Περί τις 150 με 200 κινεζικές επιχειρήσεις συνολικά δραστηριοποιούνται σήμερα στην περιοχή της Ομόνοιας, ωστόσο...όπως λέει στο «Βήμα» ο κ. Γουάνγκ Πενγκ, εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας «China-Greece Times», τον τελευταίο χρόνο έχει μπει λουκέτο σε περίπου 30% εξ αυτών. Οι Κινέζοι εγκαταλείπουν άρον-άρον την Αθήνα και επιστρέφουν στην Κίνα ή αναχωρούν για τη Νότια Αφρική ή τη Βραζιλία όπου υπάρχει ακόμη χώρος για επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Αν και η κινεζική μετανάστευση αποτελεί πολύ πρόσφατο φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο, η πρώτη εθνοτική κινεζική γειτονιά στο Μεταξουργείο εμφανίζεται ομοιογενής και κινείται στα πρότυπα των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων Chinatowns.
Η παρουσία των κινέζων εμπόρων στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Αθήνα, γίνεται ιδιαίτερα αισθητή από τις αρχές του 2000 και εξής, όταν διαμορφώνονται οι πρώτοι αυτάρκεις εμπορικοί θύλακοι. Ωστόσο σήμερα «η οικονομική και κοινωνική "ισορροπία" των πρώτων χρόνων ανατρέπεται, καθώς η οικονομική κρίση δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε αυτό το ιδιαίτερο μεταναστευτικό ρεύμα» αναφέρει η κοινωνιολόγος κυρία Ιρις Πολύζου, η οποία εκπονεί τη διδακτορική διατριβή της σχετικά με την κινεζική μετανάστευση στην Αθήνα. Η εργασία της αποτελεί μέρος του ερευνητικού προγράμματος «Μεταλλασσόμενοι χαρακτήρες και πολιτικές στα κέντρα πόλης Αθήνα και Πειραιά», με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή ΕΜΠ κ. Παναγιώτη Τουρνικιώτη.
Μέσα στο 2011 υπολογίζεται ότι τρεις στους δέκα Κινέζους εγκατέλειψαν τη χώρα μας είτε διότι έχασαν την εργασία τους είτε γιατί αναγκάστηκαν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους. «Στις αρχές του 2010, και ενώ η κρίση είχε ήδη πλήξει την Ελλάδα, οι κινεζικές επιχειρήσεις παρουσίαζαν αυξημένα κέρδη. Κι αυτό διότι τα προϊόντα ήταν φθηνά και οι Ελληνες στράφηκαν σε αυτά. Οσο όμως η κρίση βάθαινε οι πελάτες χάθηκαν και από τα κινεζικά καταστήματα» τονίζει ο κ. Πενγκ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), το διάστημα 2005 - 2010 στον Δήμο Αθηναίων προκύπτει αισθητή πτώση του αριθμού των νέων κινεζικών επιχειρήσεων, κυρίως μετά το 2008. Υστερα από περίπου μία δεκαετία στην Ελλάδα και ενώ οι πρώτοι κινέζοι μετανάστες άρχιζαν να ξεπερνούν τα πρώτα δύσκολα χρόνια της μετανάστευσης, «τους "χτύπησε" η οικονομική κρίση» υποστηρίζει ο κινέζος δημοσιογράφος.
Μη αναστρέψιμη:Περισσότερο έχουν πληγεί οι κινεζικές επιχειρήσεις που απευθύνονται πρωτίστως σε έλληνες λιανοπωλητές. Ο κ. Λιν Σέντζεν διατηρούσε από το 2004 κατάστημα χονδρεμπορίου υφασμάτων στην περιοχή. Το 2010 όμως πήρε τη δύσκολη απόφαση να κατεβάσει ρολά και να επιστρέψει στην Κίνα. Ο τζίρος του συρρικνώθηκε καθώς απευθυνόταν κυρίως σε έλληνες λιανεμπόρους. Παρά τη στήριξη των συμπατριωτών του η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη.
