Στην ελληνική αγορά εργασίας το πανεπιστημιακό πτυχίο οδηγεί στην ανεργία. Αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει η έρευνα του ΟΟΣΑ «Εducation at a Glance» για την εκπαίδευση και την εργασία στις χώρες-μέλη του, στην οποία η Ελλάδα εμφανίζεται να καταλαμβάνει την προτελευταία θέση (με τελευταίο το Μεξικό!) στην «εξαργύρωση» του πτυχίου στην αγορά εργασίας, αφού... παρουσιάζονται ίδια ποσοστά ανεργίας για τους αποφοίτους τόσο της δευτεροβάθμιας όσο και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ακόμη, η χώρα μας κατέχει και μια αρνητική πρωτιά, με το ποσοστό των νέων που αποφοιτούν από την τριτοβάθμια εκπαίδευση στην ώρα τους να είναι το χαμηλότερο της κατηγορίας, δηλαδή μόλις ένας στους πέντε!
Αντίθετα, όπως προκύπτει από τη συγκεκριμένη έρευνα, η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη υψηλότερη θέση σε ό,τι αφορά τα ποσοστά αποφοίτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, γεγονός που αποδεικνύει και την κοινωνική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Επίσης επιβεβαιώνονται οι κακοί μισθοί των ελλήνων εκπαιδευτικών και οι λιγοστές ώρες διδασκαλίας των ελληνικών σχολείων.
Πτυχίο ίσον ανεργία
Διόλου χαρούμενοι δεν πρέπει να αισθάνονται όσοι χαράσσουν την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, αφού, όπως δείχνει η έρευνα, στην Ελλάδα η απόκτηση ενός πανεπιστημιακού πτυχίου δεν μετουσιώνεται εύκολα σε επαγγελματική σταδιοδρομία. «Η εκπαίδευση γενικώς παρέχει ασφάλεια έναντι της ανεργίας, ειδικά στο πλαίσιο της οικονομικής ύφεσης. Σε όλες τις χώρες πλην της Ελλάδας και του Μεξικούοι ρυθμοί ανεργίας μεταξύ όσων δεν έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και όσων έχουν τελειώσει την τριτοβάθμια διαφέρουν πολύ» αναφέρεται στην έρευνα. «Η ανώτατη εκπαίδευση βελτιώνει εν γένει τις εργασιακές προοπτικές και διασφαλίζει ισχυρότερη πρόσδεση στην αγορά εργασίαςσε καιρούς οικονομικής δοκιμασίας» συμπληρώνεται παρακάτω. Στη συγκεκριμένη κατηγορία η χώρα μας βρίσκεται προτελευταία, με τελευταίο το Μεξικό, επιβεβαιώνοντας τον επαγγελματικό κορεσμό των περισσότερων εκπαιδευτικών πεδίων. Και όλα αυτά όταν κατά μέσον όρο στον ΟΟΣΑ μεταξύ πτυχιούχων και μη υπάρχει μια απόκλιση της τάξεως του 4% υπέρ των πρώτων.
Πόσοι σπουδάζουν στο πανεπιστήμιο
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, στη χώρα μας περισσότεροι από το 25% των νέων ηλικίας 20-29 ετών σπουδάζουν σε κάποιο τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα (ΑΕΙ ή ΤΕΙ). Μάλιστα η Ελλάδα ξεπερνά ελαφρώς τον μέσο όρο τόσο του ΟΟΣΑ όσο και της ΕΕ των «19». Πρώτη στη λίστα είναι η «συνήθης ύποπτος», δηλαδή η Φινλανδία (με το θεωρούμενο ως καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα του κόσμου), και τελευταία το Λουξεμβούργο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος δείκτης στην Ελλάδα βρισκόταν στο 13% το 1995, ενώ το 2000 έφτανε το 20%. Δηλαδή, μέσα σε 12 χρόνια η χώρα μας σχεδόν διπλασίασε τον αριθμό των φοιτητών.
Πόσοι τελειώνουν το πανεπιστήμιο στην ώρα τους
Η Ελλάδα έχει τη χειρότερη θέση στη συγκεκριμένη κατηγορία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, λιγότεροι από το 20% των νέων αποφοιτούν στην ώρα τους, δίχως να διευκρινίζεται ωστόσο αν πρόκειται για παιδιά που είναι στο πανεπιστήμιο και απλώς χάνουν ακαδημαϊκά έτη ή αν εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Στην έρευνα σημειώνεται ότι, παρ΄ όλο που η «έξοδος» από τις σπουδές «δεν είναι απαραιτήτως ένας δείκτης αποτυχίας της εκπαιδευτικής προοπτικής ενός σπουδαστή, ο υψηλός βαθμός διαρροής ενδέχεται να υποδεικνύει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν συνάδει με τις ανάγκες των φοιτητών». Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι διπλάσιος από τον ελληνικό, ήτοι σχεδόν 40%.
