- Δείτε παρακάτω αναλυτικά ολόκληρο το νομοσχέδιο.
- Τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκε ανάλογα με τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα.
-Το ποσό του κυρίου φόρου και του προστίμου που εκκρεμεί στα δικαστήρια, ανάλογα με το περιεχόμενο της τυχόν πρωτοβάθμιας απόφασης και
- Το ποσό του κυρίου φόρου ή προστίμου που έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο.
Η διαδικασία κατάργησης των εκκρεμοτήτων θα διενεργηθεί μέσω της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων για τον μεγαλύτερο όγκο των υποθέσεων, με αποστολή προς τους ενδιαφερομένους εκκαθαριστικού σημειώματος.
Η εξόφληση του σημειώματος θα επιφέρει εκ του νόμου οριστική και αμετάκλητη επίλυση της διαφοράς και θα καταργεί τον έλεγχο, τη Δίκη και τα τυχόν ληφθέντα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.
Η Κυβέρνηση στους έντεκα μήνες διακυβέρνησης της χώρας έχει αποδείξει την αμετακίνητη βούλησή της για ένα δικαιότερο και αναλογικότερο φορολογικό σύστημα με διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Ήδη έχει θεσπιστεί νέο θεσμικό πλαίσιο που αλλάζει ριζικά το πλαίσιο φορολόγησης και ενισχύει τις δυνατότητες του φορολογικού μηχανισμού να εντοπίζει και να ελέγχει τη φορολογητέα ύλη. Ειδικά:
- Το ΣΔΟΕ επανασυστήθηκε και ενισχύθηκε με δυνατότητες απευθείας επιβολής φορολογικών ποινών
- Καθιερώθηκαν οι έλεγχοι στη βάση διασταυρώσεων με βάση κριτήρια κινδύνου από τη ΓΓΠΣ
- Η ΓΓΠΣ αποκτά πρόσβαση σε κάθε βάση οικονομικών δεδομένων του Δημοσίου ώστε να υπάρχει δυνατότητα συγκέντρωσης και διασταύρωσης κάθε πληροφορίας με οικονομικό ενδιαφέρον.
- Καθιερώθηκαν τεκμήρια προσδιορισμού εισοδήματος, ώστε να μπορεί με βάση τα μέσα διαβίωσης να προσεγγίζεται το ελάχιστο δυνατό εισόδημα όλων των φορολογούμενων
- Πολλαπλασιάζονται και αξιοποιούνται τα δεδομένα - τραπεζικά και φορολογικά - από το εξωτερικό, στο πλαίσιο διεθνών συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας
- Από 1/1/2011 όλα τα τιμολόγια άνω των 3.000 ευρώ θα υποβάλλονται μόνο ηλεκτρονικά
- Από 1/1/2011 όλες οι πληρωμές άνω των 1.500 ευρώ θα πραγματοποιούνται μόνο μέσω τραπεζικής συναλλαγής (πιστωτική ή χρεωστική κάρτα, τραπεζική κατάθεση ή επιταγή)
- Όλες οι επαγγελματικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της μισθοδοσίας, θα γίνονται μόνο μέσω του τραπεζικού συστήματος
Οι αλλαγές αυτές στη φορολογία ακολουθούνται τον Οκτώβριο από ένα δεύτερο μεγάλο βήμα θεσμικών παρεμβάσεων, που χτυπά τη φοροδιαφυγή αλλάζοντας τη διαδικασία εκδίκασης των φορολογικών και τελωνειακών διαφορών από τα Διοικητικά Δικαστήρια και αναδιοργανώνει εκ βάθρων τη φορολογική διοίκηση.
Προχωράμε σε τέσσερις μείζονες θεσμικές αλλαγές στη διαδικασία εκδίκασης των φορολογικών και τελωνειακών διαφορών από τα Διοικητικά Δικαστήρια. Οι αλλαγές θα ενταχθούν στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την Τροποποίηση του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας:
- Η προσωρινή διαταγή που χορηγείται από το δικαστή στις φορολογικές και τελωνειακές δίκες οριοθετείται χρονικά. Αν ο δικαστής χορηγήσει προσωρινή διαταγή, αυτή θα έχει ισχύ για τριάντα (30) ημέρες. Μέσα σε αυτό το διάστημα θα πρέπει να συζητηθεί η αίτηση αναστολής διαφορετικά η προσωρινή διαταγή παύει να ισχύει. Αν συζητηθεί μέσα στις 30 ημέρες η αίτηση αναστολής, η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να εκδοθεί επίσης μέσα σε τριάντα (30) ημέρες.
- Οριοθέτηση του βάρους απόδειξης και της εξουσίας του δικαστηρίου όταν δικάζει αναστολή με αντικείμενο φορολογική υπόθεση. Παύει η γενική και αόριστη αναστολή εκτέλεσης ολόκληρης της πράξης της φορολογικής αρχής, με την οποία αδρανοποιούνται με δικαστική απόφαση οι εισπρακτικοί μηχανισμοί, εφ' όλης της περιουσίας του φορολογούμενου. Οι εισπρακτικοί μηχανισμοί, δεν θα έχουν πια δικαιολογία επανάπαυσης και θα επιβάλλεται να δραστηριοποιηθούν προκειμένου να εισπράξουν την οφειλή, επιβάλλοντας αναγκαστικά μέτρα στα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία (με εξαίρεση εκείνο ή εκείνα για τα οποία το δικαστήριο έκρινε ότι θα συνιστούσε ανεπανόρθωτη βλάβη κάτι τέτοιο).
