Ποιοι και τι εισηγούνται στον Ρέσλερ για να προχωρήσουν αποφασιστικά οι αναδιαρθρώσεις στην Ελλάδα.
Το «Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία» θεωρείται από το γερμανικό οικονομικό επιτελείο το πιο έγκυρο, ανεξάρτητο think tank στη χώρα, καθώς καταρτίζει κάθε εξάμηνο μαζί με άλλα έξι γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα και υπό την αιγίδα του γερμανικού υπουργείο Οικονομίας (ή υπουργείου «ανάπτυξης» κατά τα ελληνικά πρότυπα...) του Philip Roesler τις περίφημες «κοινές προβλέψεις» για την παγκόσμια, ευρωπαϊκή και γερμανική οικονομία.
Εφαλτήριο αυτής της έκθεσης, κατά τους συντάκτες της, είναι η άποψη πως «δεν πάνε πάλι όλα τόσο καλά στην Ελλάδα», όπως διατείνονται πολλοί άλλοι οικονομολόγοι, ενώ η ελληνική κρατική διοίκηση «δεν επιτρέπει» το προχώρημα των διαρθρωτικών μεταρρυμίσεων.
Στην έκθεση τους για την ελληνική οικονομία οι κ.κ. Κλάους Σράντερ, Ντάβιντ Μπέντσεκ και Κλάους-Φρίντριχ Λάαζερ από το ΙfW χωρίς να παραγνωρίζουν την πρόοδο που έχει συντελεστεί, κυρίως, σ’ ό,τι αφορά τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, επισημαίνουν τον «διακριτό κίνδυνο της κατάρρευσης των μεταρρυθμίσεων» στην Ελλάδα και των «ανεξέλεγκτων συνεπειών» που κάτι τέτοιο θα είχε.
Γι’ αυτό προτείνουν να δοθούν... εργολαβία οι μεταρρυθμίσεις (για την ακρίβεια μιλούν για ένα «outsourcing του μεταρρυθμιστικού έργου») σε έξι κρίσιμους τομείς: τη δημόσια διοίκηση, την αγορά εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις μεταφορές, την ενέργεια, το λιανεμπόριο και τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας σε εμπειρογνώμονες (για τον κάθε ένα από τους προαναφερθέντες τομείς χωριστά).
M’ άλλα λόγια, οι Γερμανοί εμπειρογνώμονες προτείνουν τη σύσταση μιας πολυπληθούς «task force», σαν και εκείνη που είχε συστήσει η Ε.Ε. υπό τον Horst Reichenbach μόνο που αυτή θα δεν θα «συμβουλεύει» απλώς τις ελληνικές αρχές ανά υπουργείο και ανά εποπτευόμενο φορέα για το πώς θα πετύχουν τους στόχους που θέτει το Μνημόνιο, αλλά θα εφαρμόζει η ίδια τις μνημονιακές μεταρρυθμίσεις για... λογαριασμό των υπουργών, των διοικητών και μελών των δ.σ. των δημοσίων οργανισμών.
Ποιο είναι το σκεπτικό των ερευνητών από το ΙfW ;
«Για να διευκολυνθεί η διαχείριση της κρίσης, θα πρέπει τα μεταρρυθμιστικά μέτρα να γίνουν πιο γρήγορα και πιο επαγγελματικά. Με την οργάνωση και την εφαρμογή ορισμένων μεταρρυθμιστικών μέτρων θα μπορούσαν σε πολύ πιο εκτεταμένη κλίμακα από ό,τι έως τώρα να ασχοληθούν ξένοι εμπειρογνώμονες, καθώς η ελληνική κρατική διοίκηση δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο» τονίζουν οι ερευνητές του IfW.
«Αυτοί οι ειδικοί θα μπορούσαν να προέλθουν από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις διοικητικές δομές από άλλα ευρωπαϊκά κράτη ή ξένες (σ.σ. μη ευρωπαϊκές) εταιρείες συμβούλων», συνεχίζουν οι Γερμανοί οικονομολόγοι, συμπληρώνοντας πως «η μεταφορά αρμοδιοτήτων σε ξένους ειδικούς στον τομέα της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού πρότζεκτ θα φέρει μία ανεχτή συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας».