Οι ώρες διδασκαλίας
Η χώρα μας καταλαμβάνει την τρίτη θέση από το τέλος (πριν από την Ουγγαρία και την Κορέα) στις ώρες διδασκαλίας κατ΄ έτος στο γυμνάσιο. Συγκεκριμένα η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει κάτι περισσότερο από 550 ώρες ανά έτος, όταν οι πρώτες ΗΠΑ έχουν σχεδόν τις διπλάσιες προσεγγίζοντας τις 1.100. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ, ωστόσο, είναι 709 ώρες κατ΄ έτος. Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα όμως αποτελούν και ένα μικρό παζλ καθώς εμπλέκονται διαφορετικές νομοθεσίες και φυσικά... το ελληνικό καλοκαίρι.
Πόσο πληρώνονται οι εκπαιδευτικοί
Σε μια μέτρηση διόλου άσχετη με τις ώρες διδασκαλίας ανά χώρα και τα όποια δομικά προβλήματα οι έλληνες καθηγητές γυμνασίου εμφανίζονται στην ένατη θέση από το τέλος σε ό,τι αφορά τις ετήσιες απολαβές τους. Συγκεκριμένα ένας καθηγητής στη χώρα μας με τουλάχιστον 15 χρόνια προϋπηρεσίας λαμβάνει κάτι περισσότερο από 30.000 δολάρια κατ΄ έτος, όταν ο λουξεμβουργιανός συνάδελφός του προσεγγίζει τα τριπλάσια, δηλαδή τα 90.000 δολάρια. Ωστόσο, οι συγκεκριμένοι μισθοί κινούνται στον μέσο όρο του ελληνικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ, κάνοντας προφανώς τους έλληνες εκπαιδευτικούς να ζηλεύουν τους κορεάτες συναδέλφους τους, οι οποίοι ξεπερνούν κατά δύο φορές τον μέσο μισθό της χώρας τους.
Και τα...ταλέντα μας
«Η ταχέως διογκούμενη ανάγκη για υψηλά καταρτισμένους εργαζομένους έχει οδηγήσει σε έναν παγκόσμιο ανταγωνισμό ταλέντου. Οι υψηλού επιπέδου ικανότητες είναι σημαντικές για τη δημιουργία νέας γνώσης, τεχνολογίας και καινοτομίας καιως εκ τούτουκαθοριστικός παράγων για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη» σημειώνεται στην έρευνα. Σύμφωνα με τις επιδόσεις των μαθητών των χωρών-μελών του διεθνούς οργανισμού στον γνωστό διαγωνισμό ΡΙSΑ 2006, οι έλληνες 15χρονοι επίδοξοι επιστήμονες παίρνουν κάτω από τη βάση του ΟΟΣΑ. Συγκεκριμένα, με βάση το 500, η Ελλάδα «κόβεται», αφού έχει 473 βαθμούς, με πρώτη τη Φινλανδία, που επιτυγχάνει 563.
Ωστόσο, στην ανάλυση των συγκεκριμένων στοιχείων προκύπτουν μάλλον ανησυχητικά στοιχεία. Κατά τον δείκτη ΕSCS της ΡΙSΑ, που μετρά την «οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση» των μαθητών, το 80% των ελληνόπουλων που τα πήγαν καλά στον συγκεκριμένο διαγωνισμό προέρχεται «από ένα κοινωνικοοικονομικό πλαίσιοτο οποίο είναι ανώτερο από τον μέσο όρο της χώρας». Κοινώς η έρευνα συμπεραίνει ότι όσο πιο ψηλά στην κοινωνικοοικονομική πυραμίδα βρίσκεται το περιβάλλον του παιδιού τόσο πιο πιθανόν είναι ο μαθητής να επιτυγχάνει σε ιδιαίτερες συνθήκες.
