Το Μάιο του 2008, λίγους μήνες μετά το σκάσιμο της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ που οδήγησε στην κατάρρευση της Lehman Brother το Σεπτέμβριο της ίδια χρονιάς, οι Financial Times είχαν δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο, σε ελεύθερη μετάφραση, “Έρχεται η ώρα να πληρώσουν οι ΄'Ελληνες το τίμημα για τα τα ανέμελα χρόνια”. Ένα άρθρο στο οποίο ο τότε υπουργός Οικονομικών κ.Αλογοσκούφης είχε την έμπνευση να απαντήσει με μια ...ιστορική -πλέον- επιστολή.
Στο δημοσίευμα αυτό, γίνονταν λόγος για τον κίνδυνο η αθωράκιστη απέναντι στην επερχόμενη κρίση ελληνική οικονομία να βρεθεί σε... εξαιρετικά επικίνδυνη θέση καθώς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστού του ΑΕΠ, εμφανίζονταν “μεγαλύτερο από αυτό των ΗΠΑ, ακόμη και από αυτό της Ισπανίας, δύο εκ των οικονομιών που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο οξείας οικονομικής διόρθωσης τους προσεχείς μήνες”.
Η βρετανική εφημερίδα υποστήριζε πως ο ρυθμός ανάπτυξης 14% του ΑΕΠ της εποχής εκείνης δεν συμβάδιζε με αυτούς των εταιρών της στην Ευρωζώνη και πολύ δύσκολα θα μπορούσε να συντηρηθεί.
Αναλυτές τις απόψεις των οποίων το άρθρο φιλοξενούσε, ανέφεραν πως οι χώρες με σοβαρά ελλείμματα, όπως η Ελλάδα, θα αντιμετωπίσουν πολύ μεγαλύτερη πίεση προσαρμογής.
Κοιτώντας πίσω μια αναφορά είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
“Καθώς βρίσκεται εντός της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, η υποτίμηση του τοπικού νομίσματος δεν αποτελεί πλέον επιλογή”, ανέφερε το άρθρο.
Ακόμη και μια ήπια προσαρμογή της οικονομίας, σημειωνόταν, θα ωθούσε ακόμη υψηλότερα τα επίπεδα ανεργίας, τότε στο 8%. Και οι Financial Times κατέληγαν:
«Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι μια οξεία επιβράδυνση θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα κύμα εξόδου Ελλήνων εργατών στη Δυτική Ευρώπη για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ΄60».
Το δημοσίευμα είχε τότε λειτουργήσει ως καμπανάκι για όσους ζούσαν το “μύθο τους στην Ελλάδα”.
Όχι όμως για τους κυβερνώντες, η ευθύνη των οποίων δεν είναι απλά να διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα και να δρουν κατόπιν εορτής, όπως έχουν αποδείξει για δεκαετίες.
Ο τότε υπουργός Γ. Αλογοσκούφης, αποδίδοντας την τότε κραταιά άποψη περί του “ελληνικού οικονομικού θαύματος”, με επιστολή του στην εφημερίδα είχε αντιδράσει στο δημοσίευμα, υποστηρίζοντας πως βρίσκεται σε λανθασμένη βάση.
Έχει σημασία -για ιστορικούς και όχι μόνο λόγους- να παρατεθεί το μεγαλύτερο μέρος της επιστολής:
“....Εκτός από τον δείκτη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που αναφέρεται στο δημοσίευμα, υπάρχει μία σειρά άλλων δεικτών που καταγράφουν μία θετική πορεία και αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική οικονομία. Ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 4% κατά μέσο όρο την τελευταία τριετία και, παρά την διεθνή οικονομική αναταραχή, προβλέπεται να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα και τα επόμενα χρόνια. Η ανεργία μειώθηκε με σταθερό ρυθμό τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική της τάση.
Οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνονται, άλλωστε, από τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των άλλων Διεθνών Οικονομικών Οργανισμών. Στις εαρινές της προβλέψεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα διαμορφωθεί φέτος στο 3,4% έναντι 1,7% κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη, θα είναι δηλαδή διπλάσιος σε σχέση με την ευρωζώνη. Για το 2009 προβλέπεται να διατηρηθεί στο υψηλό επίπεδο του 3,3%. Επίσης, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται η απασχόληση, ενώ θα μειωθεί περαιτέρω η ανεργία στην Ελλάδα φέτος και το 2009 κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε επίπεδο κάτω από το 7,5%, σε αντίθεση με ό,τι αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Το πιο σημαντικό είναι ότι είχαμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και καθοδική τάση της ανεργίας, παράλληλα με τη σημαντική μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος από το 7,3% του ΑΕΠ το 2004 σε κάτω από το 3% το 2006 και το 2007. Το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τις υψηλές ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα, οι οποίες ενισχύουν την παραγωγική και εξαγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να σχολιάσω την αναφορά στο τέλος του δημοσιεύματος, που αποδίδεται σε ανώνυμους αναλυτές, ότι μία απότομη επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μετανάστευση του ελληνικού εργατικού δυναμικού, για πρώτη φορά από την δεκαετία του ΄60. Είναι προφανές, ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, όταν μάλιστα υπάρχει τα τελευταία χρόνια μεγάλο κύμα οικονομικής μετανάστευσης προς την Ελλάδα».
Αντί επιλόγου, παρατίθενται στοιχεία από πρόσφατο θέμα των “Νέων” με τον τίτλο:
“Αναβιώνει το μεταναστευτικό κύμα της δεκαετίας του ’60”: Η οικονομική κρίση αναβιώνει το μεταναστευτικό κύμα της δεκαετίας του ΄60, καθώς το 2011 εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία περίπου 23.000 Ελληνες, δηλαδή 11.000 περισσότεροι σε σχέση με το 2010.
Η συντριπτική μερίδα των συμπατριωτών μας που μετεγκαταστάθηκαν στη Γερμανία, δεν έχει καμία σχέση με τους gastarbeiter του παρελθόντος, αφού πρόκειται για νέους επιστήμονες και εξειδικευμένους τεχνίτες και όχι για αγρότες και ανειδίκευτους εργάτες...”.
Του Νίκου Χρυσικόπουλου.
capital
Στο δημοσίευμα αυτό, γίνονταν λόγος για τον κίνδυνο η αθωράκιστη απέναντι στην επερχόμενη κρίση ελληνική οικονομία να βρεθεί σε... εξαιρετικά επικίνδυνη θέση καθώς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστού του ΑΕΠ, εμφανίζονταν “μεγαλύτερο από αυτό των ΗΠΑ, ακόμη και από αυτό της Ισπανίας, δύο εκ των οικονομιών που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο οξείας οικονομικής διόρθωσης τους προσεχείς μήνες”.
Η βρετανική εφημερίδα υποστήριζε πως ο ρυθμός ανάπτυξης 14% του ΑΕΠ της εποχής εκείνης δεν συμβάδιζε με αυτούς των εταιρών της στην Ευρωζώνη και πολύ δύσκολα θα μπορούσε να συντηρηθεί.
Αναλυτές τις απόψεις των οποίων το άρθρο φιλοξενούσε, ανέφεραν πως οι χώρες με σοβαρά ελλείμματα, όπως η Ελλάδα, θα αντιμετωπίσουν πολύ μεγαλύτερη πίεση προσαρμογής.
Κοιτώντας πίσω μια αναφορά είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
“Καθώς βρίσκεται εντός της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, η υποτίμηση του τοπικού νομίσματος δεν αποτελεί πλέον επιλογή”, ανέφερε το άρθρο.
Ακόμη και μια ήπια προσαρμογή της οικονομίας, σημειωνόταν, θα ωθούσε ακόμη υψηλότερα τα επίπεδα ανεργίας, τότε στο 8%. Και οι Financial Times κατέληγαν:
«Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι μια οξεία επιβράδυνση θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα κύμα εξόδου Ελλήνων εργατών στη Δυτική Ευρώπη για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ΄60».