- Μία δίκη ουσίας στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές. Διαφορές έως 150.000 ευρώ θα δικάζονται από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο. Θα επιτρέπεται μόνον αναίρεση. Διαφορές από 150.000 ευρώ και άνω θα δικάζονται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από το Διοικητικό Εφετείο. Αναίρεση επιτρέπεται. Με τις ρυθμίσεις αυτές θα συντμηθεί ο απαράδεκτος σήμερα χρόνος εκκρεμοδικίας (8 έως 12 χρόνια) μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης, κατά τα 2/3 του. Η τελεσίδικη απόφαση, δηλαδή, θα εκδίδεται το αργότερο μέσα σε 3 χρόνια από την κατάθεση της προσφυγής. Φορολογική αρχή και φορολογούμενος θα τερματίζουν σε ανεκτό χρόνο τη διαφορά τους, γεγονός που θα συμβάλλει και στην αποτελεσματική είσπραξη των δημοσίων εσόδων και στην δημιουργία σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος για τους φορολογούμενους.
- Όχι δικαστική ακύρωση των πράξεων των φορολογικών αρχών για τυπικές και ανούσιες πλημμέλειες. Το Δικαστήριο πριν ακυρώσει την πράξη για τυπική πλημμέλεια ή για έλλειψη τύπου της διαδικασίας ή για συγκεκριμένη παράλειψη, θα εξετάζει αν ο φορολογούμενος έπαθε κάποια βλάβη από την παράλειψη, και αν η βλάβη που έπαθε μπορεί να επανορθωθεί, μόνο με την ακύρωσή της και την επανάληψη της έκδοσης της. Αν δεν συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις η πράξη της φορολογικής αρχής δεν θα ακυρώνεται και το δικαστήριο θα δικάζει στην ουσία της την προσφυγή.
Τελευταίο μεγάλο στοίχημα είναι η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογούμενου και φορολογικού συστήματος προχωρώντας:
- Στην αναδιοργάνωση των οικονομικών υπηρεσιών για να απελευθερωθούν πόροι, να στηριχθεί και να διευκολυνθεί το καθημερινό έργο των στελεχών και των υπαλλήλων του φορολογικού, ελεγκτικού και εισπρακτικού μηχανισμού.
- Θα τεθούν σε εφαρμογή από το 2011 νέες ηλεκτρονικές εφαρμογές προς τους φορολογούμενους για να μειωθεί το κόστος διαχείρισης των καθημερινών φορολογικών υποθέσεων και να ελαχιστοποιηθεί η ανάγκη επαφής των πολιτών με τις φορολογικές υπηρεσίες.
Η κυβέρνηση προχωρά επίσης στην περαιτέρω διεύρυνση και αυστηροποίηση του υφιστάμενου ποινικού θεσμικού πλαισίου, έτσι ώστε η ποινική καταστολή των αδικημάτων της φοροδιαφυγής να είναι άμεση, δραστική και ανεξάρτητη από την εκδίκαση της φορολογικής διαφοράς.
Το 2011 θα είναι η χρονιά της δραστικής ποινικής καταστολής της φοροδιαφυγής σε όλες της τις εκφάνσεις.
Έτσι θα διακόψουμε οριστικά τη σχέση με το κακό μας παρελθόν. Το μέλλον της Χώρας δεν μπορεί να είναι, ούτε η συνέχιση ούτε η διαχείριση του παρελθόντος. Αν θέλουμε αναγνωρίσιμο και ελπιδοφόρο μέλλον δεν μπορούμε να παρατείνουμε το παρελθόν ή και το παρόν.
ΙΙ. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΟΥΣΙΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Α. ΥΠΑΓΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ
Στις ρυθμίσεις του νόμου που θα κατατεθεί στις αμέσως προσεχείς ημέρες, θα υπαχθούν οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των λοιπών φορολογικών αντικειμένων επιτηδευματιών, οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι τις 31.12.2009.
Εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται εκείνες στις οποίες, μέχρι την κατάθεση του σχεδίου νόμου:
α) Δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος.
β) Έχει αρχίσει ο έλεγχος αλλά δεν έχει περαιωθεί.
γ) Έχει εκδοθεί Φύλλο Ελέγχου ή Πράξη αποτελεσμάτων αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί.