Σε δυσμενή θέση όμως βρίσκονται και όσοι Κινέζοι ήρθαν στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία, δεν είχαν προλάβει να δημιουργήσουν τη δική τους δουλειά και εργάζονταν σε επιχείρηση ομοεθνούς τους. Οπως εξηγεί η κυρία Πολύζου, «λειτουργούν πολλαπλά εθνοτικά δίκτυα προσφέροντας άτυπη δανειοδότηση, χωρίς τη διαμεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος».
Το ανδρόγυνο Σιάο και Λι εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα στο τέλος της «χρυσής» πενταετίας (2000-2005) για το κινεζικό εμπόριο. Τα πρώτα χρόνια εργάζονταν και οι δύο. Σήμερα η σύζυγος είναι συνιδιοκτήτρια καταστήματος λιανικής πώλησης ενώ ο κ. Λι βρίσκεται σε αναζήτηση νέας δουλειάς. Οπως αναφέρουν, θα παραμείνουν για άλλα ένα-δύο χρόνια στην Ελλάδα και αν δεν βελτιωθεί η κατάσταση θα επιστρέψουν στην Κίνα.
Απογοητευμένο δηλώνει και άλλο ένα ζευγάρι Κινέζων που διατηρεί κατάστημα με ρούχα επί της πλατείας Κουμουνδούρου. Εφθασαν στην Ελλάδα προ εξαμήνου και η σύζυγος διανύει σήμερα το τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της. «Δεν έχει κίνηση και το ενοίκιο είναι τεράστιο. Δίνουμε 1.600 ευρώ για ελάχιστα τετραγωνικά» λέει. Το ίδιο θέμα θίγει και ο γείτονάς της, ο οποίος διατηρεί κατάστημα γενικού εμπορίου και πληρώνει ενοίκιο 3.500 ευρώ τον μήνα. Οπως υπογραμμίζει, «είναι πολύ ακριβό το ενοίκιο για μια τέτοια περιοχή».
Δίχτυ ασφαλείας
Υπάρχουν ωστόσο και διαφορετικές ιστορίες. «Για την οικογένεια Σου, την οποία γνώρισα κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο ισχυρός παράγοντας της κοινωνικής δικτύωσης λειτούργησε σταθεροποιητικά για την επιχείρησή τους» σημειώνει η κυρία Πολύζου.Τα πρώτα μέλη της οικογένειας Σου ήρθαν στις αρχές του 2000 μέσω Ιταλίας και άνοιξαν δύο καταστήματα στην Αθήνα, το ένα με είδη ένδυσης και το άλλο με είδη αξεσουάρ, στις οδούς Αγησιλάου και Ιάσονος αντιστοίχως. «Σήμερα παραμένει ανοιχτό μόνο το πρώτο, χωρίς υπαλλήλους, λειτουργώντας αποκλειστικά με τα μέλη της διευρυμένης οικογένειας Σου. Η επιστροφή στην Κίνα δεν αποτέλεσε πιθανή διέξοδο» σημειώνει η κυρία Πολύζου. «Μοναδική προοπτική, η οποία γρήγορα εγκαταλείφθηκε, ήταν η εγκατάσταση της επιχείρησης στην Ιταλία, με την οποία συνεχίζουν να συνδέονται πολλά μέλη της οικογένειας» σημειώνει η κυρία Πολύζου.Η πλειονότητα των Κινέζων που ζουν στην Ελλάδα - υπολογίζονται σε περίπου 20.000 άτομα - προέρχονται από τις παράκτιες ανατολικές επαρχίες Τζετζιάνγκ και Φουτζιάν.
Οι περισσότεροι, όπως αναφέρει ο κ. Πενγκ, είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και μιλούν ελάχιστα ελληνικά. «Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημά τους: η γλώσσα και κατ' επέκταση η επικοινωνία. Τελευταία όμως οι εμπορικές επιχειρήσεις τους γίνονται και στόχος κακοποιών. Τα κρούσματα είναι πλέον καθημερινά.
