Η Αργεντινή δεν αποδέχεται εδώ και 62 μήνες τις οικονομικές εκτιμήσεις που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο καταθέτει κάθε χρόνο στα 188 κράτη-μέλη του, όπως ανακοίνωσε χθες το ΔΝΤ, τρεις ημέρες πριν από μια κρίσιμη για τη χώρα σύνοδο του θεσμού.
Την Παρασκευή, το Ταμείο πρόκειται να αποφασίσει ενδεχόμενες... κυρώσεις εναντίον του Μπουένος Άιρες, που κατηγορείται εδώ και πολλούς μήνες ότι παραποιεί τις στατιστικές του για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Σε μια ανακοίνωση που δεν σχετίζεται μ' αυτήν τη διαδικασία, το ΔΝΤ ανακοίνωσε πως είχε χθες μια «ανεπίσημη ενημέρωση» των ομάδων του για την οικονομική κατάσταση στην Αργεντινή και διευκρίνισε πως η κανονική εκτίμηση της χώρας έχει «καθυστερήσει 62 μήνες». Η Αργεντινή, η οποία θεωρεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπεύθυνο για τη χρεοκοπία της χώρας το 2001, αρνείται εδώ και χρόνια στις ομάδες του ΔΝΤ οποιαδήποτε εκτίμηση επί της οικονομικής πολιτικής της.
Η τελευταία ετήσια έκθεση του ΔΝΤ για τη χώρα δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2006 (σ.σ.: ενώ η επόμενη αναμενόταν για το 2007, χρονιά από την οποία άρχισαν να μετρούν οι μήνες της καθυστέρησης). Το 2008, ο Αλμπέρτο Φερνάντες, τότε πρώτος στην ιεραρχία της κυβέρνησης της Αργεντινής, είχε δηλώσει πως δεν ανέχεται να πραγματοποιείται έλεγχος από το ΔΝΤ «όταν οι οικονομικές συνθήκες της χώρας είναι σταθερές». Το Ταμείο δεν προβλέπει κυρώσεις για τις χώρες που αρνούνται τις ετήσιες εκτιμήσεις, οι οποίες αποκαλούνται «άρθρο IV» στο ιδίωμα του θεσμού. Όμως, από το 2012 δημοσιεύει ανακοινώσεις στις οποίες κατονομάζονται οι χώρες που καθυστερούν για πολλούς μήνες τον έλεγχο.
Ο Ισημερινός ήταν η πρώτη χώρα που υπέδειξε τον Νοέμβριο το ΔΝΤ. Τον Ιανουάριο, ο οργανισμός είχε επισημάνει πως η Μαδαγασκάρη και η Ερυθραία ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Σύμφωνα με ένα έγγραφο του ΔΝΤ που είχε δημοσιευτεί το περασμένο καλοκαίρι, η Σομαλία είναι η χώρα-μέλος που καταγράφει τη μεγαλύτερη καθυστέρηση στους κόλπους του θεσμού, καθώς η τελευταία εκτίμησή της χρονολογείται από το 1989. Τέλος, η Βενεζουέλα είναι η χώρα αυτή που δεν δέχεται από το 2004 κι έπειτα τις εκτιμήσεις του Ταμείου.