Υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη, δηλώνει ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Γκίντο Βεστερβέλε. Απορρίπτει ενδεχόμενη επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου και καλεί τους Ελληνες να αγνοήσουν τους λαϊκιστές «που υπόσχονται ευημερία χωρίς σκληρή προσπάθεια».
Ο κ. Βεστερβέλε, σε συνέντευξή του στο «Βήμα» αναφέρει ότι... «θέλουμε την Ελλάδα εντός της ευρωζώνης ως σεβαστό και ισότιμο μέλος: αυτή είναι η πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης και προσωπικός μου στόχος. Δεν συμμετέχω σε δημόσιες συζητήσεις περί ενός σχεδίου Β. Πρέπει να δουλέψουμε πολύ σκληρά για να επιτύχει το σχέδιο Α. Η Ελλάδα κρατάει τη μοίρα της στα χέρια της. Οι Ελληνες είναι αυτοί που θα αποφασίσουν ποιον δρόμο θέλουν να ακολουθήσουν. Η Ελλάδα είναι σημαντικό τμήμα της ΕΕ και της ευρωζώνης. Η χώρα σήμερα βαδίζει σε έναν δύσκολο δρόμο. Αν οι προσπάθειες συνεχιστούν με επιτυχία, τότε θα υπάρξει σύντομα φως στην άκρη του τούνελ».
Για την τόνωση της ανάπτυξης είπε ότι «δεν μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη με νέα χρέη. Η ανάπτυξη επιτυγχάνεται μέσω της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, μέσω επενδύσεων στις υποδομές, την εκπαίδευση, την έρευνα και τις επιστήμες. Ελπίζω ο ελληνικός λαός να επιλέξει τον δρόμο των μεταρρυθμίσεων και να μην ακολουθήσει λαϊκιστικές υποσχέσεις, σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να υπάρξει ευημερία χωρίς σκληρή προσπάθεια».
Ερωτηθείς για το αν θα δεχόταν ένα διαφορετικό μείγμα πολιτικής προκειμένου να επιτευχθούν οι υφιστάμενοι στόχοι υπογράμμισε: «Υπάρχουν συμφωνίες οι οποίες πρέπει να τηρηθούν και από τις δύο πλευρές. Υπερβαίνουν κατά πολύ την απλή δημοσιονομική εξυγίανση και προβλέπουν απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Σε αυτό το πλαίσιο συνεχίζουμε να εργαζόμαστε. Η ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται όμως με αύξηση δαπανών, αλλά με καλύτερα στοχευμένες δαπάνες. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 80 δισ. ευρώ στα διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία μπορούμε να επενδύσουμε τώρα στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα. Θα πρέπει να προωθήσουμε και την εμβάθυνση και διεύρυνση της κοινής αγοράς. Αυτό θα μπορούσε να δώσει μια ταχεία ώθηση στην οικονομία».