Γι' αυτό αναγκάζονται να κλείνουν τα μαγαζιά τους προτού σουρουπώσει» καταγγέλλει ο δημοσιογράφος, ο οποίος επισημαίνει ότι υπάρχουν σκέψεις να απευθυνθούν σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης...
Πηγή Το Βήμα της Κυριακής
Αν και η κινεζική μετανάστευση αποτελεί πολύ πρόσφατο φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο, η πρώτη εθνοτική κινεζική γειτονιά στο Μεταξουργείο εμφανίζεται ομοιογενής και κινείται στα πρότυπα των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων Chinatowns.
Η παρουσία των κινέζων εμπόρων στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Αθήνα, γίνεται ιδιαίτερα αισθητή από τις αρχές του 2000 και εξής, όταν διαμορφώνονται οι πρώτοι αυτάρκεις εμπορικοί θύλακοι. Ωστόσο σήμερα «η οικονομική και κοινωνική "ισορροπία" των πρώτων χρόνων ανατρέπεται, καθώς η οικονομική κρίση δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε αυτό το ιδιαίτερο μεταναστευτικό ρεύμα» αναφέρει η κοινωνιολόγος κυρία Ιρις Πολύζου, η οποία εκπονεί τη διδακτορική διατριβή της σχετικά με την κινεζική μετανάστευση στην Αθήνα. Η εργασία της αποτελεί μέρος του ερευνητικού προγράμματος «Μεταλλασσόμενοι χαρακτήρες και πολιτικές στα κέντρα πόλης Αθήνα και Πειραιά», με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή ΕΜΠ κ. Παναγιώτη Τουρνικιώτη.
Μέσα στο 2011 υπολογίζεται ότι τρεις στους δέκα Κινέζους εγκατέλειψαν τη χώρα μας είτε διότι έχασαν την εργασία τους είτε γιατί αναγκάστηκαν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους. «Στις αρχές του 2010, και ενώ η κρίση είχε ήδη πλήξει την Ελλάδα, οι κινεζικές επιχειρήσεις παρουσίαζαν αυξημένα κέρδη. Κι αυτό διότι τα προϊόντα ήταν φθηνά και οι Ελληνες στράφηκαν σε αυτά. Οσο όμως η κρίση βάθαινε οι πελάτες χάθηκαν και από τα κινεζικά καταστήματα» τονίζει ο κ. Πενγκ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), το διάστημα 2005 - 2010 στον Δήμο Αθηναίων προκύπτει αισθητή πτώση του αριθμού των νέων κινεζικών επιχειρήσεων, κυρίως μετά το 2008. Υστερα από περίπου μία δεκαετία στην Ελλάδα και ενώ οι πρώτοι κινέζοι μετανάστες άρχιζαν να ξεπερνούν τα πρώτα δύσκολα χρόνια της μετανάστευσης, «τους "χτύπησε" η οικονομική κρίση» υποστηρίζει ο κινέζος δημοσιογράφος.
Μη αναστρέψιμη:Περισσότερο έχουν πληγεί οι κινεζικές επιχειρήσεις που απευθύνονται πρωτίστως σε έλληνες λιανοπωλητές. Ο κ. Λιν Σέντζεν διατηρούσε από το 2004 κατάστημα χονδρεμπορίου υφασμάτων στην περιοχή. Το 2010 όμως πήρε τη δύσκολη απόφαση να κατεβάσει ρολά και να επιστρέψει στην Κίνα. Ο τζίρος του συρρικνώθηκε καθώς απευθυνόταν κυρίως σε έλληνες λιανεμπόρους. Παρά τη στήριξη των συμπατριωτών του η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη.
Σε δυσμενή θέση όμως βρίσκονται και όσοι Κινέζοι ήρθαν στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία, δεν είχαν προλάβει να δημιουργήσουν τη δική τους δουλειά και εργάζονταν σε επιχείρηση ομοεθνούς τους. Οπως εξηγεί η κυρία Πολύζου, «λειτουργούν πολλαπλά εθνοτικά δίκτυα προσφέροντας άτυπη δανειοδότηση, χωρίς τη διαμεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος».
