Ο Γιούνκερ, ο μόνος πραγματικός Ευρωπαίος ηγέτης, (ο οποίος προσπαθεί αλλά δεν τα καταφέρνει), κατονόμασε την βαθύτερη αλήθεια της Ευρωζώνης, πριν λίγες εβδομάδες, διαμαρτυρόμενος ότι η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίζει να συμπεριφέρεται προς την υπόλοιπη Ευρώπη, σαν να ήταν το «υποκατάστημά» της.
Αναφερότανε εκείνη την στιγμή στο γεγονός ότι ο Γερμανικός προεκλογικός αγώνας για τις βουλευτικές εκκλογές σε ένα χρόνο, είχε ήδη αρχίσει, και οι διάφοροι γερμανοί πολιτικοί και...«πολιτικίσκοι» χρησιμοποιούσαν την Ελλάδα σαν σακκί για κλώτσημα, ώστε να κερδίσουν προεκλογικούς πόντους με τους Γερμανούς ψηφοφόρους.
Ο Ρέσλερ, ο γερμανός αντιπρόεδρος και υπουργός οικονομίας, είναι ο πρωταγωνιστής σε αυτό το άθλημα, ακριβώς επειδή το πολιτικό του άστρο έχει βασικά σβήσει, και έχει πάρει μαζί του και το μικρό του κόμμα, που συμμετέχει στην κυβέρνηση, αλλά και το οποίο απειλείται με εξαφάνιση, περίπου ακολουθώντας την πορεία του κόμματος του Καρατζαφέρη.
Αλλά μακρυγορώ, ως συνήθως, και δεν έρχομαι στο προκείμενο, το οποίον είναι ότι η Γερμανία δεν συμπεριφέρεται μόνο προς στα άλλα κράτη του Ευρώ, σαν υποκαταστήματά της, αλλά στην κυριολεξία τα έχει καταστήσει υποκαταστήματά της. Έτσι, παραδείγματος χάριν, ο έλληνας πρωθυπουργός θα επισκεφθεί την κα. Μέρκελ την επόμενη εβδομάδα, για της ζητήσει ευλαβικά, την άδεια για την επιμήκηνση των μέτρων. Ο ευρωπαίος υπουργός της Αυτοκράτειρας, ονομαστικά μόνο αρχηγός του Eurogroup, ο Γιούνκερ, θα επισκεφθεί τον έλληνα πρωθυπουργό, λίγες μέρες πριν από το ταξίδι στο Βερολίνο, βασικά για να επιβλέψει την επίκληση του έλληνα πρωθυπουργού, και να βεβαιωθεί ότι όλα είναι εντάξει και αρεστά για την Μεγαλειοτάτη.
Μία εβδομάδα αργότερα, ο ισπανός πρωθυπουργός Ραχόη, θα ακολουθήσει τον κ. Σαμαρά, για μία δεύτερη ευλαβική επίσκεψη στην Αυτοκράτειρα της Ευρωζώνης, για να ζητήσει και αυτός ευνοικούς όρους, για την χρηματοπιστωτική διάσωση της χώρας του.
Πως φτάσαμε ως εδώ, και ως πότε τα κράτη του Ευρώ, και κυρίως τα κράτη της υπερχρεωμένης περιφέρειας θα εξακολουθούν να ανέχονται και να συνεργάζονται με μία γερμανοκρατούμενη Ευρωζώνη, η οποία και σχεδιάστηκε για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Γερμανίας, και η οποία, επίσης, στην δεκαετία της ευρωζωνικής ευημερίας έφερε στην Γερμανία αμύθητα πλούτη, (όπως ήταν λογικό και επόμενο), και η οποία Ευρωζώνη, μέσα στα δύομισυ χρόνια της ευρωζωνικής κρίσης, συνεχίζει να πλουτίζει απίστευτα την Γερμανία με πολλαπλούς τρόπους, ενώ καταποντίζει βάναυσα τις οικονομίες των κρατών της περιφερείας και όχι μόνο.
Πως φτάσαμε ως εδώ.
Πολλαπλοί αναλυτές έχουν πιά ξεκάθαρα εξιστορήσει με αριθμούς και πίνακες πως η άνιση ανταγωνιστικότητα ανάμεσα στην Γερμανία και στα άλλα κράτη του ευρώ, ειδικά, είχαν σαν αποτέλεσμα την τεράστια μεταφορά χρήματος από την περιφέρεια στον πυρήνα του ευρώ, και ειδικά στην Γερμανία.