δ) Εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί σε α΄ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
ε) Περαιωμένες υποθέσεις για τις οποίες μέχρι 31.8.2010:
αα) Έχουν μετά τον έλεγχο, εκδοθεί συμπληρωματικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων ή Φ.Π.Α. τα οποία είτε δεν έχουν οριστικοποιηθεί, είτε εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί σε α' συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ή
ββ) Έχουν εκδοθεί αποφάσεις Επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. για συμπληρωματικά στοιχεία με βάση τα οποία δεν έχει διενεργηθεί ακόμη έλεγχος στις λοιπές φορολογίες.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
1) Πιστεύετε ότι πρέπει να διευρυνθεί ή να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων με την συμπερίληψη ή την αφαίρεση και άλλων κατηγοριών φορολογικών υποθέσεων και ποιών;
2) Πιστεύετε ότι πρέπει να ενταχθούν στο πεδίο εφαρμογής και φορολογικές υποθέσεις που έχουν οριστικοποιηθεί με τη διαδικασία της "αυτοπεραίωσης" και αν ναι με ποιους όρους;
3) Πιστεύετε ότι πρέπει να ενταχθούν στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων ως ξεχωριστή κατηγορία οι υποθέσεις ληπτών εικονικών στοιχείων, με καταβολή ποσού ίσου με το άθροισμα του αναλογούντος ΦΠΑ και του 1/3 του ποσού της εικονικότητας;
Β. ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ
Δεν θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του νόμου ακόμη και αν είναι εκκρεμείς, οι ακόλουθες κατηγορίες υποθέσεων:
α) Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2010 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις καθώς και οι επόμενες αυτής.
β) Οι υποθέσεις φυσικών προσώπων με εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις για τις οποίες δεν έχουν τηρηθεί βιβλία και μόνο όσον αφορά τα εισοδήματα αυτά.
γ) Οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999, με εξαίρεση τις ανέλεγκτες προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις αυτών.
δ) Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα του ποσού των (ενδεικτικά): είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις.
ε) Οι ανέλεγκτες υποθέσεις για τις οποίες υπάρχουν κατασχεμένα ανεπίσημα βιβλία ή στοιχεία, εκτός αν αυτά έχουν τύχει επεξεργασίας και έχουν εκδοθεί πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ.
στ) Οι υποθέσεις φορολογίας πλοίων, ακίνητης περιουσίας, μεγάλης ακίνητης περιουσίας, μεταβίβασης ακινήτων και κληρονομιών - δωρεών - προικών - γονικών παροχών.
ζ) Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
η) Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις για τον έλεγχο των οποίων έχουν συγκροτηθεί Ειδικά Συνεργεία Ελέγχου του Άρθρου 39 του ν. 1914/1990.
θ) Οι υποθέσεις επιτηδευματιών φυσικών προσώπων τα οποία με βάση τα στοιχεία του περιουσιολογίου έτους 2008 υπάγονται σε Φορολόγηση Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ).
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
1. Πιστεύετε ότι κάποιες από τις ανωτέρω κατηγορίες υποθέσεων και ειδικότερα κάποιες από τις υποθέσεις της κατηγορίας (στ), πρέπει να ενταχθούν στις ρυθμίσεις του νόμου;
2. Ποιο, κατά την γνώμη σας, πρέπει να είναι το όριο των δηλωθέντων ακαθαρίστων εσόδων με βάση το οποίο οι φορολογικές υποθέσεις εξαιρούνται των ρυθμίσεων;
3. Πιστεύετε ότι και άλλες κατηγορίες υποθέσεων πρέπει να εξαιρεθούν των ρυθμίσεων και ποιές;
4. Πιστεύετε ότι στην ρύθμιση πρέπει να υπαχθούν και υποθέσεις στις οποίες οι υπόχρεοι δεν είχαν μέχρι 31.8.2010 υποβάλλει δηλώσεις είτε εισοδήματος, είτε Φ.Π.Α., με την παροχή δυνατότητας υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία; Αν ναι υπό ποιες ειδικότερες προϋποθέσεις;
Γ. ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, οι παρακάτω όροι νοούνται ως εξής:
1. Δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα: Θεωρούνται αυτά που προκύπτουν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος μετά την αφαίρεση: α) των εσόδων από συμμετοχές σε άλλες επιχειρήσεις και β) των εσόδων από μισθώματα ακινήτων.
2. Αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη: Είναι το ποσό που προκύπτει από απόφαση επιβολής προστίμου του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) και αφορά την απόκρυψη εσόδων ή αγορών (εμπορεύσιμων ή πάγιων περιουσιακών στοιχείων), που συντελέστηκε: α) Με την παράλειψη έκδοσης ή λήψης φορολογικών στοιχείων. β) Με την έκδοση ή λήψη ανακριβούς ως προς την αξία φορολογικού στοιχείου. γ) Με την έκδοση ή λήψη πλαστού ή εικονικού φορολογικού στοιχείου ή με την νόθευση φορολογικών στοιχείων.
3. Παραβάσεις του Κ.Β.Σ. που επαυξάνουν τον φόρο: είναι οι παραβάσεις που συνίστανται σε:
α) Μη τήρηση ή μη διαφύλαξη οποιουδήποτε θεωρημένου βιβλίου Κ.Β.Σ., είτε βασικού είτε πρόσθετου.
