Αντί να επιτίθενται στην υπόλοιπη κοινωνία, χρήσιμο θα ήταν να συζητήσουν, έστω καθυστερημένα, τι αγροτική οικονομία θέλουν - αν θέλουν.
Τα περί «εγγυημένων τιμών» είναι φενάκη.."
.
Άρθρο του κ.Κ.Καλλίτση,
ανδημοσιεύεται από την εφημερίδα"Καθημερινή":
.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) τη 10ετία του 1980 έδινε υψηλές τιμές στον αγρότη υψώνοντας τα δασμολογικά τείχη της (τότε) ΕΟΚ και παρέχοντας ισχυρές εξαγωγικές επιδοτήσεις.
Αρχισε να αλλάζει το 1988, όταν έγινε η πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση, με την εισαγωγή των ««σταθεροποιητών». Με αυτούς, μειωνόταν η επιδότηση της αγροτικής παραγωγής των ευρωπαϊκών κρατών όταν αυτή η παραγωγή υπερέβαινε ένα καθορισμένο ύψος.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή έγινε το... 1992, όταν για λίγα προϊόντα όπως το στάρι η επιδότηση αποδεσμεύτηκε από την παραγωγή και συνδέθηκε με το χωράφι. Μετά το 2003 αυτή η πρακτική γενικεύτηκε για όλα τα αγροτικά προϊόντα. Ετσι, από το 2004, σχεδόν το σύνολο των αγροτικών επιδοτήσεων είναι αποσυνδεμένες από την παραγωγή και στηρίζουν το αγροτικό εισόδημα - δίνονται με βάση το χωράφι, είτε παράγεις είτε δεν παράγεις. Επιδίωξη είναι, μετά το 2013, όταν θα μειωθούν δραστικά οι επιδοτήσεις, να παράγονται ανταγωνιστικά αγροτικά προϊόντα, ώστε όσοι δεν καταφέρουν να γίνουν ανταγωνιστικοί να υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τη δραστηριότητα.
Το 2004, όταν οι αγροτικές οικονομίες των ευρωπαϊκών κρατών έμπαιναν στην τελική φάση του αγώνα που θα έκρινε τον μετασχηματισμό και την επιβίωσή τους, στην Ελλάδα ο πολιτικός λόγος παρέμενε εκτοπισμένος από τα καθησυχαστικά παραμύθια πολιτευτών: Οποιος είναι «μάγκας» στις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες θα παίρνει τα λεφτά από τους «κουτόφραγκους» και θα τα μοιράζει απλόχερα στους Ελληνες αγρότες - αυτά ήταν τα παραμύθια. Οι αγρότες δεν είχαν παρά να ψηφίσουν τον «μάγκα» και να κοιμηθούν ήσυχοι...
Κάπως έτσι, το 2004 ο τότε ηγέτης της Ν. Δ. έταζε κέρδη χωρίς κόπο στους αγρότες, λέγοντας ότι ως πρωθυπουργός θα μετείχε στα συμβούλια υπουργών Γεωργίας και με σκληρή διαπραγμάτευση θα αποσπούσε λεφτά και θα τους τα μοίραζε. Δεν πήγε, βέβαια, ποτέ. Και όχι μόνον. Επί των ημερών του, το Εθνικό Συμβούλιο Αγροτικής Πολιτικής συνεδρίασε μόνο μία φορά - για τα μάτια της ΤV. To ψηφιακό μητρώο (η καθυστέρηση του οποίου είναι η αιτία που ακόμη δεν έχουν καταβληθεί το 30% των επιδοτήσεων στους αγρότες…) θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί το 2008, αλλά η κατάρτισή του ξεκίνησε μόλις τον Μάιο του 2009. Η διανομή των επιδοτήσεων γινόταν με αυθαίρετο τρόπο, ώστε επί έξι χρόνια, κάθε χρόνο, τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα αρνούνται να αναλάβουν την ευθύνη να επικυρώσουν τη διαχείρισή τους. Και πριν από δώδεκα μήνες (ενόψει σχεδιαζόμενων για τις 8 Μαρτίου 2009 εκλογών…) μοιράστηκαν στα «αφεντικά του κάμπου» περίπου 500 εκατ. ευρώ, το οποία τώρα πρέπει να επιστραφούν, άλλως σχεδιάζεται να μας επιβληθεί πρόστιμο 135 εκατ. ευρώ - και για τα οποία δείχνει «περήφανη» και η νυν ηγεσία της Ν. Δ…
