Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα έστω κι αν αρκετοί στο Βορρά επικαλούνται τα greek statistics για να τους αμφισβητήσουν.
Όμως, αυτό συμβαίνει πάντοτε όταν οι αριθμοί καταρρίπτουν στερεότυπα...
Η ευρωπαϊκή κρίση χρέους έχει δώσει την ευκαιρία σε πολλούς στο εξωτερικό, κυρίως στη Γερμανία και σε άλλες βορειοευρωπαϊκές χώρες, να διατυπώσουν διάφορες θεωρίες και απόψεις για τους Έλληνες και τη χώρα.
Οι θεωρίες είναι συνήθως αβάσιμες, αλλά συμβαδίζουν με το στερεότυπο που έχουν σχηματίσει για εμάς τα τελευταία δυόμισι χρόνια.
Μία από αυτές αποδίδει, ως γνωστόν, την... κρίση χρέους στην τεμπελιά των Ελλήνων, οι οποίοι προτιμούν τη ρετσίνα, τη συνταξιοδότηση στα 50 και την καλή ζωή, σε αντίθεση με τους σκληρά εργαζόμενους Βορειοευρωπαίους.
Ως γνωστόν, η λαϊκίστικη γερμανική εφημερίδα Bild έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με αυτό το θέμα.
Είναι επόμενο λοιπόν να αισθάνεται κανείς ικανοποίηση, είτε είναι Έλληνας είτε ξένος λογικός άνθρωπος, όταν προκύπτουν στοιχεία που αποδομούν τέτοια στερεότυπα.
Το Γραφείο Εθνικής Στατιστικής (ONS) της Βρετανίας επεξεργάστηκε στοιχεία του ΟΟΣΑ για τις ώρες εργασίας και την παραγωγικότητα κάθε μιας από τις 27 χώρες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου.
Τα ευρήματα δεν εξέπληξαν όσους παρακολουθούν την τάση από παλαιότερα, όμως σίγουρα δεν άρεσαν σε εκείνους που είναι προσκολλημένοι στο στερεότυπο των τεμπέληδων Ελλήνων.
Ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υποδέχθηκαν τα στοιχεία με έκδηλη δυσαρέσκεια, αμφισβητώντας την αξιοπιστία τους και κάνοντας επίκληση των greek statistics.
Με βάση λοιπόν το ONS, οι υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης στη χώρα μας δουλεύουν περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες.
Συγκεκριμένα, οι Έλληνες εργάζονται 43,7 ώρες την εβδομάδα, ισοψηφώντας στην πρώτη θέση με την Αυστρία.
Η Πορτογαλία και η Τσεχία ακολουθούν με 42,3 ώρες εργασίας την εβδομάδα και έπονται η Πολωνία με 42,2 ώρες και η Γερμανία με 42 ώρες την εβδομάδα.
Το χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των υπόλοιπων χωρών της Ε.Ε. ανοίγει πολύ περισσότερο όταν χρησιμοποιηθούν ως μπούσουλας οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας όλων των απασχολουμένων.
Εξυπακούεται ότι η ελληνική πρωτιά οφείλεται κυρίως στις ώρες εργασίας των απασχολουμένων στον ιδιωτικό τομέα, π.χ. αυτοαπασχολουμένων, και λιγότερο στις ώρες εργασίας του δημόσιου τομέα, παρότι αυξήθηκαν.
Για να είμαστε όμως δίκαιοι, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα κυμαίνεται κοντά στο 58% έναντι 70% και πλέον στη Γερμανία.
Επίσης, το υψηλό ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει καταστήσει πιο ευάλωτους τους εργαζόμενους που προτιμούν να δουλεύουν περισσότερες ώρες για να μη χάσουν τη δουλειά τους.
Από την άλλη πλευρά, η παραγωγικότητα εργασίας ανά ώρα εργασίας του μέσου Έλληνα είναι χαμηλή σε σύγκριση με άλλες χώρες όπως η Γερμανία.
Ο ελληνικός δείκτης παραγωγικότητας βρίσκεται στο 76,3 έναντι 123,7 της Γερμανίας και 132,7 της Γαλλίας.
Σημειωτέον ότι ο ιρλανδικός δείκτης βρίσκεται στο 125,6, ο ισπανικός στο 107,9 και ο πορτογαλικός στο 65,4.
Κοινώς, ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος δουλεύει περισσότερες ώρες σε σχέση με τους συναδέλφους του σε άλλες χώρες, αλλά υστερεί σημαντικά σε παραγωγικότητα εργασίας.
Αυτό θα πρέπει να προβληματίσει τους κυβερνητικούς ιθύνοντες και γι’ αυτό θα έπρεπε να σκεφθούν όλοι μαζί τρόπους για να αυξηθεί η παραγωγικότητα, π.χ. μέσω βελτίωσης του μοντέλου οργάνωσης των εταιρειών κ.τ.λ.
Μπορεί λοιπόν τα γεγονότα να καταρρίπτουν τον μύθο του τεμπέλη Έλληνα, όμως η χαμηλή παραγωγικότητα δεν βοηθά ούτε την εθνική οικονομία ούτε τους εργαζομένους.
Dr. Money