Η σκληρή γλώσσα που χρησιμοποιεί ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργος Προβόπουλος, στην ενδιάμεση έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, περιγράφει εναργέστατα τις καταστροφικές στρεβλώσεις του φορολογικού μας συστήματος, το οποίο στην ουσία του συνοψίζει όλα τα δημοσιονομικά μας προβλήματα.
Μάλιστα σε ορισμένα σημεία της η έκθεση προχωράει και σε βαθιές κοινωνιολογικές παρατηρήσεις για το θέμα αυτό, όπως στο σημείο που καταδικάζει την... προβολή του προτύπου του «εύκολου κέρδους». Εκεί όμως που ο κ. Προβόπουλος δεν φείδεται επιθέτων, είναι όταν αναφέρεται στις καταστροφικές συνέπειες της φοροδιαφυγής, οι αρνητικές επιπτώσεις της οποίας επιτείνονται με τις έκτακτες εισφορές, όταν αυτές επιβάλλονται σε όσους φορολογούμενους ήταν συνεπείς και είχαν δηλώσει φορολογητέα ύλη.
Στην ουσία η αποκατάσταση της δικαιοσύνης, της διαφάνειας και η πάταξη της φοροδιαφυγής που εκτρέφει το φορολογικό μας σύστημα, αποτελεί την καρδιά του συνολικού προβλήματος της ελληνικής οικονομίας. Αφενός μεν στερεί το δημόσιο από έσοδα που έχει απόλυτη ανάγκη. Και στο μέτωπο αυτό δεν χρειάζεται να επεκταθούμε. Όλα τα τρέχοντα προβλήματα ξεκινούν και καταλήγουν στο έλλειμμα και τον συνακόλουθο κακοήθη κρατικό δανεισμό.
Αφετέρου δε, οι αδικίες που εκτρέφουν τα τεράστια κενά του φορολογικού μας συστήματος, καθιστούν τη φοροδιαφυγή διαλυτικό παράγοντα και του ιδιωτικού τομέα. Ο λόγος είναι πως τελικά, δεν επιβραβεύεται η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα, αλλά η «συναλλαγή» και η παρανομία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο διοικητής της ΤτΕ σχολιάζει επιθετικά τα πρότυπα του «εύκολου κέρδους», που εκτρέφουν οι σημερινές συνθήκες.
Με λίγα λόγια αν δεν υπάρξει γενική ανατροπή, με αποκατάσταση διαφάνειας, απλότητας, δικαιοσύνης και αντικειμενικότητας στο φορολογικό σύστημα, η χώρα δεν πρόκειται να ορθοποδήσει. Και αυτό δεν είναι ένα σχόλιο, που από τις πολλές επαναλήψεις κινδυνεύει να καταστεί «γραφικό», αλλά η εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη, για τον εκσυγχρονισμό και το πέρασμα της ελληνικής οικονομίας στον 21ο αιώνα.
Αν και αυτή η κυβέρνηση χάσει την ευκαιρία να πατάξει αντικειμενικά τη φοροδιαφυγή, η χώρα μας θα συνεχίσει να παραπαίει μεταξύ πρώτου και τρίτου κόσμου.
Μάλιστα σε ορισμένα σημεία της η έκθεση προχωράει και σε βαθιές κοινωνιολογικές παρατηρήσεις για το θέμα αυτό, όπως στο σημείο που καταδικάζει την... προβολή του προτύπου του «εύκολου κέρδους». Εκεί όμως που ο κ. Προβόπουλος δεν φείδεται επιθέτων, είναι όταν αναφέρεται στις καταστροφικές συνέπειες της φοροδιαφυγής, οι αρνητικές επιπτώσεις της οποίας επιτείνονται με τις έκτακτες εισφορές, όταν αυτές επιβάλλονται σε όσους φορολογούμενους ήταν συνεπείς και είχαν δηλώσει φορολογητέα ύλη.
Στην ουσία η αποκατάσταση της δικαιοσύνης, της διαφάνειας και η πάταξη της φοροδιαφυγής που εκτρέφει το φορολογικό μας σύστημα, αποτελεί την καρδιά του συνολικού προβλήματος της ελληνικής οικονομίας. Αφενός μεν στερεί το δημόσιο από έσοδα που έχει απόλυτη ανάγκη. Και στο μέτωπο αυτό δεν χρειάζεται να επεκταθούμε. Όλα τα τρέχοντα προβλήματα ξεκινούν και καταλήγουν στο έλλειμμα και τον συνακόλουθο κακοήθη κρατικό δανεισμό.
Αφετέρου δε, οι αδικίες που εκτρέφουν τα τεράστια κενά του φορολογικού μας συστήματος, καθιστούν τη φοροδιαφυγή διαλυτικό παράγοντα και του ιδιωτικού τομέα. Ο λόγος είναι πως τελικά, δεν επιβραβεύεται η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα, αλλά η «συναλλαγή» και η παρανομία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο διοικητής της ΤτΕ σχολιάζει επιθετικά τα πρότυπα του «εύκολου κέρδους», που εκτρέφουν οι σημερινές συνθήκες.
Με λίγα λόγια αν δεν υπάρξει γενική ανατροπή, με αποκατάσταση διαφάνειας, απλότητας, δικαιοσύνης και αντικειμενικότητας στο φορολογικό σύστημα, η χώρα δεν πρόκειται να ορθοποδήσει. Και αυτό δεν είναι ένα σχόλιο, που από τις πολλές επαναλήψεις κινδυνεύει να καταστεί «γραφικό», αλλά η εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη, για τον εκσυγχρονισμό και το πέρασμα της ελληνικής οικονομίας στον 21ο αιώνα.
Αν και αυτή η κυβέρνηση χάσει την ευκαιρία να πατάξει αντικειμενικά τη φοροδιαφυγή, η χώρα μας θα συνεχίσει να παραπαίει μεταξύ πρώτου και τρίτου κόσμου.