Αρχισαν δηλαδή να ερμηνεύουν την ανομοιογενή αντίδραση πολλών χιλιάδων πολιτών, να την κατατάσσουν, να δίνουν στόμα και μιλιά στη...σιωπηλή και διαφορετική σχέση όλων αυτών των ανθρώπων με τα κοινά, με τις πόλεις που ζουν, με τη χαμένη αντίληψη της συνδιαμόρφωσης μέσω της ψήφου τους. Είναι λίγο επίφοβες αυτές οι ερμηνείες και οι ομαδοποιήσεις μιας κοινής αντίδρασης με διαφορετικές, όμως, αφετηρίες. Μας οδηγούν, πιθανότατα, σε λάθος συμπεράσματα και, εντέλει, σε λάθος κινήσεις και πρακτικές - ως προς την ανάγνωση της κοινωνίας που ζούμε.
Κάπως έτσι αντέδρασαν και κάποιοι το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης, όταν άρχισαν να σκάνε σε διάφορες γωνιές της Αθήνας οι φάκελοι-βόμβες. Υπήρχαν Aθηναίοι -κι εκείνη τη μέρα και άλλες προηγούμενες κυρίως από τον Δεκέμβρη του ’08 και μετά- που άρχισαν να ερμηνεύουν τη δράση των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων ως ένδειξη και απόδειξη του «θυμού των νέων». Υπήρχαν, υπάρχουν πολίτες, οι οποίοι, εντέλει, εκχωρούν, θυμικά, τις δικές τους δυσαρέσκειες από την πολιτική και τους πολιτικούς σε στάσεις, επιλογές και πολιτικές με τις οποίες -αν τους καλορωτήσεις- διαφωνούν.
Ομως, η ανάγκη των ανθρώπων, απλών ή λιγότερο απλών, να ακουμπούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους για δικαιοσύνη και δράση σε διάφορους Ρομπέν, που κατά καιρούς ενδύονται ρόλους και ιδεολογίες, είναι και γνωστή και κατανοητή, αφού ερμηνεύει εν πολλοίς την αδυναμία των ανθρώπων απέναντι στους κάθε φορά ισχυρούς. Ισως και τη διαρκή ανάγκη των πολιτών να ακουμπούν τις αδυναμίες τους, τις επιθυμίες τους και τις φαντασιώσεις τους σε ένα ισχυρό πατρικό πρότυπο. Εχει όμως ιδιαίτερη σημασία το πώς εισπράττουν αυτή την αδυναμία κι αυτή την ανάγκη οι κατά καιρούς Ρομπέν του κόσμου μας...
Αυτοί οι νέοι Ρομπέν, λοιπόν, φαίνεται να θεωρούν ότι είναι οι απόλυτοι διαχειριστές της απαρέσκειας και του θυμού των πολιτών. Και ανέλαβαν -αυτοί οι αντιεξουσιαστές- να τον διαχειριστούν, να φερθούν ως εξουσία δηλαδή, επιχειρώντας να εκφράσουν με τον δικό τους τρόπο το ανομοιογενές και με πολλές αποχρώσεις συναίσθημα πολλών και διαφορετικών ανθρώπων. Το ένα πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι ομάδες ερμηνεύουν -και επιλύουν- διαφορετικά συναισθήματα, διαφορετικών ανθρώπων. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι αρκετοί από εκείνους που έχουν δημόσια φωνή ανέχτηκαν, αποδέχτηκαν και «κατανόησαν» αυτή την έξωθεν διαχείριση του θυμού των πολλών από λίγους, εκχωρώντας τους τελικά στο συλλογικό ασυνείδητο τον μανδύα του τιμητή, του εκδικητή, του σωτήρα, του Ρομπέν που όμως δεν έχει πρόβλημα να σκοτώσει... Ολ. Σελλα
kathimerini
Κάπως έτσι αντέδρασαν και κάποιοι το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης, όταν άρχισαν να σκάνε σε διάφορες γωνιές της Αθήνας οι φάκελοι-βόμβες. Υπήρχαν Aθηναίοι -κι εκείνη τη μέρα και άλλες προηγούμενες κυρίως από τον Δεκέμβρη του ’08 και μετά- που άρχισαν να ερμηνεύουν τη δράση των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων ως ένδειξη και απόδειξη του «θυμού των νέων». Υπήρχαν, υπάρχουν πολίτες, οι οποίοι, εντέλει, εκχωρούν, θυμικά, τις δικές τους δυσαρέσκειες από την πολιτική και τους πολιτικούς σε στάσεις, επιλογές και πολιτικές με τις οποίες -αν τους καλορωτήσεις- διαφωνούν.
Ομως, η ανάγκη των ανθρώπων, απλών ή λιγότερο απλών, να ακουμπούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους για δικαιοσύνη και δράση σε διάφορους Ρομπέν, που κατά καιρούς ενδύονται ρόλους και ιδεολογίες, είναι και γνωστή και κατανοητή, αφού ερμηνεύει εν πολλοίς την αδυναμία των ανθρώπων απέναντι στους κάθε φορά ισχυρούς. Ισως και τη διαρκή ανάγκη των πολιτών να ακουμπούν τις αδυναμίες τους, τις επιθυμίες τους και τις φαντασιώσεις τους σε ένα ισχυρό πατρικό πρότυπο. Εχει όμως ιδιαίτερη σημασία το πώς εισπράττουν αυτή την αδυναμία κι αυτή την ανάγκη οι κατά καιρούς Ρομπέν του κόσμου μας...
Αυτοί οι νέοι Ρομπέν, λοιπόν, φαίνεται να θεωρούν ότι είναι οι απόλυτοι διαχειριστές της απαρέσκειας και του θυμού των πολιτών. Και ανέλαβαν -αυτοί οι αντιεξουσιαστές- να τον διαχειριστούν, να φερθούν ως εξουσία δηλαδή, επιχειρώντας να εκφράσουν με τον δικό τους τρόπο το ανομοιογενές και με πολλές αποχρώσεις συναίσθημα πολλών και διαφορετικών ανθρώπων. Το ένα πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι ομάδες ερμηνεύουν -και επιλύουν- διαφορετικά συναισθήματα, διαφορετικών ανθρώπων. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι αρκετοί από εκείνους που έχουν δημόσια φωνή ανέχτηκαν, αποδέχτηκαν και «κατανόησαν» αυτή την έξωθεν διαχείριση του θυμού των πολλών από λίγους, εκχωρώντας τους τελικά στο συλλογικό ασυνείδητο τον μανδύα του τιμητή, του εκδικητή, του σωτήρα, του Ρομπέν που όμως δεν έχει πρόβλημα να σκοτώσει... Ολ. Σελλα
kathimerini