Πρόοδος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
«Τα τελευταία 12 χρόνιατο ποσοστό των μαθητών που ολοκληρώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει αυξηθεί κατά επτά ποσοστιαίες μονάδεςκατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ που διαθέτουν συγκρίσιμα στοιχεία. Στα 22 από τα 25 κράτη του ΟΟΣΑ και σε όλες τις συνεργαζόμενες χώρες με συγκρίσιμα στοιχείαοι ρυθμοί αποφοίτησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ξεπερνούν το 70%» επισημαίνεται στην έρευνα του ΟΟΣΑ «Εducation at a Glance» για την εκπαίδευση και την εργασία στις χώρες-μέλη του. Η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση (πίσω από την πρώτη Γερμανία και τη Φινλανδία) στο ποσοστό των μαθητών που σπουδάζουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και παίρνουν απολυτήριο φθάνοντας το 95%. Μάλιστα από το 1995 ως το 2007 (έτος του οποίου τα στοιχεία επικαλείται ο ΟΟΣΑ) η χώρα μας έχει ανεβεί σχεδόν κατά 15% αποδεικνύοντας τη σημαντική κοινωνική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τις τελευταίες δεκαετίες(πηγή το βήμα)
Αντίθετα, όπως προκύπτει από τη συγκεκριμένη έρευνα, η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη υψηλότερη θέση σε ό,τι αφορά τα ποσοστά αποφοίτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, γεγονός που αποδεικνύει και την κοινωνική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Επίσης επιβεβαιώνονται οι κακοί μισθοί των ελλήνων εκπαιδευτικών και οι λιγοστές ώρες διδασκαλίας των ελληνικών σχολείων.
Πτυχίο ίσον ανεργία
Διόλου χαρούμενοι δεν πρέπει να αισθάνονται όσοι χαράσσουν την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, αφού, όπως δείχνει η έρευνα, στην Ελλάδα η απόκτηση ενός πανεπιστημιακού πτυχίου δεν μετουσιώνεται εύκολα σε επαγγελματική σταδιοδρομία. «Η εκπαίδευση γενικώς παρέχει ασφάλεια έναντι της ανεργίας, ειδικά στο πλαίσιο της οικονομικής ύφεσης. Σε όλες τις χώρες πλην της Ελλάδας και του Μεξικούοι ρυθμοί ανεργίας μεταξύ όσων δεν έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και όσων έχουν τελειώσει την τριτοβάθμια διαφέρουν πολύ» αναφέρεται στην έρευνα. «Η ανώτατη εκπαίδευση βελτιώνει εν γένει τις εργασιακές προοπτικές και διασφαλίζει ισχυρότερη πρόσδεση στην αγορά εργασίαςσε καιρούς οικονομικής δοκιμασίας» συμπληρώνεται παρακάτω. Στη συγκεκριμένη κατηγορία η χώρα μας βρίσκεται προτελευταία, με τελευταίο το Μεξικό, επιβεβαιώνοντας τον επαγγελματικό κορεσμό των περισσότερων εκπαιδευτικών πεδίων. Και όλα αυτά όταν κατά μέσον όρο στον ΟΟΣΑ μεταξύ πτυχιούχων και μη υπάρχει μια απόκλιση της τάξεως του 4% υπέρ των πρώτων.
Πόσοι σπουδάζουν στο πανεπιστήμιο
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, στη χώρα μας περισσότεροι από το 25% των νέων ηλικίας 20-29 ετών σπουδάζουν σε κάποιο τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα (ΑΕΙ ή ΤΕΙ). Μάλιστα η Ελλάδα ξεπερνά ελαφρώς τον μέσο όρο τόσο του ΟΟΣΑ όσο και της ΕΕ των «19». Πρώτη στη λίστα είναι η «συνήθης ύποπτος», δηλαδή η Φινλανδία (με το θεωρούμενο ως καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα του κόσμου), και τελευταία το Λουξεμβούργο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος δείκτης στην Ελλάδα βρισκόταν στο 13% το 1995, ενώ το 2000 έφτανε το 20%. Δηλαδή, μέσα σε 12 χρόνια η χώρα μας σχεδόν διπλασίασε τον αριθμό των φοιτητών.
Πόσοι τελειώνουν το πανεπιστήμιο στην ώρα τους
Η Ελλάδα έχει τη χειρότερη θέση στη συγκεκριμένη κατηγορία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, λιγότεροι από το 20% των νέων αποφοιτούν στην ώρα τους, δίχως να διευκρινίζεται ωστόσο αν πρόκειται για παιδιά που είναι στο πανεπιστήμιο και απλώς χάνουν ακαδημαϊκά έτη ή αν εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Στην έρευνα σημειώνεται ότι, παρ΄ όλο που η «έξοδος» από τις σπουδές «δεν είναι απαραιτήτως ένας δείκτης αποτυχίας της εκπαιδευτικής προοπτικής ενός σπουδαστή, ο υψηλός βαθμός διαρροής ενδέχεται να υποδεικνύει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν συνάδει με τις ανάγκες των φοιτητών». Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι διπλάσιος από τον ελληνικό, ήτοι σχεδόν 40%.
