Η επίσημη επίσκεψη την ερχόμενη εβδομάδα στην Ουάσιγκτον του προέδρου της Κίνας, Χου Ζιντάο, έχει τροφοδοτήσει για μια ακόμη φορά μια άκρατη συνωμοσιολογία στο διεθνή Τύπο. Που πήρε προχθες εκρηκτικές διαστάσεις όταν το Πεκίνο ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά μια ... (ασήμαντη, ουσιαστικά) ανατίμηση του γουάν και κάποιες κινήσεις (απατηλής) διεθνοποίησης του κινεζικού νομίσματος για τις επιχειρήσεις. Απλώς, μια δέσμη περιορισμών που απέτρεπαν τις ελεύθερες ροές των επιχειρήσεων προς το εξωτερικό ήρθησαν.
Υπό τον φόβο να ανατραπεί από το αμερικανικό Κογκρέσο η «φιλοκινεζική» πολιτική της κυβέρνησης Ομπάμα και για να αποτραπεί ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ της τωρινής και της μελλοντικής υπερδύναμης, φημολογείται η ύπαρξη «μυστικού» εμπορικού συμφώνου. Λέγεται ότι οι λεπτομέρειες του συμφώνου θα συζητηθούν μεταξύ Ομπάμα και Χου.
Ωστόσο, όμως, η Ουάσιγκτον έχει ήδη θέσει την πρόταση ότι χώρες με ιλιγγιώδη πλεονάσματα χρειάζονται διαρθρωτικές, δημοσιονομικές και συναλλαγματικές πολιτικές τόνωσης της εγχώριας ανάπτυξης. Ωστόσο, η πρόταση αυτή έχει απορριφθεί από το Πεκίνο.
Επί χρόνια, οι Αμερικανοί πρόεδροι αντιμετωπίζουν ένα γρίφο σχετικό με την Κίνα. Πώς να αντιμετωπίσουν μια χώρα που ασκεί επιθετική πολιτική εμπορικών εξαγωγών χωρίς να απελευθερώσουν τις δυνάμεις του προστατευτισμού; Η οργή κατά της Κίνας εντός των ΗΠΑ οξύνεται και ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν δικαιώνει όσους θα θωρακιστούν από τις πολιτικές της χώρας με μέτρα προστατευτισμού.
Στη Βουλή των Αντιπροσώπων υπερίσχυσε η «σκληρή γραμμή» κατά του Πεκίνου στο κρίσιμο θέμα της συναλλαγματικής πολιτικής. Καταγγέλλοντας ότι η Kίνα «χειραγωγεί» την υποτιμημένη ισοτιμία του νομίσματός της έναντι του δολαρίου ως επιδότηση, παραβιάζοντας την αμερικανική νομοθεσία, εξετάσθηκαν μέτρα κατά των κινεζικών εισαγωγών.
Oι φωνές οργής κατά της Kίνας έχουν πάρει ξανά διαστάσεις τεράστιες στις HΠA. Συνδικαλιστικές ενώσεις, βιομήχανοι και βιοτέχνες και μια ομάδα μελών του αμερικανικού Kογκρέσου, που αυτοαποκαλούνται «Συμμαχία Δράσης κατά του Kινεζικού Nομίσματος» επικρίνουν το Πεκίνο ότι εξακολουθεί να εκμεταλλεύεται αθέμιτα το συγκριτικό πλεονέκτημα του υποτιμημένου έως και 40% (!) γουάν έναντι του δολαρίου. Προεκλογικά (δηλαδή πριν από δυόμισι χρόνια...) ο Μπαράκ Ομπάμα είχε υιοθετήσει την άποψη ότι πρέπει να προστατευτούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις με την επιβολή υψηλότερων δασμών (αντιντάμπιγκ) στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στις ΗΠΑ, για να αντισταθμισθεί η επίδραση στην ανταγωνιστικότητά τους από το «χειραγωγούμενο» κινεζικό νόμισμα.
Ωστόσο, όταν εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ, ξέχασε τις υποσχέσεις του...
Βεβαίως, η «χειραγώγηση» του νομίσματός της από την Κίνα είναι μια πρακτική πολλών χρόνων που έχει καταδικαστεί εντόνως επί σειράν ετών από το αμερικανικό Κογκρέσο, καθώς και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ωστόσο καμία κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν τόλμησε ποτέ επισήμως να διατυπώσει αυτή την άποψη για μην εξοργίσει το Πεκίνο.
Τα περισσότερα από τα διεθνή νομίσματα έχουν μεταξύ τους σχέσεις ελεύθερης διακύμανσης. Ενίοτε, πάντως, οι χώρες περιορίζουν τις εκροές κεφαλαίου όταν γίνονται μαζικές πωλήσεις του νομίσματός τους, ή παίρνουν μέτρα για να αποθαρρύνουν τις μαζικές εισροές όταν φοβούνται πως οι κερδοσκόποι αγαπούν υπερβολικά τις οικονομίες τους.
Η μεγάλη εξαίρεση είναι η Κίνα. Παρά τα τεράστια εμπορικά πλεονάσματα, οι κινεζικές αρχές έχουν διατηρήσει την ισοτιμία του νομίσματος επίμονα αδύναμη. Δίνουν, έτσι, στους Κινέζους εξαγωγείς ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους. Η πολιτική αυτή επιτείνει το πρόβλημα, εκτροχιάζοντας τη ζήτηση από τον υπόλοιπο κόσμο και κατευθύνοντάς την τεχνηέντως στις τσέπες των Κινέζων εξαγωγέων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Κίνα αναδείχθηκε το 2009 σε πρώτη εξαγωγική δύναμη του κόσμου, ξεπερνώντας τη Γερμανία που κατείχε το ρεκόρ από το 2000 μέχρι και το 2008. Το ίδιο έτος, η Κίνα ξεπέρασε τη Γερμανία και ως προς το μέγεθος της οικονομίας της, παραγκωνίζοντάς την από την τρίτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης και φέτος υποσκέλισε την Ιαπωνία από τη δεύτερη, με την Αμερική στην κορυφαία θέση.
Ζ.Ζήκου
Υπό τον φόβο να ανατραπεί από το αμερικανικό Κογκρέσο η «φιλοκινεζική» πολιτική της κυβέρνησης Ομπάμα και για να αποτραπεί ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ της τωρινής και της μελλοντικής υπερδύναμης, φημολογείται η ύπαρξη «μυστικού» εμπορικού συμφώνου. Λέγεται ότι οι λεπτομέρειες του συμφώνου θα συζητηθούν μεταξύ Ομπάμα και Χου.
Ωστόσο, όμως, η Ουάσιγκτον έχει ήδη θέσει την πρόταση ότι χώρες με ιλιγγιώδη πλεονάσματα χρειάζονται διαρθρωτικές, δημοσιονομικές και συναλλαγματικές πολιτικές τόνωσης της εγχώριας ανάπτυξης. Ωστόσο, η πρόταση αυτή έχει απορριφθεί από το Πεκίνο.
Επί χρόνια, οι Αμερικανοί πρόεδροι αντιμετωπίζουν ένα γρίφο σχετικό με την Κίνα. Πώς να αντιμετωπίσουν μια χώρα που ασκεί επιθετική πολιτική εμπορικών εξαγωγών χωρίς να απελευθερώσουν τις δυνάμεις του προστατευτισμού; Η οργή κατά της Κίνας εντός των ΗΠΑ οξύνεται και ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν δικαιώνει όσους θα θωρακιστούν από τις πολιτικές της χώρας με μέτρα προστατευτισμού.
Στη Βουλή των Αντιπροσώπων υπερίσχυσε η «σκληρή γραμμή» κατά του Πεκίνου στο κρίσιμο θέμα της συναλλαγματικής πολιτικής. Καταγγέλλοντας ότι η Kίνα «χειραγωγεί» την υποτιμημένη ισοτιμία του νομίσματός της έναντι του δολαρίου ως επιδότηση, παραβιάζοντας την αμερικανική νομοθεσία, εξετάσθηκαν μέτρα κατά των κινεζικών εισαγωγών.
Oι φωνές οργής κατά της Kίνας έχουν πάρει ξανά διαστάσεις τεράστιες στις HΠA. Συνδικαλιστικές ενώσεις, βιομήχανοι και βιοτέχνες και μια ομάδα μελών του αμερικανικού Kογκρέσου, που αυτοαποκαλούνται «Συμμαχία Δράσης κατά του Kινεζικού Nομίσματος» επικρίνουν το Πεκίνο ότι εξακολουθεί να εκμεταλλεύεται αθέμιτα το συγκριτικό πλεονέκτημα του υποτιμημένου έως και 40% (!) γουάν έναντι του δολαρίου. Προεκλογικά (δηλαδή πριν από δυόμισι χρόνια...) ο Μπαράκ Ομπάμα είχε υιοθετήσει την άποψη ότι πρέπει να προστατευτούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις με την επιβολή υψηλότερων δασμών (αντιντάμπιγκ) στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στις ΗΠΑ, για να αντισταθμισθεί η επίδραση στην ανταγωνιστικότητά τους από το «χειραγωγούμενο» κινεζικό νόμισμα.
Ωστόσο, όταν εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ, ξέχασε τις υποσχέσεις του...
Βεβαίως, η «χειραγώγηση» του νομίσματός της από την Κίνα είναι μια πρακτική πολλών χρόνων που έχει καταδικαστεί εντόνως επί σειράν ετών από το αμερικανικό Κογκρέσο, καθώς και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ωστόσο καμία κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν τόλμησε ποτέ επισήμως να διατυπώσει αυτή την άποψη για μην εξοργίσει το Πεκίνο.
Τα περισσότερα από τα διεθνή νομίσματα έχουν μεταξύ τους σχέσεις ελεύθερης διακύμανσης. Ενίοτε, πάντως, οι χώρες περιορίζουν τις εκροές κεφαλαίου όταν γίνονται μαζικές πωλήσεις του νομίσματός τους, ή παίρνουν μέτρα για να αποθαρρύνουν τις μαζικές εισροές όταν φοβούνται πως οι κερδοσκόποι αγαπούν υπερβολικά τις οικονομίες τους.
Η μεγάλη εξαίρεση είναι η Κίνα. Παρά τα τεράστια εμπορικά πλεονάσματα, οι κινεζικές αρχές έχουν διατηρήσει την ισοτιμία του νομίσματος επίμονα αδύναμη. Δίνουν, έτσι, στους Κινέζους εξαγωγείς ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους. Η πολιτική αυτή επιτείνει το πρόβλημα, εκτροχιάζοντας τη ζήτηση από τον υπόλοιπο κόσμο και κατευθύνοντάς την τεχνηέντως στις τσέπες των Κινέζων εξαγωγέων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Κίνα αναδείχθηκε το 2009 σε πρώτη εξαγωγική δύναμη του κόσμου, ξεπερνώντας τη Γερμανία που κατείχε το ρεκόρ από το 2000 μέχρι και το 2008. Το ίδιο έτος, η Κίνα ξεπέρασε τη Γερμανία και ως προς το μέγεθος της οικονομίας της, παραγκωνίζοντάς την από την τρίτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης και φέτος υποσκέλισε την Ιαπωνία από τη δεύτερη, με την Αμερική στην κορυφαία θέση.
Ζ.Ζήκου