Εδώ γίνεται ο πρώτος υποβιβασμός της ευρωζωνικής περιφέρειας, και είναι διπλός υποβιβασμός. Κατ αρχάς είναι οικονομικός. Η περιφέρεια υπερχρεώνεται. Αλλά εξίσου προβληματικός είναι ο πολιτικό-ηθικός υποβιβασμός, καθότι οι Γερμανοί δέχονται εγκώμια για την παραγωγικότητά τους, ενώ η περιφέρεια καταδικάζεται σκληρά για την κατανάλωσή της.
Εδώ έχουμε το προτεσταντικό ηθικολόγιο στην πλήρη εφαρμογή. Ο παραγωγός είναι ηθικός χριστιανός, ενώ ο καταναλωτής είναι του διαβόλου. Το γεγονός ότι κάθε προιόν που παράγεται χρειάζεται τον καταναλωτή αλλοιώς γίνεται σκουπίδι και βρωμίζει και υπερφορτώνει τον πλανήτη, αυτή η απλή εξίσωση, η οποία είναι στο κέντρο της ζωής, απλά δεν ισχύει και δεν μετράει στη θεολογία της Ευρωζώνης.
Και έπεται ο δεύτερος υποβιβασμός. Ο χρηματοπιστωτικός. Και εκεί η ίδια ανισότητα έχει επικρατήσει στην ευρωζωνική θεολογία. Ο πιστωτής είναι ο καλός και ενάρετος, ο πιστωτής είναι ο κακός και τεμπέλης.
Η απλή εξίσωση και εδώ, η οποία καθορίζει ότι τα λεφτά του πιστωτή είναι απλά χαρτιά χωρίς καμία δυνατότητα αναπαραγωγής, εάν δεν υπάρξει η ευγενής και απολύτως αναγκαία σύμπραξη του δανειστή, κάπως χάνεται και παραμελιέται. Αυτή η αλληλεξάρτηση πιστωτή και χρεώστη που είναι μία σοβαρή ένδειξη ισότητας ανάμεσά τους, παραγράφεται από την ευρωζωνική θεολογία.
Αυτά τα ολίγα για την δεκαετία της ευρωζωνικής ευημερίας.
Και φτάνουμε στην αρχή της κρίσης, όπου η Γερμανία έχει κερδίσει και το πρωτάθλημα της οικονομικής ισχύος, αλλά και το πρωτάθλημα του «καλού καγαθού» μέλους της Ευρωζώνης.
Και από θέσης ισχύος, οικονομικής αλλά και θεολογικής ηθικής, η Γερμανία επιβάλλει μία στρατηγική διάσωση της Ευρωζώνης, η οποία έχει σαν κύριο σκοπό την περαιτέρω κυριάρχηση της γερμανικής ηγεσίας πάνω στην Ευρωζώνη.
Αυτό ο σκοπός ακολουθείται με τις εξής συμπληρωματικές στρατηγικές.
1) Πλήρης άρνηση παραδοχής των κυρίων αιτίων που συνετέλεσαν στην ευρωζωνική κρίση, των τεραστίων οικονομικών ανισοτήτων, και της σχεδόν αθέμιτης γερμανικής στρατηγικής ανταγωνιστικότητας που απλώς επιδείνωσε αυτές τις ανισότητες.
2) Ειδικότερα πλήρης άρνηση της πραγματικής μεταφοράς πλούτου από την περιφέρεια στην Γερμανία, και πλήρης άρνηση οιασδήποτε γερμανικής ενοχής σε αυτήν την καταστροφική μεταφορά πλούτου. Αυτή η άνιση μεταχείριση κρατών του ευρώ, έχει κατοχυρωθεί από την Γερμανία και θεσμικά, με το γεγονός ότι τα όρια για κρατικά ελλείμματα η πλεονάσματα μέσα στην Ευρωζώνη, είναι άνισα. Τα κράτη πρέπουν να κρατούν τα τυχόν ελλείμματά τους κάτω από τα 4% του ΑΕΠ της. Για τα κράτη που, όμως δείχνουν πλεόνασμα, τους επιτρέπει η Ευρωπαική Επιτροπή, να συντηρούν πλεονάσματα έως και 6%, κάτι φυσικά, που μόνο η Γερμανία το πλησιάζει, και φέτος μάλιστα, φαίνεται έτοιμη να το υπερβεί. Αλλά και πάλι έρχεται ο ευρωζωνικός κανονισμός να βοηθήσει λέγοντας ότι επιτρέπεται η υπέρβαση πάνω από τα 6%, εάν ο μέσος όρος πλεονασμάτων τα τρία τελευταία χρόνια, είναι κάτω από το 6%.
