Αν δύο υπουργοί Οικονομικών και τρεις επικεφαλής του ΣΔΟΕ κρίνουν ότι η λίστα Φαλτσιάνι είναι προϊόν υποκλοπής, άρα μη αξιοποιήσιμη, γιατί την κάνουν πάσα στον «επόμενο»;
Εν τέλει, ποιος δουλεύει ποιον;
Περνούσε από χέρι σε χέρι «ατύπως», ουδείς το «άνοιξε» επί μήνες, παρά μόνον για να ρίξει μια διαγώνια και φευγαλέα ματιά, και, πάντως, το περιεχόμενό του είναι παλιό καθώς αφορά στην προηγούμενη δεκαετία, δεν περιέχει πολιτικά πρόσωπα, ενώ είναι σίγουρα παράνομο και άρα μη αξιοποιήσιμο
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα είναι στα... χέρια της Δικαιοσύνης, η οποία το ψάχνει…
Η υπόθεση της περίφημης λίστας Λαγκάρντ, η οποία δεν είναι λίστα Λαγκάρντ, αλλά λίστα Φαλτσιάνι και παραδόθηκε ή δεν παραδόθηκε από την πρώην υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας και νυν επικεφαλής του ΔΝΤ στον τότε ομόλογό της Γ. Παπακωνσταντίνου, με τη συνδρομή ή μη μυστικών υπηρεσιών, θα συνιστούσε ενδεχομένως μία από τις μεγαλύτερες ιλαροτραγωδίες στην πρόσφατη πολιτική ιστορία του τόπου αν δεν αφορούσε στην κυριότερη πηγή κοινωνικής αδικίας στη χώρα μας: τη φοροδιαφυγή.
Όσα μάθαμε χθες, από τις απαντήσεις που έδωσαν για το θέμα οι πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ι. Καπελέρης και Ι. Διώτης, στα ερωτήματα που τους απηύθυναν μέλη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, αλλά και από την τηλεοπτική συνέντευξη του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγ. Βενιζέλου, στο Mega, υποτιμούν τη νοημοσύνη μας και δημιουργούν εύλογα ερωτήματα για τη βούληση αλλά και για την αποτελεσματικότητα όσων αναμείχθηκαν στην υπόθεση αυτή σχετικά με την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Από τον Νοέμβριο του 2010, οπότε ο κ. Παπακωνσταντίνου δηλώνει ότι έλαβε, κατόπιν αιτήματός του, οπτικό δίσκο (CD) με στοιχεία 1.991 Ελλήνων καταθετών σε υποκατάστημα της τράπεζας HSBC, στην Ελβετία, τα οποία φέρονται ότι αποτελούν τμήμα εκείνων που υπέκλεψε ο υπάλληλός της Ερβέ Φαλτσιάνι, έως σήμερα, όπου ο οικονομικός εισαγγελέας Γρ. Πεπόνης έχει στα χέρια του ένα στικάκι, USB, το οποίο φέρεται να έχει τα ίδια στοιχεία, έχουν κυλήσει σχεδόν δύο χρόνια.
Στο διάστημα αυτό, μολονότι η συγκεκριμένη λίστα καταθετών πέρασε από τα χέρια δύο υπουργών Οικονομικών, των κ. Γ. Παπακωνσταντίνου και Ευάγγ. Βενιζέλου, καθώς και δύο επικεφαλής του ΣΔΟΕ, των κ. Ι. Διώτη και Στ. Στασινόπουλου, ενώ τμήμα της, αποτελούμενο από περίπου δέκα ή είκοσι ονόματα, λέγει ότι είχε και ο προκάτοχος της θέσης τους κ. Ι. Καπελέρης, τίποτε δεν έχει γίνει για την αξιοποίησή της, με την επίκληση του γεγονότος ότι τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτήν συνιστούν προϊόν υποκλοπής.
Παρ' όλα αυτά, άπαντες οι εμπλεκόμενοι έκριναν ότι έπρεπε να τη δώσουν σε κάποιον άλλο, δίχως να κρατήσουν αντίγραφο, για λόγους που μόνον οι ίδιοι γνωρίζουν…
Ο κ. Παπακωνσταντίνου έδωσε «ατύπως και εμπιστευτικά» ένα μικρό τμήμα της στον κ. Καπελέρη, ώστε να σχηματιστεί το «προφίλ» περίπου δέκα ατόμων σύμφωνα με τον κ. Καπελέρη ή είκοσι σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντίνου.
Όπερ και εγένετο, αλλά δίχως να υπάρξει συνέχεια στο θέμα.
