O νόμος περί «της διαδικασίας ταχείας αδειοδότησης» των στρατηγικών επενδύσεων, ο γνωστός fast track, βρίσκεται ένα σκαλοπάτι πριν από την εφαρμογή του. Αξίζει καταρχάς να σημειωθεί ότι ο νόμος αυτός έχει αναγάγει το αυτονόητο σε πρόβλημα.
Δηλαδή θεωρεί... κατόρθωμα την έγκριση σε τριάντα ημέρες της...αίτησης μιας ξένης μεγάλης επένδυσης! Σημειώνεται ότι στο Ιράν των Μουλάδων η ηλεκτρονική(!) κατάθεση μιας αίτησης για επένδυση οποιουδήποτε μεγέθους, μικρού ή μεγάλου, απαντάται το αργότερο σε δύο μήνες. Στην Άπω Ανατολή ο χρόνος αυτός είναι είκοσι ημέρες.
Παρακολουθώντας τις αλλαγές που επέρχονται στο νομοσχέδιο κατά τη συζήτηση στη Βουλή, διαπιστώνεται ότι στο σύνολο των προϋποθέσεων που διαζευκτικά οφείλει να πληροί ο ξένος επενδυτής σημειώνεται το ακόλουθο:
Ο ξένος επενδυτής, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, υποχρεούται να κάνει μία επένδυση της τάξης των 3 εκατομμυρίων ευρώ ανά τριετία, σε έργα που προάγουν και δημιουργούν υπεραξία για την περιβαλλοντική προστασία της χώρας, ανεξαρτήτως του ποσού της επένδυσης, μεγάλης ή μικρής. Επίσης, προβλέπει ένα ίδιο ποσό σε έργα που αναφέρονται στο χώρο της εκπαίδευσης, της έρευνας και της τεχνολογίας.
Αναλυτικότερα, οι παραπάνω δεσμευτικές διατάξεις αφορούν κατά κύριο λόγο επενδύσεις κάτω των 75 εκατ. ευρώ ή άνω των 75 εκατ. ευρώ που δεν δημιουργούν όμως 200 θέσεις εργασίας ή επενδύσεις που δεν έχουν ως κύριο προσανατολισμό την προαγωγή της περιβαλλοντικής προστασίας ή την εκπαίδευση ή την έρευνα-τεχνολογία. Αφορούν δηλαδή ένα μεγάλο σύνολο -το συντριπτικά μεγαλύτερο ίσως- των ξένων επενδύσεων στην παραγωγή και τις υπηρεσίες. Από τα όσα αναφέρθηκαν συνάγεται ότι μία χώρα, η Ελλάδα:
α) Φορολογεί τα κέρδη με συντελεστή 40% τα διανεμόμενα κέρδη.
β) Χαρακτηρίζεται από τις πιο αφιλόξενες του πλανήτη ως προς το επιχειρείν (109 θέση σε σύνολο 183 χωρών για το 2010).
γ) Είναι η 79η πιο διεφθαρμένη χώρα σε σύνολο 180 χωρών.
δ) Βρίσκεται στα πρόθυρα της πτώχευσης, όντας η πρώτη στον πλανήτη ως προς την πιθανότητα πτώχευσης.
ε) Διώχνει το επιστημονικό προσωπικό της, το οποίο αναγκάζεται να μεταναστεύσει σε άλλα κράτη.
στ) Προβάλλει ένα αποσαθρωμένο βιομηχανικό ιστό και 700 χιλιάδες ανέργους.
Και ο νόμος επιβάλλει σε ένα ευρύτατο σύνολο ξένων επενδυτών, έτσι απλά, τα ακόλουθα:
Ανά έτος οφείλουν οι επενδυτές να «ακουμπήσουν» 2 εκατομμύρια ευρώ στο περιβάλλον και στην τεχνολογία. Αυτό σημαίνει ότι σε μία επένδυση 40 εκατομμυρίων, λόγου χάρη, ο ξένος επιχειρηματίας οφείλει υποχρεωτικά κάθε έτος να επενδύει κεφάλαια στους δύο ανωτέρω τομείς που αντιστοιχούν στο 5% της επένδυσης! Αν και η συγκεκριμένη ρύθμιση ως σύλληψη ακαδημαϊκού χαρακτήρα κινείται στη σωστή κατεύθυνση και ηχεί ωραία μη προκαλώντας εύλογες αντιδράσεις σε γραφειοκράτες, νομικούς και βουλευτές με ανεπαρκή γνώση της αγοράς, μήπως, τελικά, εκφράζει μία μορφή υπερβολής;
Δηλαδή θα επιβάλουμε εμείς διά νόμου σε έναν ξένο επενδυτή να τοποθετήσει τα χρήματά του σε χώρους που δεν εντάσσονται στο στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας; Μήπως, δεδομένου του άσχημου επιχειρηματικού περιβάλλοντος της χώρας μας και της επενδυτικής άπνοιας, πρέπει να σταματήσουν κάποια ώρα οι από καθ’ έδρας θεωρήσεις των ξένων επενδύσεων; Το κράτος οφείλει να δημιουργήσει πρώτα αυτό το ίδιο το υπόστρωμα για επενδύσεις στους παραπάνω χώρους, δελεάζοντας έτσι την επιχειρηματική δραστηριότητα και όχι επιβάλλοντας με το ζόρι μία επένδυση!
