(Μία ακόμη) Συνόδος Κορυφής στις Βρυξέλλες - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

(Μία ακόμη) Συνόδος Κορυφής στις Βρυξέλλες


Το βασικότερο ίσως θέμα που θα απασχολήσει την Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών δεν είναι άλλο από το δημοσιονομικό σύμφωνο που καταρτίστηκε με την αμείωτη πίεση του Βερολίνου και την διακριτική εποπτεία του Παρισιού.


Και στην συνδιάσκεψη, τόσο η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ όσο και ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί κατέρχονται με...
συγκρατημένη αισιοδοξία -ο καθένας για διαφορετικούς λόγους.

Πανάκεια οι αυτόματες κυρώσεις;

Όπως αποφάνθηκε ο Γερμανός ευρωβουλευτής Έλμαρ Μπροκ, που ανήκει στον συνασπισμό της Μέρκελ και συμμετείχε στις -βιαστικές ομολογουμένως- διαβουλεύσεις για την εκπόνηση του «σχεδίου», αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Ο Χριστιανοδημοκράτης ευρωβουλευτής δικαίως υποστηρίζει ότι η επιβολή κυρώσεων για τους δημοσιονομικά «απείθαρχους» εταίρους μέσω ενός αυτοματισμού τέτοιου τύπου (σαν αυτόν που ετοιμάζουν να παρουσιάσουν οι Μέρκελ και Σαρκοζί) μπορεί σε πρώτη φάση να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή ενότητα και μακροζωία της Ένωσης, ωστόσο τα αποτελέσματά του θα είναι βραχυπρόθεσμα, ακριβώς επειδή ούτε οι προβληματικές χώρες - μέλη θα μπορέσουν να αντέξουν επί μακρό τα σκληρά εκείνα οικονομικά μέτρα που θα πρέπει να εφαρμοστούν ούτε τα μέτρα αυτά καθ’ εαυτά θα αποτρέψουν μια νέα σαρωτική οικονομική ύφεση. Αντίθετα μάλιστα, ο οικονομικός «παροπλισμός» της αγοράς θ’ αποκτήσει καθολικότερα χαρακτηριστικά, μέχρις εξαντλήσεως της κοινωνικής δομής των προβληματικών χωρών -κάτι που θα έχει μη προβλέψιμα αποτελέσματα.

Έλλειψη πολιτικής βούλησης ή απλώς οικονομικής ισχύος;

Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, η Ελλάδα θα χρειαστεί περισσότερα χρήματα για ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα χρέους που την ταλανίζει. Προ ημερών, σχετικό δημοσίευμα στο περιοδικό Der Spiegel έκανε λόγο για 145 δισ. ευρώ, έναντι των 130 που αρχικά είχαν υπολογιστεί στην συμφωνία του περασμένου Οκτωβρίου. Ωστόσο, το Βερολίνο παραμένει ανένδοτο, απορρίπτοντας κατηγορηματικά το ενδεχόμενο μεγαλύτερης συνδρομής. Τόσον ο πρόεδρος του γερμανικού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CSU), Χορστ Ζεεχόφερ, όσο κι αυτός των Φιλελευθέρων (FDP), Ράινερ Μπρούντερλε, ουσιαστικά αμφισβήτησαν με δηλώσεις τους την εκταμίευση ακόμη κι αυτών των 130 δισ. ευρώ, εάν η χώρα μας δεν προχωρήσει άμεσα και αποφασιστικά στην υλοποίηση των μέτρων στα οποία έχει δεσμευτεί.

Όσον αφορά την παραπάνω θεώρηση, είναι βέβαιο ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός της Άνγκελα Μέρκελ λειτουργεί με «ομοψυχία». Κυβερνητικοί βουλευτές υιοθέτησαν ήδη την «σκληρή» ρητορική και το πιο πιθανό είναι ότι το γερμανικό Κοινοβούλιο δεν προβλέπεται στην πλειοψηφία του να διαφοροποιηθεί. Ακόμη και κάποιοι μέχρι πρότινος θιασώτες της συνεχούς οικονομικής υποστήριξης της Ελλάδας, όπως ο βουλευτής των Φιλελευθέρων Έρβιν Λότερ (ο οποίος είχε στο παρελθόν υπερψηφίσει όλα τα προγράμματα εκταμίευσης προς την χώρα μας), έχουν πλέον περάσει «απέναντι». Ο συγκεκριμένος μάλιστα βουλευτής δήλωσε ευθαρσώς ότι η χώρα μας δεν έχει ανάγκη επιπλέον στήριξης… εν όψει χρεοκοπίας!

Ουσιαστικά, η «γκρίνια» του Βερολίνου εστιάζει στην εδραιωμένη πια πεποίθηση ότι η χώρα μας πάσχει από έλλειψη πολιτικής βούλησης. Αλλά υπάρχουν και φωνές -ελάχιστες είναι η αλήθεια- περί του αντιθέτου. Για παράδειγμα, ο Χριστιανοδημοκράτης βουλευτής Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ υποστηρίζει ότι αυτό που η χώρα μας έχει ανάγκη δεν είναι η πολιτική θέληση, αλλά η οικονομική ισχύς.