Οι ώρες διδασκαλίας
Η χώρα μας καταλαμβάνει την τρίτη θέση από το τέλος (πριν από την Ουγγαρία και την Κορέα) στις ώρες διδασκαλίας κατ΄ έτος στο γυμνάσιο. Συγκεκριμένα η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει κάτι περισσότερο από 550 ώρες ανά έτος, όταν οι πρώτες ΗΠΑ έχουν σχεδόν τις διπλάσιες προσεγγίζοντας τις 1.100. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ, ωστόσο, είναι 709 ώρες κατ΄ έτος. Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα όμως αποτελούν και ένα μικρό παζλ καθώς εμπλέκονται διαφορετικές νομοθεσίες και φυσικά... το ελληνικό καλοκαίρι.
Πόσο πληρώνονται οι εκπαιδευτικοί
Σε μια μέτρηση διόλου άσχετη με τις ώρες διδασκαλίας ανά χώρα και τα όποια δομικά προβλήματα οι έλληνες καθηγητές γυμνασίου εμφανίζονται στην ένατη θέση από το τέλος σε ό,τι αφορά τις ετήσιες απολαβές τους. Συγκεκριμένα ένας καθηγητής στη χώρα μας με τουλάχιστον 15 χρόνια προϋπηρεσίας λαμβάνει κάτι περισσότερο από 30.000 δολάρια κατ΄ έτος, όταν ο λουξεμβουργιανός συνάδελφός του προσεγγίζει τα τριπλάσια, δηλαδή τα 90.000 δολάρια. Ωστόσο, οι συγκεκριμένοι μισθοί κινούνται στον μέσο όρο του ελληνικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ, κάνοντας προφανώς τους έλληνες εκπαιδευτικούς να ζηλεύουν τους κορεάτες συναδέλφους τους, οι οποίοι ξεπερνούν κατά δύο φορές τον μέσο μισθό της χώρας τους.
Και τα...ταλέντα μας
«Η ταχέως διογκούμενη ανάγκη για υψηλά καταρτισμένους εργαζομένους έχει οδηγήσει σε έναν παγκόσμιο ανταγωνισμό ταλέντου. Οι υψηλού επιπέδου ικανότητες είναι σημαντικές για τη δημιουργία νέας γνώσης, τεχνολογίας και καινοτομίας καιως εκ τούτουκαθοριστικός παράγων για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη» σημειώνεται στην έρευνα. Σύμφωνα με τις επιδόσεις των μαθητών των χωρών-μελών του διεθνούς οργανισμού στον γνωστό διαγωνισμό ΡΙSΑ 2006, οι έλληνες 15χρονοι επίδοξοι επιστήμονες παίρνουν κάτω από τη βάση του ΟΟΣΑ. Συγκεκριμένα, με βάση το 500, η Ελλάδα «κόβεται», αφού έχει 473 βαθμούς, με πρώτη τη Φινλανδία, που επιτυγχάνει 563.
Ωστόσο, στην ανάλυση των συγκεκριμένων στοιχείων προκύπτουν μάλλον ανησυχητικά στοιχεία. Κατά τον δείκτη ΕSCS της ΡΙSΑ, που μετρά την «οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση» των μαθητών, το 80% των ελληνόπουλων που τα πήγαν καλά στον συγκεκριμένο διαγωνισμό προέρχεται «από ένα κοινωνικοοικονομικό πλαίσιοτο οποίο είναι ανώτερο από τον μέσο όρο της χώρας». Κοινώς η έρευνα συμπεραίνει ότι όσο πιο ψηλά στην κοινωνικοοικονομική πυραμίδα βρίσκεται το περιβάλλον του παιδιού τόσο πιο πιθανόν είναι ο μαθητής να επιτυγχάνει σε ιδιαίτερες συνθήκες.
Πρόοδος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
«Τα τελευταία 12 χρόνιατο ποσοστό των μαθητών που ολοκληρώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει αυξηθεί κατά επτά ποσοστιαίες μονάδεςκατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ που διαθέτουν συγκρίσιμα στοιχεία. Στα 22 από τα 25 κράτη του ΟΟΣΑ και σε όλες τις συνεργαζόμενες χώρες με συγκρίσιμα στοιχείαοι ρυθμοί αποφοίτησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ξεπερνούν το 70%» επισημαίνεται στην έρευνα του ΟΟΣΑ «Εducation at a Glance» για την εκπαίδευση και την εργασία στις χώρες-μέλη του. Η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση (πίσω από την πρώτη Γερμανία και τη Φινλανδία) στο ποσοστό των μαθητών που σπουδάζουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και παίρνουν απολυτήριο φθάνοντας το 95%. Μάλιστα από το 1995 ως το 2007 (έτος του οποίου τα στοιχεία επικαλείται ο ΟΟΣΑ) η χώρα μας έχει ανεβεί σχεδόν κατά 15% αποδεικνύοντας τη σημαντική κοινωνική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τις τελευταίες δεκαετίες(πηγή το βήμα)