Το ότι το πλεόνασμα ενός κράτους έχει σχέσει με το έλλειμμα ενός άλλου, μέσα στην νομισματική φυλακή του ευρώ, το ότι υπάρχει ο νόμος της τραμπάλας, δηλαδή, όσο ένα κράτος έχει πλεόνασμα τόσο το άλλο θα έχει έλλειμμα, δεν συζητείται μέσα στον γερμανικό χώρο και η γενικότερη συζήτηση αυτού του θέματος είναι ισχνή και αμελητέα. Και γιατί τα όρια των πλεονασμάτων πρέπει να είναι υψηλότερα των ορίων των ελλειμμάτων, επίσης δεν εξηγείται καθαρά, άλλα από το γεγονός ότι τα πρώτα αφορούν την Γερμανία, και τα δεύτερα όλους τους άλλους…
3) Επιβολή της ιδέας ότι τα υπερχρεωμένα κράτη της περιφέρειας είναι οι μόνοι και πραγματικοί ένοχοι της ευρωζωνικής κρίσης.
4) Πτώχευση των κρατών της περιφερείας, υπό το πρόσχημα της «ανταγωνιστικότητας».
5) Άρνηση της Γερμανίας να αναλάβει το δικό της μερίδιο στην ισορροπία της ενδοευρωζωνικής ανταγωνιστικότητας, ανεβάζοντας τα γερμανικά μισθολόγια.
6). Έχοντας κρατήσει τον γερμανικό λαό, βασικά «υποσιτιζόμενο», από απόψεως μισθολογικής ανταμοιβής για την εργασία τους, ο Γερμανικό λαός, σαν αποτέλεσμα, δεν αισθάνεται βασικά κερδισμένος από το ευρώ, και ένεκα τούτου, αγανακτά ακόμα περισσότερο εναντίον των συνεχιζόμενων παροχών δανείων στα κράτη της περιφέρειας.
7) Έτσι η Γερμανική ηγεσία, με την σημαντική δυσανασχέτηση των γερμανών, δημιουργεί ένα πανίσχυρο άλλοθι, ενάντια στην ιδέα ότι πρέπει να επιστρέψει τα πολλά πλούτη που αποκόμισε από την Ευρωζώνη, σε μορφή φτηνών αναπτυξιακών δανείων και παροχών.
8) Εκμεταλλευόμενη το ιστορικό τραύμα των Γερμανών περί υπερπληθωρισμού, και του γεγονότος ότι οι ιδιωτικές καταθέσεις στην Γερμανία είναι σημαντικές, η Γερμανική ηγεσία αρνείται να αφήσει την Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα να υποτιμήσει το ευρώ σημαντικά, για να προωθήσει την ανάπτυξη και να βοηθήσει την ανταγωνιστικότητα της Ευρωζώνης προς την παγκόσμια οικονομία.
9). Και θέλοντας να εξασφαλίσει την κυριαρχία της επί της Ευρωζώνης, επιτίθεται τώρα εναντίον της νομοθεσίας της ΕΚΤ. Πρώτα, ο αρχηγός της Γερμανικής Τράπεζας, ο Weidman, τόλμησε να ξεστομίσει πρίν λίγες εβδομάδες, στην διακήρυξη που ανακοίνωσε ότι διαφωνεί με την απόφαση του Ντράγκι για αγορά περιφερειακών ομολόγων, ότι η γνώμη της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας, ανάμεσα στις άλλες 16 γνώμες των υπολοίπων κεντρικών τραπεζών του ευρώ, «είναι πιο σημαντική από τις άλλες», λόγω του μεγέθους της Γερμανικής.
10) Τώρα ακούμε από διάφορους γερμανούς πολιτικούς ότι η Γερμανία πρέπει να αποκτήσει βέτο, μόνη ανάμεσα στα άλλα 16 κράτη, για όλες τις αποφάσεις της ΕΚΤ.
11) Έτσι φτάνουμε στο εξής βασικό σενάριο για το εγγύς και το απώτερο μέλλον της Ευρωζώνης. Η Γερμανία με την ανθούσα οικονομία της έχει ανάγκη ενός σκληρού, ακριβού, υπερτιμημένου νομίσματος. Η περιφέρεια χρειάζεται επιτακτικά ένα πολύ φτηνό, υποτιμημένο νόμισμα, και το ίδιο θα βοηθούσε τις περισσότερες χώρες του Ευρω. Εάν η Γερμανία συνεχίσει να επιβάλλει ένα υπόγειο βέτο στις αποφάσεις της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας, ή εάν της δοθεί ένα νομικό βέτο, τότε θα συνεχίσει ανενόχλητη να διατάζει τις στρατηγικές που την βοηθούνε και οι οποίες αδυναμούν τις άλλες χώρες του ευρώ.
