Περί Τιτανικού και άλλων ναυαγίων.. - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Περί Τιτανικού και άλλων ναυαγίων..


Με το που έσπασαν τα μπαλώματα των δανεικών, φάνηκε η φρικτή αλήθεια για την αξιοθρήνητη κατάσταση του πλοίου μας.
Η μόνη ελπίδα είναι να μας τραβήξουν τα παρακείμενα σκάφη στη στεριά, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνουμε για να βυθιστούμε και ότι, όσοι διέφυγαν, θα στείλουν εν καιρώ βοήθεια στους ναυαγούς, όπως είχε γίνει άλλωστε και πριν από πολλές δεκαετίες ...αλλά η δική μου γενιά ήταν μέχρι σήμερα αρκετά τυχερή, ώστε να μην το θυμάται.


Ενδεχομένως οι δημοσκόποι να εγείρουν ενστάσεις για την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος, αλλά το παράδειγμα μίας «τυπικής» παρέας...
παιδικών φίλων που πρόκειται να παραθέσω στις επόμενες γραμμές, είναι τουλάχιστον ενδεικτικό των αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Η Νάντια, 32 ετών, διδάκτωρ της χημείας, αναχωρεί σήμερα για το Παρίσι (αν της το επιτρέψουν οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας), όπου την περιμένει μία δουλειά με μισθό περίπου πενταπλάσιο από εκείνον ενός λέκτορα σε ελληνικό πανεπιστήμιο.
Ο Δημήτρης, 30 ετών, προγραμματιστής υπολογιστών, έφυγε πριν από 10 ημέρες για τις Βρυξέλλες, ακολουθώντας τη συνομήλικη σύντροφό του, η οποία πήρε μετάθεση από τα ελληνικά γραφεία εταιρείας κινητής τηλεφωνίας, στα αντίστοιχα Βελγικά. Πιστεύει ότι πολύ σύντομα, θα μπορέσει και αυτός να βρει δουλειά συναφή με το αντικείμενό του.
Η Ράνια, 29 ετών, αφού ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, πριν από έναν μήνα, στο Λονδίνο, παρέμεινε στη Βρετανική πρωτεύουσα εργαζόμενη ως πωλήτρια και αναμένοντας συνεντεύξεις για κάτι καλύτερο, αφού θεωρούσε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει καμία προοπτική στο χώρο της.
Η Αρετή, 31 ετών, επιτυχημένη κλινική ψυχολόγος, έκανε αίτηση και έλαβε πρόσκληση στην ημερίδα που διοργανώνει η πρεσβεία της Αυστραλίας στην Αθήνα για επίδοξους μετανάστες, ενώ λοξοκοιτάει και στην Ευρώπη. Το επόμενο βήμα της ίσως να είναι πολύ κοντά. Έτσι, από την παρέα των παλιών συμμαθητών που ολοκλήρωσαν αργότερα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, μόνος ένας, πλην του υπογράφοντος, παραμένει «και με τα δύο πόδια» στην Ελλάδα. Όσο για εκείνους που δεν πήγαν στο πανεπιστήμιο, βολοδέρνουν μεταξύ ανεργίας, περιστασιακής απασχόλησης και 800 ευρώ.

Θεωρητικά, οι ξενιτεμένοι που προανέφερα εντάσσονται στο πιο δυναμικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Μεγάλωσαν στο Παγκράτι, πήγαν σε δημόσιο σχολείο, δεν είναι «γόνοι καλής οικογενείας» και σπούδασαν χωρίς να έχουν ανεξάντλητους πόρους στη διάθεσή τους από τα σπίτια τους. Σε μία κανονική χώρα, όπου η κοινωνική κινητικότητα λειτουργεί, θα μπορούσαν να διεκδικήσουν με προϋποθέσεις το καλύτερο. Ίσως γι' αυτό ακριβώς και να εγκαταλείπουν άρον-άρον τον «Τιτανικό». Διότι αντιλαμβάνονται ότι σε ένα ναυάγιο του δικού μας τύπου, σωσίβιες λέμβοι διατίθενται συνήθως μόνο για τους επιβάτες της πρώτης θέσης. Από τους υπολοίπους, θα διασωθούν μόνο όσοι έμαθαν κολύμπι και μπορούν να απομακρυνθούν εγκαίρως από το σκαρί που γέρνει ήδη επικίνδυνα.

Το μεγάλο ερώτημα είναι βέβαια γιατί να μην μείνουν να πολεμήσουν, προσπαθώντας να κλείσουν τα ρήγματα. Η απάντηση είναι ότι μία τέτοια προσπάθεια θα φάνταζε μάταιη, όταν ο καπετάνιος ξέρει τι πρέπει να γίνει, αλλά προτιμά να το συζητά αντί να το κάνει. Την ίδια ώρα και ενώ η στάθμη του νερού ανεβαίνει επικίνδυνα, οι αξιωματικοί τσακώνονται για το ποιος θα τον διαδεχθεί, ενώ το πλήρωμα διαμαρτύρεται επειδή, λόγω του συμβάντος, έχουν επιδεινωθεί οι συνθήκες εργασίας του. Πολλοί επιβάτες έχουν ξεσηκωθεί επειδή έκλεισε το μπαρ και σταμάτησε να παίζει η μπάντα και ταυτόχρονα καθυβρίζουν την ακτοφυλακή, επειδή τα ρυμουλκά που έστειλε δεν είναι αρκούντως άνετα και γρήγορα. Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, της αναξιοκρατίας, της διαφθοράς, της ρεμούλας, του ωχαδερφισμού και της ανικανότητας, λίγα μπορεί να κάνει κανείς...

Με το που έσπασαν, λοιπόν, τα μπαλώματα των δανεικών, φάνηκε η φρικτή αλήθεια για την αξιοθρήνητη κατάσταση του πλοίου μας. Η μόνη ελπίδα είναι να μας τραβήξουν τα παρακείμενα σκάφη στη στεριά, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνουμε για να βυθιστούμε και ότι, όσοι διέφυγαν, θα στείλουν εν καιρώ βοήθεια στους ναυαγούς, όπως είχε γίνει άλλωστε και πριν από πολλές δεκαετίες, αλλά η δική μου γενιά ήταν μέχρι σήμερα αρκετά τυχερή, ώστε να μην το θυμάται..


Ν.Μαλεβίτης
Bookmark and Share