Για τα μέτρα της Συνόδου του G20 ο κ. Τσίπρας φρονεί πως «οι κουκουλοφόροι του νεοφιλελευθερισμού βγήκαν πάλι στον δρόμο». Οσο για τα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως είπε την περασμένη εβδομάδα, διαβλέπει σε εξέλιξη προσπάθεια για «ανακατάληψη της ΠΟΣΔΕΠ», «με την ευγενική χορηγία εφημερίδων μεγάλης κυκλοφορίας, τηλεοπτικών σταθμών και όσων (...) οικονομικών συμφερόντων κρύβονται από πίσω». Εξήγηση; «Η γενιά του άρθρου 16, με συμπαραστάτη την Ομοσπονδία των Πανεπιστημιακών, με τους αγώνες της τα τελευταία πέντε χρόνια χάλασε πολλές “μπίζνες”». Οτι μαζί με το χάλασμα των μπίζνες συνέβαλαν στη διάλυση των ελληνικών πανεπιστημίων ο κ. Τσίπρας το αντιπαρέρχεται. Εκείνος οραματίζεται ένα ανοικτό μη ταξικό σχολείο και πανεπιστήμιο, όπου «οι ίδιοι οι φοιτητές θα δημιουργούν τους όρους της μελλοντικής τους εγγραφής στα τεχνολογικά ή πανεπιστημιακά τμήματα που επιθυμούν». Το τι κύρος θα έχουν τα πτυχία αυτού του πανεπιστημίου δεν εξετάζεται, όπως δεν εξετάζεται ο άκρως ταξικός κίνδυνος, αν απαξιωθούν κι άλλο, να απολέσει ο φτωχός Ελληνας τη δυνατότητα που είχε, έστω με κόπο και ιδρώτα, να αποφοιτήσει από μία υψηλού επιπέδου ιατρική ή πολυτεχνική σχολή.
Με την ανθολόγηση που προηγήθηκε αδικώ τον κ. Τσίπρα υπό την έννοια ότι διόλου δεν κατέχει την αποκλειστικότητα των εύκολων συνθημάτων στον ελληνικό πολιτικό κόσμο. Αν όμως είναι όμοιος με τους λοιπούς, δεν δικαιούται τίτλο ανανεωτή. Και κάτι ακόμη. Οσο κι αν οι πολιτικές υποσχέσεις μας κακομαθαίνουν να τα θέλουμε όλα, μέσα μας ξέρουμε ότι αυτό δεν γίνεται. Και την κρίσιμη ώρα αναζητούμε τον διαχειριστή του εφικτού. Ο αριστερός λαϊκισμός μπορεί, από αυτήν την άποψη, να στρέφει πολλούς προς τη συντήρηση.
Για τα μέτρα της Συνόδου του G20 ο κ. Τσίπρας φρονεί πως «οι κουκουλοφόροι του νεοφιλελευθερισμού βγήκαν πάλι στον δρόμο». Οσο για τα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως είπε την περασμένη εβδομάδα, διαβλέπει σε εξέλιξη προσπάθεια για «ανακατάληψη της ΠΟΣΔΕΠ», «με την ευγενική χορηγία εφημερίδων μεγάλης κυκλοφορίας, τηλεοπτικών σταθμών και όσων (...) οικονομικών συμφερόντων κρύβονται από πίσω». Εξήγηση; «Η γενιά του άρθρου 16, με συμπαραστάτη την Ομοσπονδία των Πανεπιστημιακών, με τους αγώνες της τα τελευταία πέντε χρόνια χάλασε πολλές “μπίζνες”». Οτι μαζί με το χάλασμα των μπίζνες συνέβαλαν στη διάλυση των ελληνικών πανεπιστημίων ο κ. Τσίπρας το αντιπαρέρχεται. Εκείνος οραματίζεται ένα ανοικτό μη ταξικό σχολείο και πανεπιστήμιο, όπου «οι ίδιοι οι φοιτητές θα δημιουργούν τους όρους της μελλοντικής τους εγγραφής στα τεχνολογικά ή πανεπιστημιακά τμήματα που επιθυμούν». Το τι κύρος θα έχουν τα πτυχία αυτού του πανεπιστημίου δεν εξετάζεται, όπως δεν εξετάζεται ο άκρως ταξικός κίνδυνος, αν απαξιωθούν κι άλλο, να απολέσει ο φτωχός Ελληνας τη δυνατότητα που είχε, έστω με κόπο και ιδρώτα, να αποφοιτήσει από μία υψηλού επιπέδου ιατρική ή πολυτεχνική σχολή.
Με την ανθολόγηση που προηγήθηκε αδικώ τον κ. Τσίπρα υπό την έννοια ότι διόλου δεν κατέχει την αποκλειστικότητα των εύκολων συνθημάτων στον ελληνικό πολιτικό κόσμο. Αν όμως είναι όμοιος με τους λοιπούς, δεν δικαιούται τίτλο ανανεωτή. Και κάτι ακόμη. Οσο κι αν οι πολιτικές υποσχέσεις μας κακομαθαίνουν να τα θέλουμε όλα, μέσα μας ξέρουμε ότι αυτό δεν γίνεται. Και την κρίσιμη ώρα αναζητούμε τον διαχειριστή του εφικτού. Ο αριστερός λαϊκισμός μπορεί, από αυτήν την άποψη, να στρέφει πολλούς προς τη συντήρηση.