Βρέθηκα για λίγες μέρες σε τόπο όπου δεν φτάνουν νωρίς ή δεν φτάνουν καθόλου οι εφημερίδες και όπου αντιθέτως φτάνει άφθονο ...τσίπουρο, η κατανάλωση του οποίου καταστέλλει κάθε επιθυμία να παρακολουθήσει κανείς τηλεόραση - ή πάντως καταστέλλει κάθε τέτοια δική μου επιθυμία, ούτως ή άλλως ασθενή.
Υπό την επήρεια των ως άνω παραγόντων, λοιπόν, συνειδητοποίησα πόσο σοφή είναι η άποψη ότι, όταν δεν γνωρίζεις ένα πρόβλημα, το πρόβλημα δεν...υπάρχει (πράγμα αντίθετο από το υποδηλούμενο με τη φράση «καλά, αυτό δεν υπάαρχει!»).
Αν, θέλω να πω, δεν ξέρεις τι γίνεται με τα σπρεντ, πού διαφωνεί ο Σαρκοζί με τη Μέρκελ και τι κίνδυνο γεννά η διχογνωμία για το ευρώ και την Ελλάδα, είναι σαν αυτά να μη συμβαίνουν. Ώστε, όταν μαθαίνεις ότι βρέθηκε κοινός τόπος, μπορείς να χαρείς με την καλή είδηση (αν τελικώς αποδειχθεί καλή και δεν ισχύσει ο δεύτερος νόμος του Μέρφι - ότι, δηλαδή, θα διαπιστώσουμε πως θα ήταν καλύτερο να μην τα είχαν βρει) έχοντας αποφύγει όλες τις μέρες αγωνίας που έχουν ταλανίσει τους υπολοίπους. (Το ότι και οι υπόλοιποι έπιναν τσίπουρο μέσα στην αγωνία τους δεν αποτελεί απάντηση: η αγωνία, όσο να πεις, χαλάει κάπως την τσιπουροποσία.)
Σπεύδω να συμφωνήσω ότι η νιρβάνα που οφείλεται σε άγνοια του προβλήματος δεν σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν υφίσταται ούτε ότι οι επιπτώσεις του δεν θα πέσουν στο κεφάλι μας.
Σημαίνει, όμως, ότι λόγω αγνοίας έχεις γλιτώσει μερικές μέρες (ή μήνες) νευροπάθειας. Πράγμα που είναι ιδιαίτερα θετικό, ιδίως όταν δεν μπορείς να κάνεις τίποτε για το πρόβλημα ούτως ή άλλως, θέλω να πω ακόμη και αν το έχεις πληροφορηθεί έγκαιρα και στην πλήρη διάστασή του.
Σε τέτοια περίπτωση ό,τι είναι να γίνει θα γίνει ανεξάρτητα από τη φιλομάθειά σου, οπότε η άγνοια έχει μόνο όφελος: αποφεύγεις το σπάσιμο νεύρων της αναμονής και υφίστασαι ό,τι θα πάθαινες ακόμη και αν είχες ζήσει όλη την αγωνία του πράγματος λεπτό προς λεπτό.
Για παράδειγμα: φίλος που γνωρίζει τις εμμονές μου,μου τηλεφώνησε κατά την ως άνω περίοδο (μου) της τσιπουρικής ευδαιμονίας για να ρωτήσει αν κατά τη γνώμη μου θα υπάρξει πρόβλημα με την πληρωμή των τόκων των ελληνικών ομολόγων του Αυγούστου. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα για τα της συνόδου κορυφής, ούτε φυσικά για τα των πληρωμών τόκων του Δημοσίου, αλλά ακριβώς γι’ αυτό δεν διακατεχόμουν από καμία σχετική αγωνία. Τι το απλούστερο από το να μεταλαμπαδεύσω την αισιοδοξία του τσίπουρου στον φίλο μου: «θα πληρωθούν σίγουρα», τον διαβεβαίωσα.
Ο ταβερνιάρης άκουσε την συζήτηση και με ρώτησε αν το τηλεφώνημα αφορούσε την κρίση.
Το παραδέχθηκα.
«Δηλαδή, θα την σκαπουλάρουμε;», με ρώτησε.
«Φυσικά», απάντησα, «όλα ...καλά».
Έσπευσα να εξηγήσω ότι δεν είχα ιδέα, αλλά αυτό δεν είχε σημασία. Τι να κάνεις το ομόλογο; Να το πουλήσεις, πιάνει τη μισή τιμή. Να το κάνεις ρολό να το βάλεις ...κ.ο.κ. δεν γίνεται, είναι άυλο. Να βεβαιωθείς ότι θα πληρωθούν οι τόκοι του δεν μπορείς παρά μόνο την ημέρα της πληρωμής.
Γιατί να αγωνιάς, λοιπόν, πριν την ώρα σου;
Βάλε ένα τσίπουρο..
Δεν νομίζω ότι ανέβηκα στην υπόληψη του ανθρώπου.
Συνέχισε, όμως, να με σερβίρει. Απλώς επέμεινε να πληρωθεί μετρητοίς.
Καλοκαιράκι...
Σ/Α
Δ.Καστριώτης