Χορήγηση αποζημίωσης ύψους 20 εκατ. δολαρίων επέβαλε αμερικανικό δικαστήριο στο Facebook, αφού η ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης δέχτηκε μήνυση από χρήστες, που διαμαρτυρήθηκαν ότι τα στοιχεία τους χρησιμοποιήθηκαν σε διαφημίσεις χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Το ποσό αναμένεται να μοιραστεί ανάμεσα σε χρήστες, δικηγόρους και...διάφορες μη κερδοσκοπικές ομάδες υποστήριξης, όπως η Electronic Frontier Foundation και το κέντρο για το Διαδίκτυο και την κοινωνία Μπέρκμαν.
Περίπου 614.000 χρήστες θα λάβουν ατομικά το ποσό των 15 δολαρίων ως αποζημίωση. Η μήνυση είχε κατατεθεί το 2011. Αν κάποιος χρήστης είχε πατήσει «μου αρέσει» σε διάφορες μάρκες, υπήρχε πιθανότητα το όνομά του να εμφανιστεί στο μέλλον σε άλλες διαφημίσεις της εταιρείας στο κοινωνικό αυτό δίκτυο. Η πρακτική αυτή δεν είναι σπάνια και χρησιμοποιείται για την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών μέσω του Facebook. Η διαφήμιση εμφανίζεται συνήθως στις σελίδες των φίλων του ατόμου γράφοντας ότι το εν λόγω άτομο έχει εγκρίνει τη σελίδα της μάρκας στην ιστοσελίδα. Οι χρήστες, ωστόσο, των οποίων τα ονόματα χρησιμοποιούνται δεν ενημερώνονται, δεν πληρώνονται, αλλά και δεν τους δίδεται η δυνατότητα να εξαιρεθούν από τη διαδικασία.
Ο αρμόδιος δικαστής, Ρίτσαρντ Σίμποργκ, αναγνώρισε ότι τα 15 δολάρια αποτελούν σχετικά μικρό ποσό, αλλά σχολίασε ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι το Facebook παραβίασε αδιαμφισβήτητα τον νόμο. Επίσης, πρόσθεσε πως οι εμπλεκόμενοι χρήστες δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι υπέστησαν ουσιαστική ζημία. Το δικαστήριο υπολόγισε ότι το κοινωνικό δίκτυο απέκτησε κέρδος ύψους 73 εκατ. δολαρίων από τις διαφημίσεις αυτές που εμπεριείχαν τα στοιχεία τουλάχιστον 150 εκατ. χρηστών της ιστοσελίδας. Επιπροσθέτως, η απόφαση του δικαστηρίου προβλέπει αλλαγές στη «δήλωση των δικαιωμάτων», καθώς και αναγκάζει το Facebook να παρέχει περισσότερες πληροφορίες και έλεγχο σχετικά με το πώς χρησιμοποιούνται τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών στο μέλλον. Αυτή η κίνηση υπολογίζεται πως θα δημιουργήσει απώλεια τουλάχιστον 145 εκατ. δολαρίων στο κοινωνικό δίκτυο από τα διαφημιστικά του κέρδη. Περίπου 7.000 χρήστες ζήτησαν να εξαιρεθούν από τη διαφημιστική αυτή δραστηριότητα, γεγονός που τους επιτρέπει να κινηθούν δικαστικά εναντίον της ιστοσελίδας.
Το ποσό αναμένεται να μοιραστεί ανάμεσα σε χρήστες, δικηγόρους και...διάφορες μη κερδοσκοπικές ομάδες υποστήριξης, όπως η Electronic Frontier Foundation και το κέντρο για το Διαδίκτυο και την κοινωνία Μπέρκμαν.
Περίπου 614.000 χρήστες θα λάβουν ατομικά το ποσό των 15 δολαρίων ως αποζημίωση. Η μήνυση είχε κατατεθεί το 2011. Αν κάποιος χρήστης είχε πατήσει «μου αρέσει» σε διάφορες μάρκες, υπήρχε πιθανότητα το όνομά του να εμφανιστεί στο μέλλον σε άλλες διαφημίσεις της εταιρείας στο κοινωνικό αυτό δίκτυο. Η πρακτική αυτή δεν είναι σπάνια και χρησιμοποιείται για την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών μέσω του Facebook. Η διαφήμιση εμφανίζεται συνήθως στις σελίδες των φίλων του ατόμου γράφοντας ότι το εν λόγω άτομο έχει εγκρίνει τη σελίδα της μάρκας στην ιστοσελίδα. Οι χρήστες, ωστόσο, των οποίων τα ονόματα χρησιμοποιούνται δεν ενημερώνονται, δεν πληρώνονται, αλλά και δεν τους δίδεται η δυνατότητα να εξαιρεθούν από τη διαδικασία.
Ο αρμόδιος δικαστής, Ρίτσαρντ Σίμποργκ, αναγνώρισε ότι τα 15 δολάρια αποτελούν σχετικά μικρό ποσό, αλλά σχολίασε ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι το Facebook παραβίασε αδιαμφισβήτητα τον νόμο. Επίσης, πρόσθεσε πως οι εμπλεκόμενοι χρήστες δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι υπέστησαν ουσιαστική ζημία. Το δικαστήριο υπολόγισε ότι το κοινωνικό δίκτυο απέκτησε κέρδος ύψους 73 εκατ. δολαρίων από τις διαφημίσεις αυτές που εμπεριείχαν τα στοιχεία τουλάχιστον 150 εκατ. χρηστών της ιστοσελίδας. Επιπροσθέτως, η απόφαση του δικαστηρίου προβλέπει αλλαγές στη «δήλωση των δικαιωμάτων», καθώς και αναγκάζει το Facebook να παρέχει περισσότερες πληροφορίες και έλεγχο σχετικά με το πώς χρησιμοποιούνται τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών στο μέλλον. Αυτή η κίνηση υπολογίζεται πως θα δημιουργήσει απώλεια τουλάχιστον 145 εκατ. δολαρίων στο κοινωνικό δίκτυο από τα διαφημιστικά του κέρδη. Περίπου 7.000 χρήστες ζήτησαν να εξαιρεθούν από τη διαφημιστική αυτή δραστηριότητα, γεγονός που τους επιτρέπει να κινηθούν δικαστικά εναντίον της ιστοσελίδας.