Τροϊκανοί και πολιτικοί επιδιώκουν την περαιτέρω άνοδο των εσόδων, παρά τη συγκριτικά μεγάλη αύξηση των φόρων τα τελευταία χρόνια.
Όμως, η φορολογία χωρίς τον ηθικό πυλώνα της επαρκούς ανταποδοτικότητας των δημοσίων υπηρεσιών παραπέμπει σε αρπαγή.
Η αξία των αγαθών και υπηρεσιών σε αγοραίες τιμές που παράγονται στην Ελλάδα, γνωστή ως ονομαστικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν), υποχώρησε πέρυσι λίγο κάτω από τα 194 δισ. ευρώ.Την τελευταία φορά που βρέθηκε σε αυτά τα επίπεδα ήταν το 2005.
Εκείνη τη χρονιά το...πρωτογενές έλλειμμα που δεν περιλαμβάνει τις δαπάνες για τόκους είχε ανέλθει στο 1% του ΑΕΠ έναντι 1,5% περίπου το 2012.
Όμως, τα συνολικά έσοδα του κράτους ανέρχονταν στο 39% του ΑΕΠ το 2005, ενώ πέρυσι σκαρφάλωσαν στο 45%, παρότι η οικονομία βρισκόταν στον 5ο συνεχόμενο χρόνο ύφεσης.
Με άλλα λόγια, οι φόροι και τα άλλα έσοδα του κράτους σε σχέση με το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας ήταν αυξημένα κατά 6 μονάδες του ΑΕΠ σε σχέση με το 2005, όπου η οικονομική πίτα ήταν ίδια.
Αν όμως κάποιος διάβαζε τι γράφεται στον ελληνικό και στον ξένο Τύπο και τα κατά καιρούς σχόλια υπουργών, αρχηγών πολιτικών κομμάτων και άλλων, θα νόμιζε ότι τα δημόσια οικονομικά βρίσκονται σε δεινή θέση επειδή έχουν καταρρεύσει τα έσοδα.
Όμως, το συμπέρασμα δεν είναι σωστό.
Η επιμονή της τρόικας στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και στη διαμόρφωση φορολογικής συνείδησης εντάσσεται στο πλαίσιο της αύξησης των εσόδων και της επίτευξης του φιλόδοξου στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 8 - 9 δισ. ευρώ το 2016 από σχεδόν μηδενικό φέτος.
Μαζί με τα παράπλευρα οφέλη ενός δικαιότερου φορολογικού συστήματος, αφού δεν είναι σωστό να υπερφορολογούνται όσοι δεν μπορούν να ξεφύγουν και να μην πληρώνουν τους αναλογούντες φόρους ή να φορολοκλέβουν, π.χ. τον ΦΠΑ, όσοι νομίμως ή μη μπορούν να το κάνουν.
Όμως, η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση.
Στις δυτικές κοινωνίες, η ηθική της φορολογίας βασίζεται στην έννοια της ανταποδοτικότητας.
Τα νοικοκυριά πληρώνουν φόρους για να χρηματοδοτηθεί η δωρεάν ή σχεδόν δωρεάν παροχή ορισμένων δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών όπως η δημόσια ασφάλεια, η εκπαίδευση και η υγεία, που κάθε χώρα ορίζει ξεχωριστά.
Όπως αναφέρει ο Τάκης Μίχας στο βιβλίο του με τίτλο «Μαύρη Βίβλος της ελληνικής οικονομίας», «η ανταποδοτικότητα είναι αυτή που διακρίνει την έννομη αρπαγή που πραγματοποιεί ο εφοριακός από τη ληστεία που διαπράττει ο ένοπλος κουκουλοφόρος».
Χωρίς την ανταποδοτικότητα, το φορολογικό σύστημα θα ονομαζόταν ληστεία ή αρπαγή.
Όμως, η ελληνική πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Οι πολίτες διπλοπληρώνουν για τις ίδιες «δημόσιες» υπηρεσίες. Τόσο ως φορολογούμενοι, όσο και ως χρήστες των δωρεάν «δημόσιων υπηρεσιών».
Πληρώνουν «φακελάκι» στον γιατρό του δημόσιου νοσοκομείου για να τους προσέξει και να μην πάθουν τίποτα.
Πληρώνουν τους καθηγητές για να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα στα παιδιά τους αφού η δημόσια εκπαίδευση δεν τους παρέχει επαρκείς γνώσεις.
Ελπίζουν στον Ύψιστο να μην γίνουν αντικείμενο κλοπής ή ληστείας αφού η αστυνομία έχει αποδείξει ότι σπανίως είναι αποτελεσματική, αν και αστυνομικοί για να προστατεύουν τους επώνυμους υπήρχαν. Ακόμη, οι πιο εύποροι πολίτες πληρώνουν ιδιωτικούς σεκιουριτάδες για ασφάλεια.
Με άλλα λόγια, η αρχή της ανταποδοτικότητας δεν ισχύει στην Ελλάδα όπως σε άλλες δυτικές χώρες.
Το κράτος φορολογεί ολοένα και πιο βαριά τα νοικοκυριά, αλλά δεν ανταποκρίνεται, όπως θα έπρεπε, στις υποχρεώσεις του.
Επομένως, η έλλειψη φορολογικής συνείδησης και η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα δεν θα έπρεπε να εκπλήσσουν από τη στιγμή που η ανταποδοτικότητα των κρατικών υπηρεσιών δεν είναι ικανοποιητική.
Σε άλλες δυτικές χώρες που θα βρίσκονταν αντιμέτωπες με μια παρόμοια κατάσταση, η πιο φυσιολογική αντίδραση θα ήταν πιθανόν η φοροαντίσταση.
Μήπως, όμως η φοροδιαφυγή είναι η ελληνική εκδοχή της φοροαντίστασης απέναντι σε ένα κράτος που έχει αποκηρύξει πολλές υποχρεώσεις του;
Dr. Money