Το δημοσίευμα είχε τότε λειτουργήσει ως καμπανάκι για όσους ζούσαν το “μύθο τους στην Ελλάδα”.
Όχι όμως για τους κυβερνώντες, η ευθύνη των οποίων δεν είναι απλά να διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα και να δρουν κατόπιν εορτής, όπως έχουν αποδείξει για δεκαετίες.
Ο τότε υπουργός Γ. Αλογοσκούφης, αποδίδοντας την τότε κραταιά άποψη περί του “ελληνικού οικονομικού θαύματος”, με επιστολή του στην εφημερίδα είχε αντιδράσει στο δημοσίευμα, υποστηρίζοντας πως βρίσκεται σε λανθασμένη βάση.
Έχει σημασία -για ιστορικούς και όχι μόνο λόγους- να παρατεθεί το μεγαλύτερο μέρος της επιστολής:
“....Εκτός από τον δείκτη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που αναφέρεται στο δημοσίευμα, υπάρχει μία σειρά άλλων δεικτών που καταγράφουν μία θετική πορεία και αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική οικονομία. Ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 4% κατά μέσο όρο την τελευταία τριετία και, παρά την διεθνή οικονομική αναταραχή, προβλέπεται να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα και τα επόμενα χρόνια. Η ανεργία μειώθηκε με σταθερό ρυθμό τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική της τάση.
Οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνονται, άλλωστε, από τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των άλλων Διεθνών Οικονομικών Οργανισμών. Στις εαρινές της προβλέψεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα διαμορφωθεί φέτος στο 3,4% έναντι 1,7% κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη, θα είναι δηλαδή διπλάσιος σε σχέση με την ευρωζώνη. Για το 2009 προβλέπεται να διατηρηθεί στο υψηλό επίπεδο του 3,3%. Επίσης, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται η απασχόληση, ενώ θα μειωθεί περαιτέρω η ανεργία στην Ελλάδα φέτος και το 2009 κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε επίπεδο κάτω από το 7,5%, σε αντίθεση με ό,τι αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Το πιο σημαντικό είναι ότι είχαμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και καθοδική τάση της ανεργίας, παράλληλα με τη σημαντική μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος από το 7,3% του ΑΕΠ το 2004 σε κάτω από το 3% το 2006 και το 2007. Το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τις υψηλές ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα, οι οποίες ενισχύουν την παραγωγική και εξαγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να σχολιάσω την αναφορά στο τέλος του δημοσιεύματος, που αποδίδεται σε ανώνυμους αναλυτές, ότι μία απότομη επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μετανάστευση του ελληνικού εργατικού δυναμικού, για πρώτη φορά από την δεκαετία του ΄60. Είναι προφανές, ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, όταν μάλιστα υπάρχει τα τελευταία χρόνια μεγάλο κύμα οικονομικής μετανάστευσης προς την Ελλάδα».
Αντί επιλόγου, παρατίθενται στοιχεία από πρόσφατο θέμα των “Νέων” με τον τίτλο:
“Αναβιώνει το μεταναστευτικό κύμα της δεκαετίας του ’60”: Η οικονομική κρίση αναβιώνει το μεταναστευτικό κύμα της δεκαετίας του ΄60, καθώς το 2011 εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία περίπου 23.000 Ελληνες, δηλαδή 11.000 περισσότεροι σε σχέση με το 2010.
Η συντριπτική μερίδα των συμπατριωτών μας που μετεγκαταστάθηκαν στη Γερμανία, δεν έχει καμία σχέση με τους gastarbeiter του παρελθόντος, αφού πρόκειται για νέους επιστήμονες και εξειδικευμένους τεχνίτες και όχι για αγρότες και ανειδίκευτους εργάτες...”.
Του Νίκου Χρυσικόπουλου.
capital