Οσο η Ελλάδα «διασώζεται» από τους Ευρωπαίους εταίρους της, η πιστοληπτική ικανότητά της καταποντίζεται.
Ηδη έφτασε στην κατηγορία «πάτος» (CCC).
Με την επικείμενη πρόσθετη «διάσωση», αναμένεται ακόμη πιο κάτω: στην κατηγορία «κάτω από τον πάτο»(D)!
Ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι οι «διασώσεις», με τους όρους που επιβάλλονται, καθηλώνουν τον οφειλέτη σε οικονομική ασφυξία, ώστε η χρεοκοπία του να αποβαίνει απλό... ζήτημα χρόνου; Χωρίς «διάσωση», η οφειλέτρια χώρα χρεοκοπεί, αλλά με «διάσωση» επίσης χρεοκοπεί. Στην πρώτη περίπτωση, το «πιστωτικό γεγονός» επέρχεται πάραυτα, στη δεύτερη προβάλλει απειλητικό και αναπόφευκτο σε βάθος χρόνου. Ακόμη και η απλή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής κηρύσσεται από τους αξιολογικούς οίκους και τις αγορές ως «πιστωτικό γεγονός» ισοδύναμο χρεοκοπίας. Είτε με επιμήκυνση είτε χωρίς αυτήν, η χρεοκοπία προεξοφλείται ως δεδομένη, καθ' όσον η ίδια η επιμήκυνση κηρύσσεται χρεοκοπία. Από το καταθλιπτικό και φανερό για όλους αδιέξοδο, ο καθείς αντλεί τα συμπεράσματά του.
Η κυβέρνηση δεν πείθει ούτε καν τον εαυτόν της, όταν ισχυρίζεται ότι «αλλάζει ριζικά τη χώρα», εφ' όσον το μόνο που κάνει είναι να την καταποντίζει στη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της και να ξεπουλά το δημόσιο πλούτο και τους εργαζομένους της στους πιστωτές.
Μοναδική αλλαγή που συντελείται, με μοιραία και αποφασιστική ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης, είναι η μεταβολή του καθεστώτος της χώρας: από αυτό της ελευθερίας και της δημοκρατίας, σε εκείνο της ειλωτείας, στο οποίο δικαιώματα του πολίτη και του ανθρώπου δεν υπάρχουν ούτε καν στα χαρτιά, αφού στο εξής γι' αυτόν αποφασίζουν οι δανειστές. Στον 6ο π.Χ. αιώνα, ο Σόλων απαγόρευσε τον δανεισμό «επί σώμασι». Σήμερα, μη κατασχέσιμα στοιχεία, συστατικά της έννοιας του ανθρώπου και του πολίτη -μισθοί, συντάξεις, κοινωνικές παροχές, δαπάνες υγείας και παιδείας-, εκχωρούνται στους πιστωτές. Από το πλήρες και προφανές αδιέξοδο, το λαϊκό και δημοκρατικό αισθητήριο έχει ήδη λάβει το μήνυμα.
Ο λαός και η κοινωνία δίδουν το παρών στις πλατείες, όχι για καλύτερη διαχείριση του αδιεξόδου, αλλά για την ανατροπή του συστήματος, που έχει παγιδεύσει τη χώρα, ειδικά τους νέους, σ' αυτό.
Οσον αφορά τα πολιτικά κόμματα, είτε αποδέχονται τη συναίνεση είτε την απορρίπτουν, εξ ορισμού γύρω από αυτήν περιστρέφονται και αναλώνονται σε διαφορετικό μήκος κύματος από αυτό της κοινωνίας. Η πολιτική, όχι μόνον στη σημερινή παρακμιακή εκδοχή της, αλλά ακόμη και στην πιο ιδανική, δεν είναι σε θέση από τη φύση της να καλύπτει φαινόμενα όπως αυτό της βιοτικής υπόστασης των κοινωνιών.
Με τις επιλογές των δανειστών και της κυβέρνησης, αλλά και τη συνενοχή του πολιτικού συστήματος, πλήττονται σήμερα όχι μόνον τα πολιτικά, δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών, αλλά ακόμη και τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα στη ζωή των απλών ανθρώπων. Η πολιτική μπορεί να λειτουργεί, όταν τα βιοτικά δεδομένα των ανθρώπων είναι εξασφαλισμένα και δεν αμφισβητούνται. Οταν αυτά σαρώνονται και ο κοινωνικός βιότοπος γίνεται σκουπίδια, τότε το λαϊκό αισθητήριο πηγαίνει πέρα από την πολιτική, προασπίζοντας τη βιοτική υπόσταση τόσο των ανθρώπων όσο και της κοινωνίας. Στις βιοτικές αφυπνίσεις, οι κομματικές αντιδικίες δεν είναι παρά μάχες οπισθοφυλακής, με ήσσονος σημασίας διακυβεύματα.
Γιατί άραγε οι ευρωπαϊκές «διασώσεις» κάνουν το χρέος και το έλλειμμα μη διαχειρίσιμα; Διότι διασώζουν τον πιστωτή, όχι τον οφειλέτη. Επιβάλλουν περικοπές εισοδημάτων και κοινωνικών παροχών, με συνέπεια την ύφεση και τη συρρίκνωση του εθνικού εισοδήματος. Ο οφειλέτης καλείται να καταβάλλει περισσότερα, ενώ ταυτόχρονα το εισόδημά του μειώνεται. Οσο η ύφεση βαθαίνει και οι τιμές συμπιέζονται τόσο ανέρχεται η αγοραστική δύναμη του χρήματος, δηλαδή του χρέους, ώστε απαιτούνται περισσότερα πραγματικά αγαθά προς αποπληρωμή του.
Ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν διαπιστώνει ότι η ύφεση σήμερα προωθείται σε παγκόσμια κλίμακα από την τάξη του χρήματος, των τραπεζιτών και κερδοσκόπων. Οι τελευταίοι δεν πιστεύουν σε μελλοντική ανάκαμψη της οικονομίας, αξιώνουν να πληρωθούν εδώ και τώρα, ακόμη και με τίμημα τον ανασκολοπισμό του οφειλέτη. Με πρόσχημα τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, καταποντίζουν την οφειλέτρια χώρα στην ύφεση, καθ' όσον αναβαθμίζουν έτσι την πραγματική αξία των απαιτήσεών τους. Ωστόσο, όσο εξοντώνουν τις βιοτικές προϋποθέσεις της τόσο περισσότερο υπονομεύουν την ικανότητα παραγωγής νέου εισοδήματος και συνεπώς την ικανότητα της δικής τους αρπακτικότητας και πλεονεξίας στο επόμενο βήμα.
Άρθρο:Κ.Βεργόπουλος,αναδημοσιεύεται από την "Ελευθεροτυπία".