β) Μη επίδειξη των θεωρημένων Βιβλίων στον Τακτικό ή Προληπτικό Έλεγχο.
γ) Ανακριβή τήρηση Βιβλίων ως προς τα έσοδα ή μη καταχώρηση εσόδων.
δ) Ανακριβή τήρηση βιβλίων ως προς τις Αγορές ή μη καταχώρηση αγορών.
ε) Ανακριβή τήρηση Πρόσθετων Βιβλίων ή σε μη καταχώρηση δεδομένων που επηρεάζουν τα έσοδα ή τις αγορές.
στ) Τήρηση βιβλίων κατώτερης της προβλεπόμενης από τον Κ.Β.Σ. κατηγορίας.
ζ) Ανακρίβεια απογραφής ως προς την ποσότητα ή την αξία.
η) Μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείου του που προβλέπεται από τον Κ.Β.Σ. ή από υπουργικές αποφάσεις.
θ) Έκδοση αθεώρητου στοιχέιου Κ.Β.Σ. μη καταχωρημένου στα Βιβλία.
ι) Μη διαφύλαξη εκδοθέντος ή ληφθέντος φορολογικού στοιχείου.
ια) Καταχώρηση στα Βιβλία ανύπαρκτων αγορών ή εξόδων.
ιβ) Έκδοση ή σήμανση στοιχείου από μη νόμιμο φορολογικό μηχανισμό, που δεν καταχωρήθηκε στα Βιβλία.
ιγ) Μη αναγραφή του είδους των αγαθών.
ιδ) Μη σύνταξη Απογραφής ή Ισολογισμού.
Δ. ΟΡΟΙ ΡΥΘΜΙΣHΣ
Η ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων, θα γίνει με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:
1. Η ρύθμιση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος πραγματοποιείται με τη βεβαίωση φόρου επιπλέον εκείνου που τυχόν βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκε. Ο επιπλέον αυτός φόρος υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.
2. Ρυθμίζεται υποχρεωτικά, η πρώτη κατά σειρά ανέλεγκτη και οι συνεχόμενες με αυτή ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου. Υπό την επιφύλαξη να είναι συνεχόμενες και να περιλαμβάνεται η πρώτη ανέλεγκτη χρήση, επιτρέπεται η ρύθμιση ορισμένων μόνο χρήσεων.
3. Με την ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων φόρου εισοδήματος και λοιπών φορολογιών, ρυθμίζονται υποχρεωτικά και οι εκκρεμείς Πράξεις Προστίμου Κ.Β.Σ. καθώς και τα εκκρεμή προσωρινά φύλλου ελέγχου ή πράξεις που αφορούν τις υποθέσεις αυτές.
4. Ο ενδιαφερόμενος αποδέχεται τη βεβαίωση και καταβολή της συνολικής οφειλής φόρου που προκύπτει από το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, χωρίς να συμψηφίζεται ή να εκπίπτεται ο φόρος που βεβαιώθηκε με βάση τις οικείες δηλώσεις που έχουν υποβληθεί.
5. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή της ρύθμισης, δεν αναζητούνται, ούτε συμψηφίζονται.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
1. Πιστεύετε ότι κάποιοι από τους ανωτέρω όρους πρέπει να μην ενταχθούν στις ρυθμίσεις;
2. Πιστεύετε ότι και άλλοι όροι ή προϋποθέσεις πρέπει να τεθούν και ποιοι;
Ε. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΦΟΡΟΥ
1. Το ποσό του επιπλέον φόρου υπολογίζεται ως εξής: τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή (Ενδεικτικά): δύο τοις εκατό (2%) για όλα τα επαγγέλματα, με εξαίρεση τα παρακάτω για τα οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται ως εξής:
α) με συντελεστή (ενδεικτικά): επτά τοις χιλίοις (7‰)
Κ.Α. 4214: έμπορος(πρατήριο) Βενζίνης και πετρελαίου
Κ.Α. 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιομηχανίας.
Κ.Α. 5402: έμπορος προϊόντων καπνοβιομηχανίας χονδρικώς,
) με συντελεστή (ενδεικτικά): δώδεκα τοις χιλίοις (12‰)
Κ.Α. 4235: έμπορος πετρελαίου θέρμανσης διανομή κατ΄ οίκον.
Το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται με συντελεστή προοδευτικότητας ανάλογα με τα ακαθάριστα έσοδα, ως εξής:
" Για ακαθάριστα έσοδα μέχρι 150.000 ευρώ: Σ.Π.= 1
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 150.000 έως και 300.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,05
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 300.000 έως και 600.000 ευρώ : Σ.Π.= 1,10
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 600.000 έως και 1.200.00 ευρώ: Σ.Π.= 1,15
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 1.200.000 έως και 3.000.000 ευρώ: Σ.Π. =1,20
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 3.000.000 έως και 6.000.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,25
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 6.000.000 έως και 9.000.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,30
" Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 9.000.000 ευρώ: Σ.Π. =1,35
Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή (ενδεικτικά): είκοσι τοις εκατό (20%) εκτός από τις Α.Ε. και Ε.ΠΕ. όπου επιβάλλεται φόρος με συντελεστή (ενδεικτικά): είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
2. Εάν από τον παραπάνω υπολογισμό δεν προκύπτει φόρος ή προκύπτει:
α) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): τετρακόσια (400) ευρώ για επιτηδευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): τετρακόσια (400) ευρώ.
β) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): επτακόσια (700) ευρώ για κάθε επιτηδευματία που τήρησε βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): επτακόσια (700) ευρώ.
γ) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): χίλια (1000) ευρώ, προκειμένου για επιτηδευματία που τήρησε βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): χίλια (1000) ευρώ.
3. Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φόρου, στην περίπτωση που υπάρχει Απόφαση Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ., το ποσό της τυχόν αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης πολλαπλασιαζόμενο με συντελεστή 15% προστίθεται στο ποσό που προκύπτει, από τον πολλαπλασιασμό των δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων με τους συντελεστές της παρ. 1, και επί του αθροίσματος επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 20 ή 25%, (ενδεικτικός συντελεστής) ανάλογα με την περίπτωση, το προκύπτον δε ποσό προσαυξάνεται ως εξής:
α) Στην περίπτωση ύπαρξης παραβάσεων της παραγράφου Γ3 (Παραβάσεις του Κ.Β.Σ.), κατά είκοσι τοις εκατό (20%).
β) Στην περίπτωση ύπαρξης αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης κατά την έννοια των περιπτώσεων α΄και β΄ της παραγράφου Γ3 (Παράλειψη έκδοσης ή λήψης ή ανακριβής έκδοση ή λήψη φορολογικού στοιχείου) κατά σαράντα τοις εκατό (40%).
γ) Στην περίπτωση ύπαρξης αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης κατά την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου Γ2 (Πλαστά ή εικονικά ή νοθευμένα στοιχεία) του άρθρου 2 του παρόντος κατά εξήντα τοις εκατό (60%).
4. Για την εφαρμογή των προηγούμενων περιπτώσεων λαμβάνονται υπόψη οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ. οι οποίες:
α) έχουν οριστικοποιηθεί,
β) εκκρεμούν για διοικητική επίλυση της διαφοράς στη Δ.Ο.Υ. ή στα Διοικητικά Δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου,
5. Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του τελευταίου ρυθμιζόμενου οικονομικού έτους δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών.
6. Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών φύλλων ελέγχου ή πράξεων προσδιορισμού του φόρου, τα φύλλα ή οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
7. Η ρύθμιση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την ρύθμιση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων με την επιφύλαξη των οριζομένων στις επόμενες παραγράφους:
α) Εάν σε κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υφίσταται αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή τα δεδομένα των υποβληθεισών σχετικών δηλώσεων εμφανίζουν διαφορές σε σχέση με τα αντίστοιχα δεδομένα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που τη συνοδεύουν, επί των επί πλέον ακαθάριστων εσόδων υπολογίζεται Φ.Π.Α., με την εφαρμογή ως συντελεστή αυτού που προβλέπεται για την κύρια δηλωθείσα δραστηριότητα προσαυξημένου (ενδεικτικά): κατά τριάντα τοις εκατό (30%).
β) Για τις ρυθμιζόμενες σύμφωνα με το νόμο υποθέσεις δεν υπάρχει η δυνατότητα επιστροφής τυχόν πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. που αφορά τα ρυθμιζόμενα έτη, ούτε μεταφοράς του τυχόν πιστωτικού υπολοίπου του τελευταίου ρυθμιζόμενου έτους για συμψηφισμό στο επόμενο έτος.
γ) Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών πράξεων προσδιορισμού του φόρου, οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
δ) Στην περίπτωση που διαπιστώνεται ή μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία διενεργείται έλεγχος με βάση τις κείμενες διατάξεις.
ε) Οι πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. που αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις και εκκρεμούν στη Δ.Ο.Υ. ή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, ρυθμίζονται με περιορισμό στο ένα πέμπτο (1/5) του επιβληθέντος σχετικού προστίμου κατά τις ειδικότερες διακρίσεις και προβλέψεις της παρ.Ζ1 και 2.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
1. Ποιος είναι κατά την γνώμη σας ο ενδεδειγμένος συντελεστής της παρ.1; Πρέπει να διαφοροποιηθεί ανάλογα με το ύψος των δηλωθέντων ακαθαρίστων εσόδων;
2. Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο ελάχιστος καταβλητέος φόρος των παρ. 2 και 3;
3. Ποιος είναι ο επιβλητέος συντελεστής προσαύξησης του φόρου στις περιπτώσεις της παρ. 4;
4. Ποιός είναι κατά την γνώμη σας ο επιβλητέος συντελεστής προσαύξησης στην περίπτωση της παρ. 8;
5. Πιστεύετε ότι πρέπει να συμπεριληφθεί και συντελεστής ο οποίος θα αποτυπώνει το διαφορετικό ποσοστό κέρδους στις περιπτώσεις των ελεύθερων επαγγελματιών;
6. Πιστεύετε ότι οι συντελεστές της παρ.2 (ελάχιστη καταβολή φόρου ανά χρήση) πρέπει να είναι διαφοροποιημένοι για τους ελεύθερους επαγγελματίες;
ΣΤ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ
1. Για την ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών θα εκδώσει Εκκαθαριστικό Σημείωμα για κάθε ανέλεγκτη υπόθεση που, με βάση τα στοιχεία των βάσεων δεδομένων που διαθέτει, υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και το οποίο για καθεμία υπόθεση θα περιέχει και τα ακόλουθα στοιχεία:
α) την αρμόδια για την, κατά οικονομικό έτος, Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του επιτηδευματία και τον κωδικό αυτής,
β) τα ανέλεγκτα οικονομικά έτη,
γ) τη νομική μορφή του επιτηδευματία και την κατηγορία βιβλίων Κ.Β.Σ.,
δ) τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα,
ε) την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή άλλη παράβαση Κ.Β.Σ. από τις ανωτέρω υπό στοιχ.