12) Αυτή η τακτική αποδυνάμωσης των άλλων κρατών έχει ήδη υλοποιηθεί από την αρχή της κρίσης. Η μία μορφή της εστιάζει στην επιμήκηνση της κρίσης για όσα χρόνια γίνεται πιο πολύ. Σαν πρόσχημα χρησιμοποιεί η Γερμανία την ανάγκη της σταδιακής (και πολυετούς) δημοσιονομικής εξυγίανσης. Το ότι μία εξυγίανση είναι απολύτως αναγκαία δεν τίθεται θέμα, αλλά ο τρόπος και οι συνθήκες υπό τις οποίες επιβάλλεται αυτή η εξυγίανση, είναι καταστροφική για την περιφέρεια και κερδοσκοπική για την Γερμανία.
13) Όσο η κρίση συνεχίζεται η Γερμανία πλουτίζει με δύο διαφορετικούς λόγους. Χρηματοπιστωτικά, η Γερμανία συντηρεί το τεράστιο χρέος της με κάτω από το μηδέν επιτόκια, ενώ, αντιθέτως, δύο από τις τρείς άλλες μεγαλύτερες οικονομίες του ευρώ, η Ιταλία και η Ισπανία, καταποντίζονται κάτω από μη βιώσιμα επιτόκια για τα χρέη τους, με αποτέλεσμα αυτοί οι δύο ανταγωνιστές της Γερμανίας, να αδυναμώνουν γεωπολιτικά, όσο περισσότερο κρατάει η κρίση.
14) Σαν ένδειξη αυτού του προβλήματος, ο Μόντι, στην αρχή των διακοπών, επισκέφτηκε πολλούς αρχηγούς του ευρώ, προσπαθώντας, κατά τα λεγόμενα, να δημιουργήσει μέτωπο εναντίον της πολιτικής της Μέρκελ. Τίποτα δεν ακούστηκε από αυτές τις προσπάθειες. Είναι άγνωστο εάν επέτυχε ή όχι στον σκοπό του. Πάντως ο Ραχόη, ο ισπανός ηγέτης, φαίνεται να εξακολουθεί να είναι ζαλισμένος ανάμεσα στην προσπάθεια του να αντιμετωπίσει τα δύο τεράστια μέτωπα, το εξωτερικό της Γερμανίας, και το εσωτερικό των διάφορων ημιανεξάρτητων περιοχών της Ισπανίας.
15) Νομισματικά, η Γερμανία κερδίζει έχοντας και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη. Δηλαδή, εξακολουθεί να επιμένει σε μία σκληρή νομισματική πολιτική, αλλά εκ των πραγμάτων, το ευρώ, λόγω της κρίσης έχει σοβαρά υποτιμηθεί και έχει εκτοξεύσει τις γερμανικές εξαγωγές στις εκτός της Ευρώπης οικονομίες. Έτσι, φέτος, η Γερμανία σπάει ρεκόρ εξαγών, διότι οι εξαγωγές εκτός Ευρώπης, αυξήθηκαν πολύ περισσότερο από όσο μειώθηκαν οι εξαγωγές στα κράτη της Ευρώπης, και ειδικά στα κράτη του ευρώ.
16). Αλλά η σκληρή νομισματική πολιτική που έχει επιβάλει η Γερμανία έχει και ένα δεύτερο σημαντικό όφελος. Κρατώντας την ρευστότητα ισχνή, ιδίως κάτω από τις συνθήκες της κρίσης, που αποτρέπουν τις τράπεζες να δανείζουν στην ιδιωτική οικονομία, ή ακόμα και να δανείζουν η μία την άλλη, η Γερμανία έχει επιβάλει μία οικονομική πολιτική ασφυξίας, που βοηθάει την ίδια της την οικονομία, και την ανάγκη της για χαμηλό πληθωρισμό. Αυτή η πολιτική, όμως, είναι καταστροφική για τις οικονομίες της περιφέρειας, οι οποίες πνίγονται από την έλλειψη αναπτυξιακών πόρων και πολιτικών.