Γι’ αυτό από το IfW προτείνουν τη σύσταση μιας «ρυθμιστικής αρχής, η οποία θα δραστηριοποιείται ανεξάρτητα από την (σ.σ. ελληνική) κρατική γραφειοκρατία, θα αποκτήσει εκτεταμένες αρμοδιότητες και θα συντονίζει το outsourcing του μεταρρυθμιστικού πρότζεκτ από ελληνικής πλευράς...».
Οι κ.κ. Σράντερ, Μπέντσεκ και Λάαζερ προχωράνε ακόμα περισσότερο τη σκέψη τους, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων πως «μια ουσιαστική μείωση θέσεων εργασίας στο δημόσιο η οποία θα καθρεφτίζεται στα δημόσια οικονομικά της χώρας τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν έχει ακόμα γίνει» και πως «αν και οι κατώτατοι μισθοί έχουν πέσει, δεν βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης». «Λείπει» επίσης «μια εργασιακή πολιτική που να δίνει κίνητρα (σ.σ. στους εργοδότες) για την αντιμετώπιση της μακροχρόνιας ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας».
Παραπέρα από το IfW τονίζουν πως «λείπουν ως τώρα μεγάλοι (ξένοι) επενδυτές στο λιανεμπόριο οι οποίοι θα μπορούσαν να στήσουν ένα μεγάλο δίκτυο υποκαταστημάτων. Γι’ αυτό θα χρειαζόταν μια ριζική δομική αλλαγή».
Όσον αφορά στη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα η οποία αποτυπώνεται στο δείκτη “Doing Business” της Παγκόσμιας Τράπεζας (2012), οι Γερμανοί οικονομολόγοι σχολιάζουν πως η Ελλάδα κατέχει ακόμα την τελευταία θέση μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών, ενώ στη συνολική κατάταξη βρίσκεται πίσω από τη... Μογγολία και τις Μπαχάμες.
Για να προχωρήσει, μάλιστα, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων θα πρέπει η Ελλάδα να ακολουθήσει το πρότυπο των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.
- "Kατοχή" και επισήμως...
Το «Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία» θεωρείται από το γερμανικό οικονομικό επιτελείο το πιο έγκυρο, ανεξάρτητο think tank στη χώρα, καθώς καταρτίζει κάθε εξάμηνο μαζί με άλλα έξι γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα και υπό την αιγίδα του γερμανικού υπουργείο Οικονομίας (ή υπουργείου «ανάπτυξης» κατά τα ελληνικά πρότυπα...) του Philip Roesler τις περίφημες «κοινές προβλέψεις» για την παγκόσμια, ευρωπαϊκή και γερμανική οικονομία.
Εφαλτήριο αυτής της έκθεσης, κατά τους συντάκτες της, είναι η άποψη πως «δεν πάνε πάλι όλα τόσο καλά στην Ελλάδα», όπως διατείνονται πολλοί άλλοι οικονομολόγοι, ενώ η ελληνική κρατική διοίκηση «δεν επιτρέπει» το προχώρημα των διαρθρωτικών μεταρρυμίσεων.
Στην έκθεση τους για την ελληνική οικονομία οι κ.κ. Κλάους Σράντερ, Ντάβιντ Μπέντσεκ και Κλάους-Φρίντριχ Λάαζερ από το ΙfW χωρίς να παραγνωρίζουν την πρόοδο που έχει συντελεστεί, κυρίως, σ’ ό,τι αφορά τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, επισημαίνουν τον «διακριτό κίνδυνο της κατάρρευσης των μεταρρυθμίσεων» στην Ελλάδα και των «ανεξέλεγκτων συνεπειών» που κάτι τέτοιο θα είχε.
Γι’ αυτό προτείνουν να δοθούν... εργολαβία οι μεταρρυθμίσεις (για την ακρίβεια μιλούν για ένα «outsourcing του μεταρρυθμιστικού έργου») σε έξι κρίσιμους τομείς: τη δημόσια διοίκηση, την αγορά εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις μεταφορές, την ενέργεια, το λιανεμπόριο και τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας σε εμπειρογνώμονες (για τον κάθε ένα από τους προαναφερθέντες τομείς χωριστά).
M’ άλλα λόγια, οι Γερμανοί εμπειρογνώμονες προτείνουν τη σύσταση μιας πολυπληθούς «task force», σαν και εκείνη που είχε συστήσει η Ε.Ε. υπό τον Horst Reichenbach μόνο που αυτή θα δεν θα «συμβουλεύει» απλώς τις ελληνικές αρχές ανά υπουργείο και ανά εποπτευόμενο φορέα για το πώς θα πετύχουν τους στόχους που θέτει το Μνημόνιο, αλλά θα εφαρμόζει η ίδια τις μνημονιακές μεταρρυθμίσεις για... λογαριασμό των υπουργών, των διοικητών και μελών των δ.σ. των δημοσίων οργανισμών.
Ποιο είναι το σκεπτικό των ερευνητών από το ΙfW ;
«Για να διευκολυνθεί η διαχείριση της κρίσης, θα πρέπει τα μεταρρυθμιστικά μέτρα να γίνουν πιο γρήγορα και πιο επαγγελματικά. Με την οργάνωση και την εφαρμογή ορισμένων μεταρρυθμιστικών μέτρων θα μπορούσαν σε πολύ πιο εκτεταμένη κλίμακα από ό,τι έως τώρα να ασχοληθούν ξένοι εμπειρογνώμονες, καθώς η ελληνική κρατική διοίκηση δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο» τονίζουν οι ερευνητές του IfW.
«Αυτοί οι ειδικοί θα μπορούσαν να προέλθουν από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις διοικητικές δομές από άλλα ευρωπαϊκά κράτη ή ξένες (σ.σ. μη ευρωπαϊκές) εταιρείες συμβούλων», συνεχίζουν οι Γερμανοί οικονομολόγοι, συμπληρώνοντας πως «η μεταφορά αρμοδιοτήτων σε ξένους ειδικούς στον τομέα της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού πρότζεκτ θα φέρει μία ανεχτή συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας».
Γι’ αυτό από το IfW προτείνουν τη σύσταση μιας «ρυθμιστικής αρχής, η οποία θα δραστηριοποιείται ανεξάρτητα από την (σ.σ. ελληνική) κρατική γραφειοκρατία, θα αποκτήσει εκτεταμένες αρμοδιότητες και θα συντονίζει το outsourcing του μεταρρυθμιστικού πρότζεκτ από ελληνικής πλευράς...».
Οι κ.κ. Σράντερ, Μπέντσεκ και Λάαζερ προχωράνε ακόμα περισσότερο τη σκέψη τους, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων πως «μια ουσιαστική μείωση θέσεων εργασίας στο δημόσιο η οποία θα καθρεφτίζεται στα δημόσια οικονομικά της χώρας τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν έχει ακόμα γίνει» και πως «αν και οι κατώτατοι μισθοί έχουν πέσει, δεν βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης». «Λείπει» επίσης «μια εργασιακή πολιτική που να δίνει κίνητρα (σ.σ. στους εργοδότες) για την αντιμετώπιση της μακροχρόνιας ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας».
Παραπέρα από το IfW τονίζουν πως «λείπουν ως τώρα μεγάλοι (ξένοι) επενδυτές στο λιανεμπόριο οι οποίοι θα μπορούσαν να στήσουν ένα μεγάλο δίκτυο υποκαταστημάτων. Γι’ αυτό θα χρειαζόταν μια ριζική δομική αλλαγή».
Όσον αφορά στη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα η οποία αποτυπώνεται στο δείκτη “Doing Business” της Παγκόσμιας Τράπεζας (2012), οι Γερμανοί οικονομολόγοι σχολιάζουν πως η Ελλάδα κατέχει ακόμα την τελευταία θέση μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών, ενώ στη συνολική κατάταξη βρίσκεται πίσω από τη... Μογγολία και τις Μπαχάμες.
Για να προχωρήσει, μάλιστα, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων θα πρέπει η Ελλάδα να ακολουθήσει το πρότυπο των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.