Ηταν η άσχημη «ουρά» μιας μακραίωνης κακής ιστορίας. Στα πρώτα 150 χρόνια της ζωής του ελληνικού κράτους, η αγροτική οικονομία ήταν «κλειδωμένη» στο σύστημα της πατρονίας, με κυρίαρχο μοντέλο την αυτάρκεια, δασμοβίωτη και αφορολόγητη. Με την είσοδο στην ΕΟΚ, πολλοί αγρότες εθίστηκαν στη διαφθορά να παράγουν όχι για τον καταναλωτή αλλά για τις χωματερές και να εισπράττουν τα «θαφτικά» - τις επιδοτήσεις. Επί 10ετίες εθίστηκαν να εισπράττουν (μικρή) σύνταξη χωρίς να πληρώνουν εισφορές και να παίρνουν δάνεια με τη βεβαιότητα ότι δεν θα τα πληρώσουν, θα τους χαριστούν. Και σήμερα στον λογαριασμό του αγρότη μπαίνουν λεφτά, και θα μπαίνουν μέχρι το 2013, επειδή είναι αγρότης - είτε παράγει είτε όχι. Το 2008 η αξία της αγροτικής παραγωγής ήταν 9,5 δισ. ευρώ, ενώ το σύνολο ενισχύσεων και αποζημιώσεων προς τους αγρότες υπολογίζεται σε 8,5 δισ. Φόρο εισοδήματος πληρώνουν ελάχιστοι μεγαλοαγρότες, γιατί το αγροτικό εισόδημα υπολογίζεται... τεκμαρτά.
Στον τόπο μας, εν ολίγοις, αν κάποιοι διαθέτουν κοινωνική προστασία, αυτοί είναι οι αγρότες. Αντί να επιτίθενται στην υπόλοιπη κοινωνία, χρήσιμο θα ήταν να συζητήσουν, έστω καθυστερημένα, τι αγροτική οικονομία θέλουν - αν θέλουν. Τα περί «εγγυημένων τιμών» είναι φενάκη. Επιβάλλεται, όμως, να εφαρμοστούν πολιτικές που θα τους βοηθήσουν να αναλάβουν τα ρίσκα τους ώστε να γίνουν ανταγωνιστικοί. Μεταξύ άλλων, με ένα δίκτυο ενημέρωσής τους (όπως γίνεται σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες), με σύγχρονες δομές επιμόρφωσής τους (αντί να μεταφέρεται μόνο περιορισμένη γνώση από πατέρα σε γιο), με τη θέσπιση σαφών, αυστηρών κανόνων στις αγορές των τροφίμων (στις οποίες «αλωνίζουν» οι κερδοσκόποι). Λοιπόν, όσο νωρίτερα σταματήσει ο «τσαμπουκάς» προς την κοινωνία τόσο το καλύτερο.
Το 2004, όταν οι αγροτικές οικονομίες των ευρωπαϊκών κρατών έμπαιναν στην τελική φάση του αγώνα που θα έκρινε τον μετασχηματισμό και την επιβίωσή τους, στην Ελλάδα ο πολιτικός λόγος παρέμενε εκτοπισμένος από τα καθησυχαστικά παραμύθια πολιτευτών: Οποιος είναι «μάγκας» στις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες θα παίρνει τα λεφτά από τους «κουτόφραγκους» και θα τα μοιράζει απλόχερα στους Ελληνες αγρότες - αυτά ήταν τα παραμύθια. Οι αγρότες δεν είχαν παρά να ψηφίσουν τον «μάγκα» και να κοιμηθούν ήσυχοι...