Ως πότε, λοιπόν, θα παραδέχονται αυτήν την καταστροφική πολιτική της Γερμανίας, τα 16 υποκαταστήματα της Ευρωζώνης;
Η ύφεση έφτασε στην Φινλανδία, ενώ κλείνει χρόνο στην Ολλανδία, της οποίας η οικονομία εγκυμονεί μία τρανταχτή στεγαστική φούσκα, αφού η κυβέρνησή της είχε επιτρέψει εδώ και πολλά χρόνια στις ολλανδικές τράπεζες να προσφέρουν ιδιωτικά στεγαστικά δάνεια σε ύψος 125% της αγοραστικής αξίας των σπιτιών, και, μπαίνοντας η ολλανδική οικονομία σε ύφεση για τρία τρίμηνα, οι αξίες των σπιτιών έχουν αρχίσει να καταβαίνουν, που σημαίνει ότι τα στεγαστικά δάνεια υψώνονται ποσοστιαία ως προς την αξία των σπιτιών.
Η Γαλλία, είναι κατά την γνώμη μου, ο μεγαλύτερος γρίφος, διότι ο Ολάντ βρίσκεται σε ένα μεγάλο δίλημμα. Αφενός η σοσιαλιστική του ιδεολογία τον βάζει σε σύγκρουση με την νεοφιλελεύθερη στρατηγική της Γερμανίας.
Αφετέρου, όμως, η Γαλλία, εξακολουθεί να συντηρεί το τεράστιο δημόσιο χρέος της με πολύ χαμηλά επιτόκια, όχι τόσο χαμηλά όσο η Γερμανία, αλλά όμως πολύ χαμηλότερα από τα επιτόκια που πλήρωνε πριν από την κρίση. Έτσι, δημιουργείται για τον Ολάντ, το μεγάλο ερώτημα, να αφήσει την Γερμανία να ακολουθήσει την στρατηγική της, για να εξακολουθήσει η Γαλλία να επωφελείται από τα χαμηλά επιτόκια, η να ξεκινήσει ανταγωνιστικό μέτωπο με τον Μόντι, διακινδυνεύοντας την χρηματοπιστωτική θέση της χώρας του.
Και εδώ, ίσως, να ξεδιαλύνεται ο γρίφος, γιατί τα υποκαταστήματα του ευρώ, δεν έχουν επαναστατήσει πιο δυναμικά και πιο αποτελεσματικά εναντίον της Γερμανίας.
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι μία μειοψηφία των κρατών του ευρώ, αποκομίζει παρόμοια οφέλη από την κρίση, εις βάρος των κρατών της περιφέρειας, αρχής γενομένης με την Γαλλία. Έτσι η Γερμανία αντιμετωπίζει μία διαιρεμένη Ευρωζώνη, και ως εκ τούτου, μπορεί και διασφαλίζει πιο εύκολα την ηγεμονική της θέση.
Τι μπορούν να κάνουν τα κράτη της περιφέρειας;
Κατά την γνώμη μου πολλά, και κυρίως, εάν θέλουν να εκδβιάσουν μία ριζική αλλαγή ευρωζωνικής πολιτικής για την διάσωση του Ευρώ, μπορούν να χρησιμοποιήσουν το χαρτί της αποχώρησης από το κοινό νόμισμα, το οποίο είναι και ισχυρότατο και αποτελεσματικότατο, και το οποίο χαρτί είναι εξολοκλήρου χαρτί που δίνει δύναμη στα υπερχρεωμένα κράτη.
Και αυτό βασίζεται στο γεγονός ότι η δεκαετία της Ευρωζώνης ανέδειξε κερδισμένους και χαμένους.
Και μόνο οι χαμένοι μπορούν να εκβιάσουν με αποχώρηση, διότι μόνο οι χαμένοι δεν έχουν πολλά να χάσουν.
Οι κερδισμένοι, με πρώτη και καλύτερη την Γερμανία, έχουν πάρα πολλά να χάσουν, για αυτό και η Γερμανία θα είναι η τελευταία που θα εγκαταλείψει το ευρώ, και η τελευταία που θα προσπαθήσει να πετάξει έξω μία άλλη χώρα, ότι και να λέγεται στον γερμανικό χώρο, απειλητικά και εκβιαστικά, για την Ελλάδα.
Η άλλη, λιγότερη βάναυση στρατηγική είναι η υλοποίηση των υπάρχουσων συνθηκών, και ειδικότερα του κανονισμού ότι όλοι είναι ίσοι, στις αποφάσεις, και όλοι έχουν δικαίωμα βέτο.
Ντ.Κουτσολιούτσος