Σε μια νέα εξέλιξη, με την πιθανότητα να βοηθηθεί η χώρα μας από ένα Διεθνή Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο, όπως συνέβη σε πανομοιότυπες περιπτώσεις, αναφέρεται η «Wall Street Journal», με αφορμή την... επίσκεψη στην Αθήνα του Τσαρλς Νταλάρα, ο οποίος είναι ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (Institute of International Finance).
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο κ. Νταλάρα βρίσκεται στην ελληνική πρωτεύουσα για ανεπίσημες συνομιλίες με Έλληνες πολιτικούς και τραπεζίτες, συμπεριλαμβανομένου και του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου, προκειμένου να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι ιδιώτες πιστωτές θα βοηθήσουν την Ελλάδα στο νέο πρόγραμμα διάσωσης, όπως σημειώνεται.
Στη συνέχεια, τονίζεται ότι ο κ. Νταλάρα ήταν από τους αρχιτέκτονες του σχεδίου Brady, μιας πρωτοβουλίας εμπνευσμένης από το όνομα του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Nicholas Brady, σύμφωνα με την οποία κατά τη δεκαετία ’80, οι τράπεζες έλαβαν κίνητρα για να προβούν σε παραχωρήσεις όσον αφορά δάνειά τους προς κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής. Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, ο κ. Νταλάρα υποστήριξε ότι το θέμα της εμπλοκής ιδιωτών πιστωτών στο ελληνικό χρέος είναι πιο περίπλοκο συγκριτικά με το αντίστοιχο πρόβλημα στη Λατινική Αμερική του 1980, εξαιτίας του μεγαλύτερου αριθμού πιστωτών, του ρόλου των διεθνών οίκων αξιολόγησης και της αγοράς των ασφαλίστρων έναντι χρεοκοπίας, δηλώνοντας όμως ότι «είναι ένας στενός δρόμος, δεν το αρνούμαι, δεν θα είναι εύκολο, αλλά δεν νομίζω ότι είναι αδύνατο».
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου προτείνει την παροχή κινήτρων στους ιδιώτες για να αναχρηματοδοτήσουν τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «η εξέταση της δυνατότητας να ενισχυθεί η ποιότητα των νέων πιστώσεων πρέπει να αποτελέσει μέρος της συζήτησης, με δεδομένο ότι αυτές θα είναι πραγματικά εθελοντικές και για να αποφευχθεί ένα πιστωτικό γεγονός». Τέλος, υποστηρίζει ότι η κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιριών που είναι σήμερα εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος, είναι πολύ πιο υγιής σε όρους κεφαλαιακής δομής, σε σχέση με αυτήν των αμερικανικών και των ιαπωνικών τραπεζών στα τέλη της δεκαετίας του ’80.
Εν τω μεταξύ, η Marta Andreasen (ευρωβουλευτής του Βρετανικού Ανεξάρτητου Κόμματος και πρώην αρχιλογίστρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής), με άρθρο της στην ίδια εφημερίδα, αναφέρεται στις διάφορες αναθεωρήσεις που έχουν γίνει στα στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας, οι οποίες καταδεικνύουν, όπως υποστηρίζει, ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της ΕΕ (Eurostat, Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο) έχουν αποτύχει στην αποστολή τους.
Μεταξύ άλλων, τονίζει ότι την εποχή που η Ελλάδα προετοιμαζόταν να ενταχθεί στην ευρωζώνη, και η ΕΚΤ είχε εκφράσει την ανησυχία της σχετικά με τα επίπεδα χρέους της χώρας, το κοινό μυστικό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν ότι κατά την περίοδο ένταξης της Ελλάδας στο κοινό νόμισμα, η Eurostat και κατόπιν ο τότε επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Pedro Solbes γνώριζαν ότι όποια φωνή κατά της ελληνικής ένταξης στο ευρώ θα έπρεπε να σιωπήσει, καθώς η πολιτική ορμή για την επέκταση και την καθιέρωση του κοινού νομίσματος ήταν πολύ δυνατή. Καταλήγοντας διατυπώνει την άποψη ότι οι ηγέτες της ΕΕ για πολύ καιρό είχαν τοποθετήσει την πολιτική πάνω από τη μαθηματική πραγματικότητα και τώρα με βαθύτατα υποκριτικό τρόπο συμπεριφέρνονται στους Έλληνες σαν να είναι παρίες.
Επίσης, σε άλλο άρθρο γνώμης στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς», οι Rob Cox και Richard Beales αναφέρονται στη χρεοκοπία των δύο αμερικανικών εταιρειών, της General Motors (GM) και της Lehman Brothers (LB), επιχειρώντας να συγκρίνουν τη συγκεκριμένη περίπτωση με την ελληνική κρίση.
Μεταξύ άλλων, αναφέρουν ότι ανάλογα με τον τρόπο που κινήθηκαν οι δυο αυτές εταιρείες ήταν και το αποτέλεσμα της χρεοκοπίας τους, με αυτό της Lehman Brothers να είναι καταστροφικό, ενώ της GM να είναι διαχειρίσιμο. Οι αρθρογράφοι εκτιμούν ότι η σύγκριση (με την ελληνική κρίση) δεν μπορεί να είναι απόλυτη, καθώς η Ελλάδα είναι κυρίαρχο κράτος και όχι εταιρεία, αλλά υπογραμμίζουν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από την αποτυχία των δύο αμερικανικών εταιρειών θα μπορούσε να είναι διδακτική, προβάλλοντας έτσι το επιχείρημα ότι αν οι πολιτικοί της Ευρώπης επιθυμούν μια ελληνική χρεοκοπία να καταλήξει όπως αυτή της GM και όχι στην καταστροφική χρεοκοπία της LB, θα πρέπει να προετοιμαστούν. Είχαν πολύ χρόνο στη διάθεσή τους, επισημαίνεται χαρακτηριστικά, αλλά δυστυχώς τον σπατάλησαν. Επίσης, σημειώνουν ότι μια πιθανή χρεοκοπία θα πρέπει να γίνει οργανωμένα και ότι ακόμη και στην περίπτωση ενός «κουρέματος» θα πρέπει πρώτα να προηγηθεί ένας μηχανισμός στήριξης του τραπεζικού κεφαλαίου και ενδυνάμωσης των οικονομικών τους, ώστε να αποφευχθεί ένας τραπεζικός πανικός, όπως στην περίπτωση της Lehman Brothers.