Θα έχει δίκιο κάποιος αν ισχυριστεί ότι ως χώρα αντιμετωπίζουμε διαχρονικά το πρόβλημα της έλλειψης ενός αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο μπορούμε να ακολουθήσουμε με συνέπεια για να καταλήξουμε σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Αυτή η έλλειψη προτύπου προφανώς λειτουργεί και ως απουσία αναπτυξιακής ταυτότητας, με αποτέλεσμα να... αναζητούμε κάτι τέτοιο στα πεπραγμένα άλλων χωρών.
Χθες, ο πρωθυπουργός έδειξε να ενθουσιάζεται με το ιρλανδικό μοντέλο, αρκετά παραπάνω ίσως από όσο θα επέβαλλε η αβρότητα του οικοδεσπότη, κατά την επίσκεψη του Ιρλανδού πρωθυπουργού, Εντα Κένι, στη χώρα μας. Ο κ. Σαμαράς ήταν σαφής: «Η Ιρλανδία είχε από δεκαετίες κάνει τη μεγάλη επιλογή της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας και, όταν βρέθηκε σε σοβαρή κρίση, ήταν και πάλι η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια που την οδήγησαν έξω από την κρίση. Την επιλογή αυτή, της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητας, κάνει και η κυβέρνησή μας.
Θα ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Ιρλανδίας και στην άλλη επιλογή, της χαμηλής φορολογίας». Ο κ. Σαμαράς δεν ήταν ο μόνος που εντυπωσιάστηκε από τα επιτεύγματα της Ιρλανδίας. Στο ξεκίνημα της διακυβέρνησης Καραμανλή είχε επανειλημμένα διατυπωθεί η πρόθεση να μοιάσουμε στον «κέλτικο τίγρη», την εποχή που η βόρεια χώρα είχε θαμπώσει την Ευρώπη με τα επιτεύγματά της. Μερικά χρόνια αργότερα, η χώρα όχι μόνο δεν είχε καμιά σχέση με «τίγρη παραγωγής», αλλά διέθετε το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα στην ιστορία της.
Στη συνέχεια, ο κ. Παπανδρέου, λίγο πριν γίνει πρωθυπουργός, υποσχέθηκε ότι θα κάνει την Ελλάδα τη «Δανία του Νότου», ως πρότυπο ανάπτυξης με περιβαλλοντική ευαισθησία. Μερικούς μήνες αργότερα, ο κ. Παπανδρέου ανακάλυψε ότι λεφτά δεν υπάρχουν όχι μόνο για περιβαλλοντική ανάπτυξη, αλλά και για τις βασικές ανάγκες της χώρας. Δεν ξέρουμε αν και σε ποιο βαθμό κάποιος από τους Ελληνες πρωθυπουργούς -και όχι μόνο, αλλά και από τους πολιτικούς- που πήραν κατά καιρούς την τύχη της χώρας στα χέρια τους έχει αναρωτηθεί γιατί ουδείς είχε ποτέ τη φιλοδοξία να ακολουθήσει το αναπτυξιακό πρότυπο της Ελλάδας.
Και ακόμη περισσότερο, αν τον έχει ενοχλήσει το γεγονός πως όταν κάποιος αναζητεί παραδείγματα ανάπτυξης, ούτε καν έχει σκεφτεί ποτέ να στραφεί προς τη χώρα μας. Το πρόβλημα, όμως, πλέον, δεν αφορά μόνο την εθνική υπερηφάνεια, την οποία αδυνατούμε να στηρίξουμε με τις επιλογές, αλλά κυρίως την εθνική ανάγκη να επιβιώσουμε ως χώρα, χωρίς να κινούμαστε στα όρια της χρεοκοπίας και στις παρυφές της φτώχειας. Μπορεί ο κ. Σαμαράς να έχει πράγματι, όπως είπε ο κ. Κένι, αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τη χώρα στο εξωτερικό, αλλά η δημιουργία ενός βιώσιμου αναπτυξιακού μοντέλου δεν έχει γίνει ορατή ακόμα.
Του κ.Ν.Φραντζή