Μετά την παραίτηση Στρος Καν από την ηγεσία του ΔΝΤ όλοι συμφωνούν ότι ο διάδοχός του θα έχει δύσκολο έργο.
Oι χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας διεκδικούν για πρώτη φορά την διοίκηση του διεθνούς οργανισμού.
Mεταδίδει τώρα η Ντόιτσε Βέλλε:
"Κρίση χρέους στην Ευρώπη, ραγδαία επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών στις Ηνωμένες Πολιτείες και από την άλλη πλευρά εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη στις αναδυόμενες αγορές, αν και με ανεπιθύμητες παρενέργειες στην... άνοδο του πληθωρισμού και στην ισοτιμία των τοπικών νομισμάτων. Η επιμονή των αναδυομένων χωρών να ορίσουν εκείνες τον νέο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δεν είναι παρά λογική συνέπεια της οικονομικής του ανάπτυξης και του ρόλου που διαδραματίζουν πλέον στη διεθνή σκηνή, δηλώνει στην Ντόϊτσε Βέλλε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βραζιλίας Σέλσο Αμορίμ – και απορρίπτει τις αξιώσεις των Ευρωπαίων να ορίσουν για τέταρτη συνεχή φορά δικό τους υποψήφιο:
.«Αυτό είναι κατάλοιπο του παρελθόντος, της εποχής που οι G7 όριζαν τις τύχες της παγκόσμιας οικονομίας. Σήμερα οι χώρες της ομάδας BRIC, συμπεριλαμβάνονται στους δέκα μεγαλύτερους χρηματοδότες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είναι πλέον η ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πρέπει να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες και να περιορίσει την επιρροή των βιομηχανικών χωρών, οι οποίες άλλωστε είναι υπεύθυνες για τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση όλων των εποχών, που διανύουμε σήμερα. Θεωρώ λοιπόν αυτονόητο ότι ο επόμενος επικεφαλής του διεθνούς οργανισμού θα πρέπει να προέρχεται από αναδυόμενη χώρα. Ιδιαίτερες προτιμήσεις δεν έχω, αλλά πιστεύω ότι ένας υποψήφιος από την Κίνα θα προσέδιδε ένα ιδιαίτερο ειδικό βάρος στον διεθνή οργανισμό», λέει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βραζιλίας.
Κριτήριο το βιογραφικό, όχι η γεωγραφική προέλευση
Η αυξανόμενη οικονομική ισχύς των αναδυομένων χωρών δεν είναι όμως επαρκής λόγος για την απόρριψη μίας καλής υποψηφιότητας από την Ευρώπη. Άλλωστε μόνο οι χώρες του παλαιού G7, δηλαδή η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Βρετανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς, εξακολουθούν να εκπροσωπούν το 49% της παγκόσμιας οικονομίας. Από την πλευρά τους οι χώρες της ομάδας BRIC, δηλαδή η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα, περιορίζονται στο 18%, ποσοστό μικρότερο της Ε.Ε. που έχει μόνη της το 25% της παγκόσμιας οικονομίας.
Εν πάση περιπτώσει, το αποκλειστικό κριτήριο επιλογής πρέπει να είναι το βιογραφικό και οι ικανότητες του υποψηφίου και όχι τα στατιστικά στοιχεία περί οικονομικής επιρροής, υποστηρίζει ο Ντένις Σνόουερ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεθνούς Οικονομίας του Κιέλου:
«Έχει σημασία ποιος διοικεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τις όποιες διαπραγματεύσεις, το βασικό κριτήριο λοιπόν είναι η σωστή κατάρτιση και οι ικανότητές του υποψηφίου. Τα μακροοικονομικά στοιχεία της κάθε χώρας είναι δευτερεύον ζήτημα νομίζω…»
Συνέπειες για την κρίση χρέους της Ευρωζώνης;
Ο Μίχαελ Μπρόϊνιγκερ, διευθυντής έρευνας στο Ινστιτούτο Διεθνούς Οικονομίας του Αμβούργου, υποστηρίζει ότι αν επιλεγεί τελικά υποψήφιος από αναδυόμενη χώρα, η κρίση χρέους της Ευρωζώνης δεν θα αποτελεί πλέον προτεραιότητα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου:
«Μπορεί οι αποφάσεις να λαμβάνονται από τον οργανισμό στο σύνολό του, δεν πρόκειται για καθαρά προσωπικές επιλογές του όποιου επικεφαλής. Αλλά έχει σημασία η σωστή επικοινωνία με το πολιτικό προσωπικό: είναι καλύτερα όταν ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου γνωρίζει τους Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι επίσης τον γνωρίζουν. Όταν λοιπόν μιλάμε για υλοποίηση μέτρων στην Ευρώπη, ασφαλώς είναι καλύτερα να έχουμε έναν Ευρωπαίο στο τιμόνι του διεθνούς οργανισμού».
Υπάρχει βέβαια και ο αντίλογος, ακόμα και στην ίδια την Ευρώπη. Στο Βερολίνο για παράδειγμα, ο αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των κυβερνώντων χριστιανοδημοκρατών Μίχαελ Φουκς υποστηρίζει ότι ένας υποψήφιος από αναδυόμενη χώρα θα ήταν καλύτερη επιλογή και για την Ευρωζώνη. Γιατί θα μπορούσε πιο εύκολα και χωρίς δεσμεύσεις να επιβάλει μία αυστηρή πολιτική για την εξυγίανση του προϋπολογισμού.