Κατόπιν, σύμφωνα με τον κ. Διώτη, ο οποίος διετέλεσε επικεφαλής του ΣΔΟΕ την περίοδο 6.5.2011 - 1.8.2012, αποχωρώντας από τη θέση του υπουργού Οικονομικών ο κ. Παπακωνσταντίνου του έδωσε τη λίστα, δίχως ωστόσο να του ζητήσει να την ερευνήσει, ενώ του ανέφερε ότι έλαβε το υλικό με τη συμβολή μυστικών υπηρεσιών.
Ωστόσο, ο κ. Παπακωνσταντίνου έκρινε σκόπιμο να μην την δώσει στον «διάδοχό» του στη θέση του υπουργού Οικονομικών κ. Βενιζέλο.
«Δεν κράτησα αντίγραφο. Του έριξα μια ματιά για να δω τη μορφή του. Ήταν σαν καρτέλες με ονόματα και ποσά και λογαριασμούς», είπε ο κ. Διώτης, ο οποίος με τη σειρά του παρέδωσε το αρχείο στον τότε υπουργό κ. Βενιζέλο και πρόσθεσε πως «του είπα ότι δεν είναι με νόμιμη κτήση και δεν μπορεί από αυτό να προκύψει στοιχείο νομικά παραδεκτό. Ατύπως το έλαβα, ατύπως το παρέδωσα στον Βενιζέλο»…
Η λίστα ξαναέρχεται στην επιφάνεια όταν μετά τον θόρυβο που έγινε πρόσφατα στον Τύπο ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας δηλώνει προς τους Financial Times ότι αναζητά το σχετικό CD…
«Έμαθα για πρώτη φορά την ύπαρξή του την προηγούμενη εβδομάδα από τις εφημερίδες…, αλλά εάν το ΣΔΟΕ δεν μπορεί να το εντοπίσει, τότε θα ζητήσουμε από τους Ευρωπαίους εταίρους μας ένα άλλο αντίγραφο», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας.
Δεν χρειάστηκε ωστόσο να το πράξει, αφού ο κ. Βενιζέλος, ενθυμούμενος ότι έχει στο αρχείο του ένα «φλασάκι», το έστειλε στο Μέγαρο Μαξίμου, από το οποίο εστάλη στον επικεφαλής του ΣΔΟΕ, Στ. Στασινόπουλο, ο οποίος και πάλι δεν το άνοιξε ούτε κράτησε αντίγραφο, αλλά το έστειλε στον οικονομικό εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη…
Αν, όμως, όλοι αυτοί οι άνθρωποι κρίνουν ότι η λίστα αυτή είναι προϊόν υποκλοπής, και άρα μη αξιοποιήσιμη, γιατί την κάνουν «πάσα» στον επόμενο;
Αν ουδείς άνοιξε τη λίστα, πλην του κ. Παπακωνσταντίνου και του κ. Διώτη, που της έριξαν μια ματιά, πώς γνωρίζουμε ότι δεν εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα σε αυτήν; Δεν θα μπορούσαν να εμπλέκονται μέσω τρίτων, συγγενικών τους ή άλλων προσώπων;
Αντίστοιχα, πώς το «CD» έγινε «φλασάκι», ενώ ουδείς, πλην του Βενιζέλου, το κράτησε;
Αν ο κ. Βενιζέλος έκρινε ότι η λίστα δεν ήταν αξιοποιήσιμη, γιατί τότε κράτησε αντίγραφο;
Ο κ. Παπακωνσταντίνου γιατί επέλεξε μόνον 10 ή 20 ονόματα από τη λίστα αγνοώντας τα υπόλοιπα και, πάντως, πώς γνωρίζει ο κ. Διώτης ότι η λίστα «…περιλαμβάνει κινήσεις λογαριασμών στη δεκαετία του ’90», αν δεν την επεξεργάστηκε;
Εν τέλει, πέραν αυτής της λίστας, από τις άλλες λίστες που διερευνούσαν οι αρμόδιες αρχές για την πάταξη της φοροδιαφυγής επί υπουργίας Βενιζέλου, όπως η λίστα όσων έβγαλαν τα λεφτά τους στο εξωτερικό, ή η λίστα όσων αγόρασαν σπίτι στο Λονδίνο, ή η λίστα των μεγαλοοφειλετών του δημοσίου, οι οποίες δεν ήσαν παράνομες, τι αποτέλεσμα βγήκε και πόσα χρήματα εισέρρευσαν στον κρατικό κορβανά από την αξιοποίησή τους;
Στο διάβα αυτής της υπόθεσης, δυστυχώς, το μόνο που επιβεβαιώθηκε είναι το λαϊκό ρητό ότι «όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα χρόνια κοσκινίζει».
Αυτό σίγουρα επιβεβαιώθηκε. Πλέον, μένει στον κ. Πεπόνη να βρει και τα υπόλοιπα…
Ν.Γ.Δρόσος