στ) το συντελεστή Φ.Π.Α. της κύριας δηλωθείσας δραστηριότητας,
ζ) το συντελεστή του φόρου της ρύθμισης,
η) το ποσό του φόρου της ρύθμισης,
θ) τη διαφορά του Φ.Π.Α. με βάση την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή την εμφανιζόμενη διαφορά μεταξύ των δεδομένων των δηλώσεων Φ.Π.Α. και των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που τις συνοδεύουν,
ι) το, βάσει της ρύθμισης, ποσό προστίμου Κ.Β.Σ. κατά τα οριζόμενα ανωτέρω υπό στοιχ…Ε7ε
ια) το σύνολο του φόρου της ρύθμισης κατά χρήση και το σύνολο της οφειλής,
ιβ) το ποσοστό (ενδεικτικά): είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί το αργότερο μέχρι 12.11.2010 για να γίνει αποδεκτό το Εκκαθαριστικό Σημείωμα και να ενταχθεί φορολογική υπόθεση στις ρυθμίσεις του νόμου.
2. Ένα αντίτυπο του Εκκαθαριστικού Σημειώματος αποστέλλεται ταχυδρομικώς με επιστολή στον επιτηδευματία που αφορά και ένα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του επιτηδευματία ή σε κάθε αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος αν αυτές είναι περισσότερες από μια.
3. Ο επιτηδευματίας, εφόσον επιθυμεί να ρυθμίσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του, καταβάλλει το (ενδεικτικά) είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ποσού της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σημείωμα. Η καταβολή από τον επιτηδευματία του αναφερόμενου στο προηγούμενο εδάφιο ποσού, συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του Εκκαθαριστικού Σημειώματος, και την ρύθμιση των παραπάνω υποθέσεων του, η οποία και επέρχεται με την εν λόγω καταβολή με την ολοσχερή εξόφληση. Η κατά τα παραπάνω καταβολή δεν μπορεί να γίνει πέραν της 12ης Νοεμβρίου. Μετά την παρέλευση της προαναφερόμενης προθεσμίας δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα ρύθμισης.
4. Η αποδοχή από τον επιτηδευματία του Εκκαθαριστικού Σημειώματος θα συνεπάγεται την αυτόματη ρύθμιση όλων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α. καθώς και όλων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων που αφορούν τις οικείες χρήσεις και θα επιφέρει όλα τα αποτελέσματα της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, τα δε καταβληθέντα στο Δημόσιο χρηματικά ποσά κατ' εφαρμογή της ρύθμισης αυτής δεν θα μπορούν να αναζητούνται. {Κατ' εξαίρεση των αναφερόμενων στο προηγούμενο εδάφιο, σε περίπτωση που μετά την κατά τα ανωτέρω ρύθμιση περιέλθουν σε γνώση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. νέα - συμπληρωματικά στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994) και της παραγράφου 3 του άρθρου με τον Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000), εκδίδεται βάσει αυτών συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου ή πράξη και συμψηφίζεται ο βεβαιωθείς φόρος εισοδήματος και Φ.Π.Α.}
5. Το Εκκαθαριστικό Σημείωμα αμέσως μετά την αποδοχή του κατά τα ανωτέρω, καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο, στο οποίο αναγράφονται ο αύξων αριθμός, το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του επιτηδευματία, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), το επάγγελμα, η διεύθυνσή του, τα ρυθμιζόμενα οικονομικά έτη και τα ποσά των φόρων ανά Κωδικό Αριθμό.
6. Ο φόρος εισοδήματος, o Φ.Π.Α. και τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ., που προκύπτουν από το Εκκαθαριστικό Σημείωμα, βεβαιώνονται στο όνομα του υπόχρεου.
7. Η βεβαίωση ενεργείται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που κατά το χρόνο έκδοσης του Εκκαθαριστικού Σημειώματος είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του επιτηδευματία για το σύνολο της οφειλής που προκύπτει από αυτό.
