Με ένα βιβλίο το οποίο αναμένεται να προκαλέσει ποικίλα σχόλια, ο επίτιμος πρόεδρος της ΝΔ Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κάνει μια αποτίμηση της τριετίας 1990-1993.
Το βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει στις 25 Φεβρουαρίου, υπογράφεται από...συντακτική επιτροπή, επικεφαλής της οποίας είναι ο Ιωάννης Παλαιοκρασσάς, περιέχει πρόλογο του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη και έχει τίτλο: «Μπροστά από την εποχή της».
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», ο κ. Μητσοτάκης υπεραμύνεται των πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, της πρώτης και μόνης έως σήμερα κυβέρνησης του ελληνικού κράτους που εξελέγη με σαφή και διακηρυγμένο στόχο τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας και την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονταν και πολλές ιδιωτικοποιήσεις εταιρειών του Δημοσίου.
Στην εισαγωγή του, ο Κ. Μητσοτάκης ισχυρίζεται ότι, όταν παρέλαβε, η ελληνική οικονομία ήταν κάτι παραπάνω από ελλειμματική. Μετά την πολιτική τού «Τσοβόλα, δώσ' τα όλα», λέει, το 1989 η χώρα είχε πτωχεύσει.
Εκτιμά ότι οι αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και οι δύο κυβερνήσεις που είχαν προηγηθεί με τη συμμετοχή της Αριστεράς συνέβαλαν στην εμβάθυνση της εθνικής συμφιλίωσης, αλλά δεν μπορούσαν να δώσουν λύσεις στο πρόβλημα. Μπορούσε, παρά την ισχνή πλειοψηφία της, η δική του κυβέρνηση, επειδή, όπως λέει, στη διάρκεια των τριών αναμετρήσεων δεν είχε δώσει καμία υπόσχεση στον ελληνικό λαό.
«Είχα πει» λέει ο πρώην πρωθυπουργός «ότι θα επιχειρήσω να βελτιώσω τη ζωή των Ελλήνων, αλλά θα τους ζητούσα περισσότερη δουλειά για να μπορέσουμε να κάνουμε την Ελλάδα ανταγωνιστική. Είχα πει την αλήθεια μερικές φορές μέχρις ωμότητος». Και προσθέτει ότι, αν δεν είχε ανατραπεί η κυβέρνησή του, «η πορεία της χώρας θα ήταν διαφορετική».
Ο κ. Μητσοτάκης εκτιμά σήμερα ότι τα μέτρα που έλαβε, παρά την αντιδημοτικότητά τους, έριξαν τον πληθωρισμό κάτω του 11% το 1994, ενώ αποδίδει σημασία σε μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές, στα μεγάλα έργα υποδομής που δρομολογήθηκαν (μετρό Αθηνών, Αττική Οδός, αεροδρόμιο Σπάτων, γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, Εγνατία Οδός), στο άνοιγμα των αγορών, μεταξύ άλλων και στον τραπεζικό τομέα, στους διαγωνισμούς στις τηλεπικοινωνίες, που οδήγησαν στη δημοπράτηση των δύο πρώτων αδειών κινητής τηλεφωνίας.
Την πτώση της κυβέρνησης την αποδίδει στο γεγονός ότι στη ΝΔ «επικράτησαν οι λαϊκίστικες απόψεις που εξέφραζε η εσωκομματική μου αντιπολίτευση». Έκτοτε, εκτιμά, μόνο η πρώτη τετραετία Σημίτη είχε μεταρρυθμιστικό όραμα και πολιτικό στόχο, την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ - παρ' όλα αυτά, μιλάει για «μισή προσπάθεια που έκανε ο Σημίτης».
Κατά τα άλλα, ισχυρίζεται ο κ. Μητσοτάκης, «η Ελλάδα ακολούθησε άβουλη και μοιραία τον ολισθηρό δρόμο των χρεών και των ελλειμμάτων. Παρά τις ελάχιστες φωνές που, απομονωμένες από την ευρύτερη κοινή γνώμη, προειδοποιούσαμε μάταια για τα επερχόμενα δεινά, ο δανεισμός συνεχίστηκε και κορυφώθηκε στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 2000. Άφθονο και φθηνό χρήμα στα χέρια ανεύθυνων κυβερνήσεων δαπανήθηκε αποκλειστικά για κατανάλωση, διαμορφώνοντας ένα πλασματικό επίπεδο ευμάρειας».
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρεται και στη σημερινή κατάσταση. Αποκρούει τους ισχυρισμούς ότι με επιστροφή στη δραχμή η έξοδος από την κρίση θα ήταν ομαλότερη, ισχυριζόμενος ότι «κάτι τέτοιο θα ήταν τραγωδία και θα επέστρεφε τη χώρα μισόν αιώνα πίσω», και συνιστά αποδοχή της πραγματικότητας. «Πρέπει να πούμε στον λαό ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να γίνουμε ανταγωνιστικοί, γιατί εφεξής θα πρέπει να ζήσουμε με τις δικές μας δυνάμεις σε έναν σκληρό κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστικός».