Μια ακόμη έρευνα, αυτή τη φορά δύο οικονομολόγων από το Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν, ήρθε προ ημερών να καταρρίψει και πάλι το διαχρονικό ρητό ότι «το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία» και να κατεδαφίσει σοφία αιώνων που συνέδεε την ευδαιμονία με την αγάπη, τη γνώση, την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, τη φρόνηση, την ηθική, την προσφορά, την ομορφιά, τη γαλήνη...
«Οσο περισσότερα χρήματα έχει κάποιος τόσο πιο... ευτυχισμένος είναι» αποφάνθηκαν οι δύο επιστήμονες, που επεξεργάστηκαν δηλώσεις πολιτών.
Για παράδειγμα, ανέφεραν, εάν οι ερωτηθέντες με ετήσιες απολαβές άνω των 72.000 ευρώ δήλωναν «αρκετά ικανοποιημένοι» και «ευτυχισμένοι», εκείνοι με ετήσιο εισόδημα άνω των 360.000 ευρώ δήλωναν «πολύ ευτυχισμένοι» και «αληθινά ικανοποιημένοι» (American Economic Review, Μάιος 2013).
Δεν είναι νέα θεωρία.
Την άμεση συνάρτηση του χρήματος με την ευτυχία υποστηρίζουν εμβριθείς από την αρχαιότητα.
«Οσο περισσότερα έχω, τόσο πιο ευχάριστα ζω» έλεγε ο Ξενοφών.
«Το μεγάλο εισόδημα είναι η καλύτερη συνταγή για την ευτυχία από όσες έχω ακούσει», υποστήριζε η Τζέιν Οστιν, Βρετανίδα συγγραφέας του 18ου -19ου αι.
Οντως, η κοινή ανθρώπινη μοίρα, η πανομοιότυπη ανθρώπινη φύση δεν εξισώνει τους ανθρώπους, δεν τους κάνει κοινωνούς του ίδιου μεριδίου ευτυχίας· όλοι γεννιούνται πάνω στη γη, αλλά ο καθένας μέσα σε ένα διαφορετικό όγκο προβλημάτων, όλοι εργάζονται αλλά υπό διαφορετικές συνθήκες, με διαφορετικά οφέλη, όλοι κάποτε πεθαίνουν όμως άλλος μπορεί να κάνει λίγα κι άλλος πολλά ενάντια στον θάνατο.
Η φτώχεια παγιδεύει το άτομο στην πείνα, την άγνοια, την υποβάθμιση, το κρατά εξαρτημένο από τις άμεσες ανάγκες του, το ποδηγετεί με την έμμονη ιδέα της στέρησης.
Οντως η οικονομική άνεση παρέχει τα αυτονόητα: ελεύθερο χρόνο, ευκαιρίες, προνόμια, αίγλη, διάκριση, αυτοπεποίθηση, καλύτερη υγεία, υψηλή παιδεία. Ο βαθύπλουτος, στις δέσμιες της ύλης κοινωνίες, μοιάζει να είναι ένα ξεχωριστό «είδος», πέρα και πάνω από τους κοινούς θνητούς, στην περίοπτη θέση που τον τοποθετεί η κοινωνία, σε έναν «Ολυμπο» που τον μοιράζεται με ομοίους του.
Βάλλεται ενδεχομένως από τα τρωτά της ανθρώπινης υπόστασης, τις ατυχίες, τις αποτυχίες, την ασθένεια, την ουσιαστική μοναξιά, αλλά διαφυλάττοντας τη δυνατότητα των επιλογών. Παρά ταύτα, ο πλούτος, το μαγικό γιατρικό, δεν θωρακίζει πάντα από την αποκαρδίωση, ή τη νωθρότητα, από το σημειωτόν πάνω στο άχρονο κρύσταλλο, δεν απομακρύνει ό,τι άλυτο προκύπτει από τις συγκρούσεις της ψυχής.
Φαίνεται από τη σταθερή πελατεία των ιατροφιλοσόφων, των ψυχοθεραπευτών, από τη διάδοση της διδασκαλίας της τέχνης της ψυχικής ευφορίας - τη διδάσκουν σε πάνω από 100 αμερικανικά πανεπιστήμια.
Επειτα η κρίση αφαίρεσε προσμονές, έκανε τις σχέσεις εύθραυστες, ρευστές. Δεν δίνεται πίστωση χρόνου, τα μακροπρόθεσμα σχέδια τρομάζουν.
Ισως, εν τέλει, να βρισκόμαστε στην έναρξη ενός νέου κύκλου, και αντίθετα από ό,τι πρεσβεύουν οι ερευνητές, η ευτυχία να βρίσκεται και στη δύναμη που αντλεί πανταχόθεν σήμερα ο (επτωχευμένος) άνθρωπος για να παλέψει με μια ζωή πιο μεγάλη από αυτόν, και να βγει, έστω για λίγο, νικητής.
Η ευτυχία είναι και το κύμα που συνοδεύει αβίαστα την κάθε μικρή επικράτηση του νου, των ιδεών πάνω στην «απώλεια». Ας διατηρήσουμε, λοιπόν, τις αμφιβολίες μας.
Πλήθος οι ευφρόσυνες εξαιρέσεις πίσω από τις άκαμπτες αλήθειες...
Της Τασούλας Καραϊσκάκη
«Οσο περισσότερα χρήματα έχει κάποιος τόσο πιο... ευτυχισμένος είναι» αποφάνθηκαν οι δύο επιστήμονες, που επεξεργάστηκαν δηλώσεις πολιτών.
Για παράδειγμα, ανέφεραν, εάν οι ερωτηθέντες με ετήσιες απολαβές άνω των 72.000 ευρώ δήλωναν «αρκετά ικανοποιημένοι» και «ευτυχισμένοι», εκείνοι με ετήσιο εισόδημα άνω των 360.000 ευρώ δήλωναν «πολύ ευτυχισμένοι» και «αληθινά ικανοποιημένοι» (American Economic Review, Μάιος 2013).
Δεν είναι νέα θεωρία.
Την άμεση συνάρτηση του χρήματος με την ευτυχία υποστηρίζουν εμβριθείς από την αρχαιότητα.
«Οσο περισσότερα έχω, τόσο πιο ευχάριστα ζω» έλεγε ο Ξενοφών.
«Το μεγάλο εισόδημα είναι η καλύτερη συνταγή για την ευτυχία από όσες έχω ακούσει», υποστήριζε η Τζέιν Οστιν, Βρετανίδα συγγραφέας του 18ου -19ου αι.
Οντως, η κοινή ανθρώπινη μοίρα, η πανομοιότυπη ανθρώπινη φύση δεν εξισώνει τους ανθρώπους, δεν τους κάνει κοινωνούς του ίδιου μεριδίου ευτυχίας· όλοι γεννιούνται πάνω στη γη, αλλά ο καθένας μέσα σε ένα διαφορετικό όγκο προβλημάτων, όλοι εργάζονται αλλά υπό διαφορετικές συνθήκες, με διαφορετικά οφέλη, όλοι κάποτε πεθαίνουν όμως άλλος μπορεί να κάνει λίγα κι άλλος πολλά ενάντια στον θάνατο.
Η φτώχεια παγιδεύει το άτομο στην πείνα, την άγνοια, την υποβάθμιση, το κρατά εξαρτημένο από τις άμεσες ανάγκες του, το ποδηγετεί με την έμμονη ιδέα της στέρησης.
Οντως η οικονομική άνεση παρέχει τα αυτονόητα: ελεύθερο χρόνο, ευκαιρίες, προνόμια, αίγλη, διάκριση, αυτοπεποίθηση, καλύτερη υγεία, υψηλή παιδεία. Ο βαθύπλουτος, στις δέσμιες της ύλης κοινωνίες, μοιάζει να είναι ένα ξεχωριστό «είδος», πέρα και πάνω από τους κοινούς θνητούς, στην περίοπτη θέση που τον τοποθετεί η κοινωνία, σε έναν «Ολυμπο» που τον μοιράζεται με ομοίους του.
Βάλλεται ενδεχομένως από τα τρωτά της ανθρώπινης υπόστασης, τις ατυχίες, τις αποτυχίες, την ασθένεια, την ουσιαστική μοναξιά, αλλά διαφυλάττοντας τη δυνατότητα των επιλογών. Παρά ταύτα, ο πλούτος, το μαγικό γιατρικό, δεν θωρακίζει πάντα από την αποκαρδίωση, ή τη νωθρότητα, από το σημειωτόν πάνω στο άχρονο κρύσταλλο, δεν απομακρύνει ό,τι άλυτο προκύπτει από τις συγκρούσεις της ψυχής.
Φαίνεται από τη σταθερή πελατεία των ιατροφιλοσόφων, των ψυχοθεραπευτών, από τη διάδοση της διδασκαλίας της τέχνης της ψυχικής ευφορίας - τη διδάσκουν σε πάνω από 100 αμερικανικά πανεπιστήμια.
Επειτα η κρίση αφαίρεσε προσμονές, έκανε τις σχέσεις εύθραυστες, ρευστές. Δεν δίνεται πίστωση χρόνου, τα μακροπρόθεσμα σχέδια τρομάζουν.
Ισως, εν τέλει, να βρισκόμαστε στην έναρξη ενός νέου κύκλου, και αντίθετα από ό,τι πρεσβεύουν οι ερευνητές, η ευτυχία να βρίσκεται και στη δύναμη που αντλεί πανταχόθεν σήμερα ο (επτωχευμένος) άνθρωπος για να παλέψει με μια ζωή πιο μεγάλη από αυτόν, και να βγει, έστω για λίγο, νικητής.
Η ευτυχία είναι και το κύμα που συνοδεύει αβίαστα την κάθε μικρή επικράτηση του νου, των ιδεών πάνω στην «απώλεια». Ας διατηρήσουμε, λοιπόν, τις αμφιβολίες μας.
Πλήθος οι ευφρόσυνες εξαιρέσεις πίσω από τις άκαμπτες αλήθειες...
Της Τασούλας Καραϊσκάκη