8. Για τη βεβαίωση των οφειλόμενων ποσών ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. συντάσσει χρηματικό κατάλογο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
9. Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήματος, του Φ.Π.Α. και του προστίμου του Κ.Β.Σ. που περιλαμβάνονται στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα και αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις του επιτηδευματία, καταβάλλονται ως ακολούθως:
α) Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): τέσσερεις (4), κατ' ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ.
β) Άν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ και μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις.
γ) Άν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις.
10. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου το Εκκαθαριστικό Σημείωμα έγινε αποδεκτό και το αργότερο μέχρι 12.11.2010 και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου.
11. Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόμενο κατά τα ανωτέρω ποσό καταβληθεί μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%).
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσες πιστεύετε ότι πρέπει να είναι οι προβλεπόμενες δόσεις και ποιο το ύψος τους;
Ζ.ΟΡΟΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΥ ΕΛΕΓΜΕΝΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΚΚΡΕΜΟΥΝ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ.
1. Κάθε εκκρεμής ελεγμένη (με τακτικό έλεγχο) υπόθεση η οποία:
α) είτε εκκρεμεί στο πρωτοβάθμιο διοικητικό δικαστήριο,
β) είτε έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε η πράξη της φορολογικής αρχής για τυπικό λόγο, ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου (χωρίς πρόσθετους φόρους ή προσαυξήσεις) και αν πρόκειται για πρόστιμο, με την καταβολή του 1/5 του προστίμου.
γ) Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται η προσφυγή εν όλω ή εν μέρει, και έχει ασκηθεί από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη έφεση, η υπόθεση ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου κατά το μέρος που απορρίφθηκε με την προσφυγή, προσαυξημένου κατά 20%. Αν η υπόθεση αφορά πρόστιμο, ρυθμίζεται με την καταβολή του ? του προστίμου.
2. Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου με την οποία γίνεται δεκτή εν όλω ή εν μέρει η προσφυγή για λόγους ουσίας έχει ασκηθεί από το Δημόσιο έφεση και η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί σε α' συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η υπόθεση περαιώνεται με την καταβολή του 25% του ποσού για το οποίο έγινε δεκτή η προσφυγή.
3. Οι υποθέσεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου Α περαιώνονται με τον περιορισμό στο ογδόντα τοις εκατό (80%) του αρχικά επιβληθέντος προστίμου Κ.Β.Σ., εξαντλούμενης κάθε περαιτέρω φορολογικής υποχρέωσης για τις υποθέσεις αυτές ως προς τα συμπληρωματικά στοιχεία που αφορά το εν λόγω πρόστιμο.
4. Οι εκκρεμείς ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων υποθέσεις θα ρυθμιστούν με υποβολή σχετικής αιτήσεως με όλα τα σχετικά στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ψήφιση του νόμου. Για την προκαταβολή και τις δόσεις θα ισχύουν τα ίδια με τις ανέλεγκτες υποθέσεις. Η καταβολή της προκαταβολής πρέπει να γίνει μέχρι 12 Νοεμβρίου 2010.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πιστεύετε ότι οι ρυθμίσεις και ειδικότερα τα καταβλητέα ποσά ή ποσοστά στις υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια πρέπει να ρυθμιστούν διαφορετικά;
H. ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
1. Χρέη προς το Δημόσιο, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) μέχρι 30η Σεπτεμβρίου 2010 στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ. ρυθμίζονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, που υποβάλλεται μέχρι 31η Οκτωβρίου 2010 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο που είναι βεβαιωμένα και καταβάλλονται ως ακολούθως:
1.1. εφάπαξ με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) και έκπτωση από τυχόν πρόσθετους φόρους ή πρόσθετα τέλη που συμβεβαιώθηκαν με την κύρια οφειλή από το έτος 2007 και μετά, κατά ποσοστό, που διαφοροποιείται, ανάλογα με το έτος βεβαίωσης :
1.1.1. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2007 κατά ποσοστό δέκα στα εκατό (10%)
1.1.2. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2008 κατά ποσοστό είκοσι στα εκατό (20%)
1.1.3. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2009 κατά ποσοστό τριάντα στα εκατό (30%)
1.1.4. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2010 κατά ποσοστό σαράντα στα εκατό (40%)
1.3 σε δύο (2) έως τρεις (3) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης τριακόσια (300) ευρώ.
1.4 σε τέσσερις (4) έως (12) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
1.4. σε δεκατρείς (13) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
1.5. σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια (1.000) ευρώ.
1.6. σε τριάντα επτά (37) έως σαράντα σαράντα πέντε (45) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια πεντακόσια (1.000) ευρώ,
Η πρώτη δόση καταβάλλεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Νοεμβρίου 2010 , οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Εξαιρετικά η εφάπαξ εξόφληση γίνεται είτε την ημέρα υποβολής της αίτησης είτε εντός πέντε εργασίμων ημερών από αυτή και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 5η Νοεμβρίου 2010.
