Τι κοινό έχουν μεταξύ τους τα προγράμματα που έχει καταστρώσει η ευρωπαϊκή ηγεσία για τη διάσωση των υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης;
Οτι όλα τους περιγράφουν καταλεπτώς τη λιτότητα που θα υποστούν αυτές οι χώρες, χωρίς κανένα τους να ανοίγει δρόμο στην ανάπτυξη.
Πόσο θα αντέξουν λοιπόν αυτά τα προγράμματα;
Τίθεται ένα οικονομικό ερώτημα που όμως επιδέχεται μόνο μια πολιτική απάντηση:
όσο θα αντέξουν οι λαοί αυτών των χωρών..!
Παράλληλα, η αύξουσα ενσωμάτωση και αλληλεξάρτηση των επί μέρους εθνικών οικονομιών στη νομισματική ένωση, η θεσμοποίηση δεσμευτικών κανόνων και... κανονισμών, η συνακόλουθη βαθμιαία αποψίλωση της εθνικής οικονομικής κυριαρχίας και η πλήρης σχεδόν επικράτηση της μονεταριστικής οικονομικής ορθοδοξίας έχουν συρρικνώσει δραματικά την πολιτική ευχέρεια των κρατών να επιλέξουν εθνικές στρατηγικές εξόδου από την κρίση.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πολιτικός λόγος ηχεί κούφιος και ανεπαρκής. Ακόμα κι αν τα επιβαλλόμενα από τα Μνημόνια μέτρα αποκαλούνται «αναγκαία»- και κατά πάσα πιθανότητα είναι «αναγκαία»- η αδήριτη αυτή ανάγκη συναρτάται με την αντικειμενική πολιτική αδυναμία να χαραχθούν άλλες εναλλακτικές πορείες εξόδου από την κρίση στη βάση αδέσμευτων και πρωτογενών εθνικών επιλογών. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, δεν υπάρχουν πια εθνικοί Ρουβίκωνες.
Ακόμα και αν τα σώματα των κοινωνιών υποφέρουν, δυσφορούν, αντιδρούν και αντιστέκονται, η συνταγή των Μνημονίων -σωστή ή εσφαλμένη για μένα - δεν αλλάζει. Θα υπογραμμίσω απλώς και πάλι ότι αυτό ακριβώς επαγγέλλεται η θεωρία και πρακτική των μονοδρόμων. Και η αναγκαία μεταμόρφωση» δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι πολιτιστική, ιδεολογική και ηθική. Οι πολιτικές ηγεσίες καλούνται να διαγράψουν όλα εκείνα τα οποία, καλώς ή κακώς, οι πολίτες έχουν κατακτήσει.
Τα κριτήρια της μεταμόρφωσης παραμένουν, όμως, ανομολόγητα. Ουδείς φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η επιθυμητή αλλαγή συνεπάγεται πως, την ίδια στιγμή που πρέπει να καταξιώνονται απερίφραστα τα διαλυτικά προσόντα των «ορθολογικών μεταμορφώσεων», πρέπει να απαξιώνονται με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση οι «ευτελείς μικρο-ιδιοτέλειες» μιας κοινωνίας που δεν επιδιώκει παρά μόνο την επιβίωσή της.
Στις προσπάθειες του ευρωπαϊκού άξονα να επιβάλει σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση ένα ψευτοπροτεσταντικό μοντέλο στυγερής λιτότητας, με διαρκώς μειούμενους μισθούς και συντάξεις, με παράταση του εργασιακού βίου σχεδόν έως τα όρια του κατά χώραν προσδόκιμου ζωής και με διαρκώς ογκούμενη την ανεργία. Αλλά και με τα υπολείμματα του κοινωνικού κράτους να διασκορπίζονται και αυτά.
Υπό την αφόρητη πίεση μιας απίστευτα ζοφερής οικονομικής πραγματικότητας, η λύση μπορεί να φαντάζει μονόδρομος καθώς μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Ποια κράτη βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο; Εκείνα με τις οικονομίες που είναι οι λιγότερο ανθεκτικές, διότι το μοντέλο λειτουργίας τους είναι παρωχημένο, απροσάρμοστο στα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης και παράγει υψηλά ελλείμματα.
Βέβαια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ψελλίζουν διάφορες ενστάσεις, αλλά εν τέλει συντάσσονται πίσω από το κοντόθωρο όραμα της τακτικίστριας Μέρκελ, τόσο τακτικίστριας και καιροσκόπου που λαμβάνει μεγάλες αποφάσεις για την Ευρώπη ανάλογα με το τι συμφέρει προεκλογικά και ανάλογα με τα ανθελληνικά ή αντιμεσογειακά πρωτοσέλιδα της Bild.
H κ. Μέρκελ πιθανόν οραματίζεται τη Γερμανία σαν ένα πλούσιο νησί μέσα στην Ευρώπη, που απολαμβάνει όλα τα οφέλη της ασύμμετρης Ευρωζώνης, ως ισχυρή, χωρίς να θέλει να επωμιστεί το κόστος εξισορρόπησης. Οι ασθενέστεροι κρίκοι της ασύμμετρης Ευρώπης σύρονται πίσω από την ηγεμονία του Βερολίνου.
Για πόσο ακόμη;
Ζ.Ζήκου