Κάπως έτσι, το 2004 ο τότε ηγέτης της Ν. Δ. έταζε κέρδη χωρίς κόπο στους αγρότες, λέγοντας ότι ως πρωθυπουργός θα μετείχε στα συμβούλια υπουργών Γεωργίας και με σκληρή διαπραγμάτευση θα αποσπούσε λεφτά και θα τους τα μοίραζε. Δεν πήγε, βέβαια, ποτέ. Και όχι μόνον. Επί των ημερών του, το Εθνικό Συμβούλιο Αγροτικής Πολιτικής συνεδρίασε μόνο μία φορά - για τα μάτια της ΤV. To ψηφιακό μητρώο (η καθυστέρηση του οποίου είναι η αιτία που ακόμη δεν έχουν καταβληθεί το 30% των επιδοτήσεων στους αγρότες…) θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί το 2008, αλλά η κατάρτισή του ξεκίνησε μόλις τον Μάιο του 2009. Η διανομή των επιδοτήσεων γινόταν με αυθαίρετο τρόπο, ώστε επί έξι χρόνια, κάθε χρόνο, τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα αρνούνται να αναλάβουν την ευθύνη να επικυρώσουν τη διαχείρισή τους. Και πριν από δώδεκα μήνες (ενόψει σχεδιαζόμενων για τις 8 Μαρτίου 2009 εκλογών…) μοιράστηκαν στα «αφεντικά του κάμπου» περίπου 500 εκατ. ευρώ, το οποία τώρα πρέπει να επιστραφούν, άλλως σχεδιάζεται να μας επιβληθεί πρόστιμο 135 εκατ. ευρώ - και για τα οποία δείχνει «περήφανη» και η νυν ηγεσία της Ν. Δ…
Ηταν η άσχημη «ουρά» μιας μακραίωνης κακής ιστορίας. Στα πρώτα 150 χρόνια της ζωής του ελληνικού κράτους, η αγροτική οικονομία ήταν «κλειδωμένη» στο σύστημα της πατρονίας, με κυρίαρχο μοντέλο την αυτάρκεια, δασμοβίωτη και αφορολόγητη. Με την είσοδο στην ΕΟΚ, πολλοί αγρότες εθίστηκαν στη διαφθορά να παράγουν όχι για τον καταναλωτή αλλά για τις χωματερές και να εισπράττουν τα «θαφτικά» - τις επιδοτήσεις. Επί 10ετίες εθίστηκαν να εισπράττουν (μικρή) σύνταξη χωρίς να πληρώνουν εισφορές και να παίρνουν δάνεια με τη βεβαιότητα ότι δεν θα τα πληρώσουν, θα τους χαριστούν. Και σήμερα στον λογαριασμό του αγρότη μπαίνουν λεφτά, και θα μπαίνουν μέχρι το 2013, επειδή είναι αγρότης - είτε παράγει είτε όχι. Το 2008 η αξία της αγροτικής παραγωγής ήταν 9,5 δισ. ευρώ, ενώ το σύνολο ενισχύσεων και αποζημιώσεων προς τους αγρότες υπολογίζεται σε 8,5 δισ. Φόρο εισοδήματος πληρώνουν ελάχιστοι μεγαλοαγρότες, γιατί το αγροτικό εισόδημα υπολογίζεται... τεκμαρτά.
Στον τόπο μας, εν ολίγοις, αν κάποιοι διαθέτουν κοινωνική προστασία, αυτοί είναι οι αγρότες. Αντί να επιτίθενται στην υπόλοιπη κοινωνία, χρήσιμο θα ήταν να συζητήσουν, έστω καθυστερημένα, τι αγροτική οικονομία θέλουν - αν θέλουν. Τα περί «εγγυημένων τιμών» είναι φενάκη. Επιβάλλεται, όμως, να εφαρμοστούν πολιτικές που θα τους βοηθήσουν να αναλάβουν τα ρίσκα τους ώστε να γίνουν ανταγωνιστικοί. Μεταξύ άλλων, με ένα δίκτυο ενημέρωσής τους (όπως γίνεται σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες), με σύγχρονες δομές επιμόρφωσής τους (αντί να μεταφέρεται μόνο περιορισμένη γνώση από πατέρα σε γιο), με τη θέσπιση σαφών, αυστηρών κανόνων στις αγορές των τροφίμων (στις οποίες «αλωνίζουν» οι κερδοσκόποι). Λοιπόν, όσο νωρίτερα σταματήσει ο «τσαμπουκάς» προς την κοινωνία τόσο το καλύτερο.