2. Ο οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα των παραπάνω ρυθμίσεων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) εφόσον στην περίπτωση 1.2. δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση, στην περίπτωση 1.3 δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα δύο δόσεις και στις λοιπές περιπτώσεις δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα τρείς δόσεις,
β) εφόσον καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης του για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
γ) εφόσον ο οφειλέτης καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης του και μέχρις εξοφλήσεως, δεν υποβάλει εμπρόθεσμα τiς φορολογικές δηλώσεις του φόρου εισοδήματος, περιουσίας καθώς και παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων.
δ) εφόσον δεν είναι ενήμερος στα χρέη του που βεβαιώνονται από 1 Οκτωβρίου 2010 και μετά, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
ε) εφόσον απολέσει διευκόλυνση τμηματικής καταβολής που του έχει χορηγηθεί για ήδη υφιστάμενα χρέη ή που θα του χορηγηθεί για χρέη που θα βεβαιωθούν μετά την ψήφιση του Νόμου
στ) εφόσον δεν είναι ενήμερος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, για χρέη του που βεβαιώθηκαν μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010, τα οποία δεν ζήτησε να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.
2. Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής μίας δόσης της ρύθμισης, η δόση επιβαρύνεται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής πέντε τοις εκατό (5%) για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης. Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής δύο συνεχόμενων δόσεων της ρύθμισης και οι δύο δόσεις επιβαρύνονται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής δέκα τοις εκατό (10%) και μέχρι την απώλεια της ρύθμισης.
3. Παρέχεται η δυνατότητα οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης, να επιλέξει την υπαγωγή του σε ρύθμιση της παραγράφου 1 με περισσότερες δόσεις με τον περιορισμό της ελάχιστης καταβολής και με την προϋπόθεση ότι μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης έχει καταβάλει όλες τις δόσεις της προηγούμενης ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το υπόλοιπο ποσό που εντάσσεται στη νέα ρύθμιση με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση της νέας επιλογής του.
5. Σε περίπτωση που οφειλέτης έχει ενταχθεί σε ρύθμιση με πολλές μηνιαίες δόσεις, εφόσον εξοφλήσει σε πρόγραμμα μικρότερης χρονικής διάρκειας, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής για το οφειλόμενο ποσό που εξοφλείται, με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση εντός των χρόνων της οποίας εξόφλησε.
Εάν ενταχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης με δόσεις και εκ των υστέρων εξοφλήσει εντός των χρόνων ισχύος του προγράμματος εφάπαξ εξόφλησης (1.1), τότε απαλλάσσεται από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) για το εφάπαξ καταβαλλόμενο ποσό.
6. Οφειλέτες που δεν υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση μέχρι την 31 Οκτωβρίου 2010, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν την αίτηση και μεταγενέστερα με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλουν με την κατάθεση της αίτησης και τις δόσεις που θα είχαν λήξει εάν η αίτηση είχε υποβληθεί εντός της ανωτέρω προθεσμίας πλέον των αναλογουσών προσαυξήσεων επί ολοκλήρου του ποσού από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της αίτησης και μέχρι την εκπρόθεσμη υποβολή της. Στη ρύθμιση περιλαμβάνονται οι οφειλές της παραγράφου 7, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί την ημέρα υποβολής της αίτησης. Το ποσοστό απαλλαγής από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ανάλογα με τον τύπο της ρύθμισης που θα επιλέξει ο οφειλέτης να ενταχθεί, μειώνεται κατά πέντε τοις εκατό (5%) του αντιστοιχούντος στο πρόγραμμα της επιλογής του ποσοστού και αφορά μόνο στις οφειλές της παραγράφου 7.
7. Στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1. εντάσσονται όλες οι ληξιπρόθεσμες κατά την ημέρα δημοσίευσης του νόμου οφειλές. Ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να μην ζητήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση, των οφειλών του που βρίσκονται σε διοικητική ή δικαστική αναστολή. Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ένταξη στην ρύθμιση και των βεβαιωμένων κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης των οφειλών, αλλά χωρίς την επιμήκυνση του χρόνου ρύθμισης.
8. Για χρονικό διάστημα δύο ετών με έναρξη την 1 Οκτωβρίου 2010 , αναστέλλεται η παραγραφή των πάσης φύσεως χρεών που έχουν βεβαιωθεί ταμειακά στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία.
9. Για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του νόμου δεν θα επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής του άρθρου 14 του ν.2648/98 για όλα τα χρέη που θα έχουν βεβαιωθεί ταμειακά μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010.
10. Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση θα χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας ως εξής :
α. για τις ρυθμίσεις μέχρι 3 μήνες μετά την καταβολή της 2ης δόσης.
β. για τις ρυθμίσεις μέχρι 6 μήνες μετά την καταβολή της 3ης δόσης
γ. για τις ρυθμίσεις μέχρι 12 μήνες μετά την καταβολή της 4ης δόσης
δ. για τις ρυθμίσεις άνω των 12 μηνών εφόσον κατά τον χρόνο χορήγησης του αποδεικτικού έχουν εξοφληθεί οι τρέχουσες δόσεις πλέον των δόσεων των δύο επομένων μηνών από την ρύθμιση και πάντως μετά την καταβολή -6- τουλάχιστον δόσεων.