Το ανδρόγυνο Σιάο και Λι εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα στο τέλος της «χρυσής» πενταετίας (2000-2005) για το κινεζικό εμπόριο. Τα πρώτα χρόνια εργάζονταν και οι δύο. Σήμερα η σύζυγος είναι συνιδιοκτήτρια καταστήματος λιανικής πώλησης ενώ ο κ. Λι βρίσκεται σε αναζήτηση νέας δουλειάς. Οπως αναφέρουν, θα παραμείνουν για άλλα ένα-δύο χρόνια στην Ελλάδα και αν δεν βελτιωθεί η κατάσταση θα επιστρέψουν στην Κίνα.
Απογοητευμένο δηλώνει και άλλο ένα ζευγάρι Κινέζων που διατηρεί κατάστημα με ρούχα επί της πλατείας Κουμουνδούρου. Εφθασαν στην Ελλάδα προ εξαμήνου και η σύζυγος διανύει σήμερα το τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της. «Δεν έχει κίνηση και το ενοίκιο είναι τεράστιο. Δίνουμε 1.600 ευρώ για ελάχιστα τετραγωνικά» λέει. Το ίδιο θέμα θίγει και ο γείτονάς της, ο οποίος διατηρεί κατάστημα γενικού εμπορίου και πληρώνει ενοίκιο 3.500 ευρώ τον μήνα. Οπως υπογραμμίζει, «είναι πολύ ακριβό το ενοίκιο για μια τέτοια περιοχή».
Δίχτυ ασφαλείας
Υπάρχουν ωστόσο και διαφορετικές ιστορίες. «Για την οικογένεια Σου, την οποία γνώρισα κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο ισχυρός παράγοντας της κοινωνικής δικτύωσης λειτούργησε σταθεροποιητικά για την επιχείρησή τους» σημειώνει η κυρία Πολύζου.Τα πρώτα μέλη της οικογένειας Σου ήρθαν στις αρχές του 2000 μέσω Ιταλίας και άνοιξαν δύο καταστήματα στην Αθήνα, το ένα με είδη ένδυσης και το άλλο με είδη αξεσουάρ, στις οδούς Αγησιλάου και Ιάσονος αντιστοίχως. «Σήμερα παραμένει ανοιχτό μόνο το πρώτο, χωρίς υπαλλήλους, λειτουργώντας αποκλειστικά με τα μέλη της διευρυμένης οικογένειας Σου. Η επιστροφή στην Κίνα δεν αποτέλεσε πιθανή διέξοδο» σημειώνει η κυρία Πολύζου. «Μοναδική προοπτική, η οποία γρήγορα εγκαταλείφθηκε, ήταν η εγκατάσταση της επιχείρησης στην Ιταλία, με την οποία συνεχίζουν να συνδέονται πολλά μέλη της οικογένειας» σημειώνει η κυρία Πολύζου.Η πλειονότητα των Κινέζων που ζουν στην Ελλάδα - υπολογίζονται σε περίπου 20.000 άτομα - προέρχονται από τις παράκτιες ανατολικές επαρχίες Τζετζιάνγκ και Φουτζιάν.
Οι περισσότεροι, όπως αναφέρει ο κ. Πενγκ, είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και μιλούν ελάχιστα ελληνικά. «Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημά τους: η γλώσσα και κατ' επέκταση η επικοινωνία. Τελευταία όμως οι εμπορικές επιχειρήσεις τους γίνονται και στόχος κακοποιών. Τα κρούσματα είναι πλέον καθημερινά.
Γι' αυτό αναγκάζονται να κλείνουν τα μαγαζιά τους προτού σουρουπώσει» καταγγέλλει ο δημοσιογράφος, ο οποίος επισημαίνει ότι υπάρχουν σκέψεις να απευθυνθούν σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης...
Πηγή Το Βήμα της Κυριακής