Δεν υπάρχει κυβέρνηση, από τον αείμνηστο Α. Παπανδρέου έως σήμερα, στην οποία να μην έχει αποδοθεί, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, κάποιο «σκάνδαλο» σχετικά με τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος στη χώρα μας.
Από το αμαρτωλό ’89 και την υπόθεση Κοσκωτά, έως τα «δομημένα ομόλογα», αυτός ο τόπος βίωσε την σκανδαλολογία στον υπέρτατο βαθμό, δίχως όμως να δει ούτε ένα, ή για την ακρίβεια περισσότερα από ένα, πολιτικά πρόσωπα πίσω από τα «σίδερα».
Εξεταστικές επί... εξεταστικών, πρωτοσέλιδα και τηλεοπτικά «παράθυρα», ντόρος και φασαρία, αλλά από ζουμί μηδέν…
Ούτε «άπλετο φώς», όπως όλοι ζητούν και συνάμα υπόσχονται, ούτε βεβαίως και πλήρης ή ενδελεχής διαλεύκανση των υποθέσεων που καταγγέλθηκαν ως αδιαφανείς και σκανδαλώδεις…
Αυτό που έμεινε βέβαια, ήταν η απαξίωση.
Αρχών, αξιών, θεσμών, της ίδιας της πολιτικής και των πολιτικών.
Ουδέποτε ικανοποιήθηκε το κοινό περί δικαίου αίσθημα, με αποτέλεσμα να αμφισβητείται ευθέως κατά πόσον η χώρα μας είναι κράτος Δικαίου.
Ήταν «λάσπη» οι υποθέσεις της ΑΓΕΤ, του ΟΤΕ, των υποκλοπών, των εξοπλιστικών προμηθειών, της Ολυμπιακής, των «κουμπάρων», της Μ. Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων, για να θυμηθούμε μόνον ορισμένες, ή υπήρχε ουσία και αδίκημα; Και αν ναι, γιατί ουδέποτε αποδείχθηκε η εμπλοκή των πολιτικών προσώπων τα οποία φέρονταν να εμπλέκονται σε αυτά;
Όλα ήταν «λάσπη»; Η πολιτική ζωή του τόπου πορεύτηκε, άρα, μόνον πάνω σε «λάσπη»;
Σήμερα, ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η μεγαλύτερη κρίση στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ζητά από τον υπουργό των Οικονομικών, οι υποθέσεις που διερευνά το ΣΔΟΕ, σχετικά με τον «περίεργο» πλουτισμό πολιτικών προσώπων, να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη.
«Θεάρεστη» η πρωτοβουλία του, αλλά εάν δεν το είχε ζητήσει ο κ. Σαμαράς, άραγε, οι υποθέσεις αυτές δεν θα οδηγούνταν στην Δικαιοσύνη; Γιατί χρειάστηκε πρωθυπουργική παρέμβαση για να γίνει αυτό;
Πίστευε, ο πρωθυπουργός, όπως πολλοί άλλοι στη χώρα μας, ότι η εμπλοκή πολιτικών ονομάτων θα «κόλλαγε» την εξέλιξη της υπόθεσης ή των υποθέσεων αυτών;
Δίχως καμία αμφιβολία, στην διάρκεια των δεκαετιών που κύλισαν, από τη μεταπολίτευση έως σήμερα, σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο αντλήθηκε από την σκανδαλολογία.
Κυβερνήσεις έπεσαν και άλλες ανέβηκαν, χάρις σε κατηγορίες, οι οποίες διατυπώθηκαν κυρίως μέσω του Τύπου παρά μέσω των αρμόδιων διωκτικών ή δικαστικών Αρχών, και το τελικό αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας υπήρξε μόνον ο καταλογισμός των λεγομένων «πολιτικών ευθυνών», δίχως όμως ποινική αντιστοιχία…
Σήμερα, στην εποχή του «όλοι μαζί τα φάγαμε» και της χρεοκοπίας, δεν υπάρχει έδαφος επανάληψης φαινομένων όπως αυτά.
Η ακεραιότητα του ίδιου του «συστήματος» στηρίζεται στην πλήρη και ταχεία διαλεύκανση των υποθέσεων, που φέρουν πολιτικά πρόσωπα να συνδέονται με υποθέσεις φοροδιαφυγής, ξεπλύματος «μαύρου χρήματος», ή εντέλει οποιαδήποτε άλλης ποινικά κολάσιμης κατηγορίας.
Οτιδήποτε λιγότερο, πολύ απλά, δεν αρκεί…
N.Γ.Δρόσος