Και αν δεν επενδύσουν οι ξένοι επιχειρηματίες τα δικά τους κεφάλαια στους χώρους που εμείς επιλέξαμε, τότε τι θα γίνει; Θα τους διώξουμε, θα τους τιμωρήσουμε ή θα τους εξοστρακίσουμε στο Γουαντάναμο της Κούβας;
Δημήτρης Μάρδας, Αναπληρωτής καθηγητής
του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ
imerisia
Δηλαδή θεωρεί... κατόρθωμα την έγκριση σε τριάντα ημέρες της...αίτησης μιας ξένης μεγάλης επένδυσης! Σημειώνεται ότι στο Ιράν των Μουλάδων η ηλεκτρονική(!) κατάθεση μιας αίτησης για επένδυση οποιουδήποτε μεγέθους, μικρού ή μεγάλου, απαντάται το αργότερο σε δύο μήνες. Στην Άπω Ανατολή ο χρόνος αυτός είναι είκοσι ημέρες.
Παρακολουθώντας τις αλλαγές που επέρχονται στο νομοσχέδιο κατά τη συζήτηση στη Βουλή, διαπιστώνεται ότι στο σύνολο των προϋποθέσεων που διαζευκτικά οφείλει να πληροί ο ξένος επενδυτής σημειώνεται το ακόλουθο:
Ο ξένος επενδυτής, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, υποχρεούται να κάνει μία επένδυση της τάξης των 3 εκατομμυρίων ευρώ ανά τριετία, σε έργα που προάγουν και δημιουργούν υπεραξία για την περιβαλλοντική προστασία της χώρας, ανεξαρτήτως του ποσού της επένδυσης, μεγάλης ή μικρής. Επίσης, προβλέπει ένα ίδιο ποσό σε έργα που αναφέρονται στο χώρο της εκπαίδευσης, της έρευνας και της τεχνολογίας.
Αναλυτικότερα, οι παραπάνω δεσμευτικές διατάξεις αφορούν κατά κύριο λόγο επενδύσεις κάτω των 75 εκατ. ευρώ ή άνω των 75 εκατ. ευρώ που δεν δημιουργούν όμως 200 θέσεις εργασίας ή επενδύσεις που δεν έχουν ως κύριο προσανατολισμό την προαγωγή της περιβαλλοντικής προστασίας ή την εκπαίδευση ή την έρευνα-τεχνολογία. Αφορούν δηλαδή ένα μεγάλο σύνολο -το συντριπτικά μεγαλύτερο ίσως- των ξένων επενδύσεων στην παραγωγή και τις υπηρεσίες. Από τα όσα αναφέρθηκαν συνάγεται ότι μία χώρα, η Ελλάδα:
α) Φορολογεί τα κέρδη με συντελεστή 40% τα διανεμόμενα κέρδη.
β) Χαρακτηρίζεται από τις πιο αφιλόξενες του πλανήτη ως προς το επιχειρείν (109 θέση σε σύνολο 183 χωρών για το 2010).
γ) Είναι η 79η πιο διεφθαρμένη χώρα σε σύνολο 180 χωρών.
δ) Βρίσκεται στα πρόθυρα της πτώχευσης, όντας η πρώτη στον πλανήτη ως προς την πιθανότητα πτώχευσης.
ε) Διώχνει το επιστημονικό προσωπικό της, το οποίο αναγκάζεται να μεταναστεύσει σε άλλα κράτη.
στ) Προβάλλει ένα αποσαθρωμένο βιομηχανικό ιστό και 700 χιλιάδες ανέργους.
Και ο νόμος επιβάλλει σε ένα ευρύτατο σύνολο ξένων επενδυτών, έτσι απλά, τα ακόλουθα:
Ανά έτος οφείλουν οι επενδυτές να «ακουμπήσουν» 2 εκατομμύρια ευρώ στο περιβάλλον και στην τεχνολογία. Αυτό σημαίνει ότι σε μία επένδυση 40 εκατομμυρίων, λόγου χάρη, ο ξένος επιχειρηματίας οφείλει υποχρεωτικά κάθε έτος να επενδύει κεφάλαια στους δύο ανωτέρω τομείς που αντιστοιχούν στο 5% της επένδυσης! Αν και η συγκεκριμένη ρύθμιση ως σύλληψη ακαδημαϊκού χαρακτήρα κινείται στη σωστή κατεύθυνση και ηχεί ωραία μη προκαλώντας εύλογες αντιδράσεις σε γραφειοκράτες, νομικούς και βουλευτές με ανεπαρκή γνώση της αγοράς, μήπως, τελικά, εκφράζει μία μορφή υπερβολής;
Δηλαδή θα επιβάλουμε εμείς διά νόμου σε έναν ξένο επενδυτή να τοποθετήσει τα χρήματά του σε χώρους που δεν εντάσσονται στο στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας; Μήπως, δεδομένου του άσχημου επιχειρηματικού περιβάλλοντος της χώρας μας και της επενδυτικής άπνοιας, πρέπει να σταματήσουν κάποια ώρα οι από καθ’ έδρας θεωρήσεις των ξένων επενδύσεων; Το κράτος οφείλει να δημιουργήσει πρώτα αυτό το ίδιο το υπόστρωμα για επενδύσεις στους παραπάνω χώρους, δελεάζοντας έτσι την επιχειρηματική δραστηριότητα και όχι επιβάλλοντας με το ζόρι μία επένδυση!
Και αν δεν επενδύσουν οι ξένοι επιχειρηματίες τα δικά τους κεφάλαια στους χώρους που εμείς επιλέξαμε, τότε τι θα γίνει; Θα τους διώξουμε, θα τους τιμωρήσουμε ή θα τους εξοστρακίσουμε στο Γουαντάναμο της Κούβας;
Δημήτρης Μάρδας, Αναπληρωτής καθηγητής
του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ
imerisia