Πού πάνε τα λεφτά;

Ένα ακόμη πρόβλημα είναι το πού διατίθενται όλα αυτά τα υποστηρικτικά κονδύλια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην προσπάθειά της να αναθερμάνει την οικονομία, κατευθύνει την προσοχή όλων στα λεγόμενα διαρθρωτικά Ταμεία που έως σήμερα παραμένουν σε μεγάλο ποσοστό αναξιοποίητα. Κι στο σημείο αυτό απαιτείται η παρέμβαση της Κομισιόν, σύμφωνα με τον Γερμανό υπουργό εξωτερικών Γκίντο Βεστερβέλλε, αφού ένα σημαντικό κομμάτι των χρημάτων αυτών των Ταμείων ξοδεύεται σε ανούσιες δραστηριότητες και όχι σε τομείς όπως η τόνωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η δημιουργία θέσεων εργασίας μακράς διαρκείας. Σε αυτό προειδοποιεί με αυστηρό ύφος και ο ίδιος ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπάι, αλλά είναι σαφές πως όλοι το κατανοούν και δεν θα αναλώσουν τον χρόνο σε αντιπαραθέσεις.

Εκείνο που πραγματικά αποτελεί «ακίδα στον οφθαλμό» της Άνγκελα Μέρκελ είναι το ζήτημα της περαιτέρω ενίσχυσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, την κεφαλαιακή επάρκεια του οποίου αμφισβητούν τόσο το ΔΝΤ όσο και η Κομισιόν. Κι εδώ το Βερολίνο ανθίσταται να συναινέσει, ισχυριζόμενο ότι τα 500 δισ. ευρώ είναι ένα αρκετά σεβαστό ποσό που μπορεί μεν να μην δίνει πάντα την λύση, αλλά τουλάχιστον δεν μας εκθέτει στα κοινοβούλιά μας. Την άποψη αυτή υποστηρίζει και η Αυστριακή υπουργός Οικονομικών Μαρία Φέκτερ, χωρίς να λησμονεί ούτε για μια στιγμή να μην μέμφεται την «απραξία» της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας.

Δημοσιονομικό σύμφωνο: Τίποτα το καινούργιο!

Το ζήτημα των εθνικών Κοινοβουλίων επανέρχεται στην «ημερήσια διάταξη» συσχετιζόμενο με το δημοσιονομικό σύμφωνο που θα απασχολήσει την επικείμενη Συνδιάσκεψη Κορυφής. Το Βερολίνο υποστηρίζει ότι η αυτόματη επιβολή κυρώσεων στις χώρες που επιμένουν να παρουσιάζουν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς θα συμβάλλει μακροπρόθεσμα στην ανακοπή της επιδείνωσης του χρέους τους, αναφέροντας ως παράδειγμα την ίδια την Γερμανία που ήδη έχει εντάξει στο Σύνταγμά της το λεγόμενο «φρένο χρέους» (ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί) και δεν αντιμετωπίζει ανάλογο πρόβλημα.

Ουσιαστικά, με εξαίρεση τις διατάξεις περί φρένου χρέους, το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο δεν είναι κάτι εντελώς καινούργιο. Ο αρμόδιος για τις οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις κοινοτικός Επίτροπος Όλι Ρεν ισχυρίζεται ότι σχεδόν όλα όσα προβλέπονται σε αυτό εμπεριέχονται ήδη στο ισχύον Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Το καινούργιο είναι ότι μόνον όσες χώρες το υπογράψουν θα λαμβάνουν μελλοντικά βοήθεια από τα εκάστοτε Ταμεία στήριξης. Γι’ αυτό θα πρέπει όλα τα εθνικά Κοινοβούλια να το υπογράψουν.

Βρετανία: Ο συνήθης ύποπτος

Εκτός από τον «συνήθη ύποπτο», την Βρετανία, που εξ αρχής είχε δηλώσει την αντίθεσή της, τώρα επιφυλάξεις για ολοκλήρωση της δημοσιονομικής ένωσης εκφράζει και η Πολωνία. Ο πρωθυπουργός της, Ντόναλντ Τουσκ, διατείνεται πως στις συζητήσεις θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και οι χώρες - μέλη της ΕΕ που ακόμη δεν έχουν προσχωρήσει στην ευρωζώνη. Αντίστοιχα επιχειρήματα αναπτύσσουν και οι Ούγγροι. Ωστόσο οι περισσότεροι ηγέτες διάκεινται θετικά, ακόμη κι αν το σύμφωνο δεν έχει επικυρωθεί από τους μελλοντικά συμμετέχοντες.
Bookmark and Share