- Η κρίση στην Τουρκία ραγίζει το γυαλί στις σχέσεις με τις ΗΠΑ
- Ο Κέρι... έκλεισε το τηλέφωνο στον Νταβούτογλου!
- Τα ανοικτά μέτωπα.
Μεταδίδει απ΄την Ουάσινγκτον ο Μ.Ιγνατίου:
Οταν την παραμονή των Χριστουγέννων έφτασε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο των δημοσιογράφων, που είναι διαπιστευμένοι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η ανακοίνωση της...εκπροσώπου Τζένιφερ Ψάκι για την Τουρκία, όλοι αντιλήφθησαν ότι η κατάσταση στη χώρα είναι σοβαρή και ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει «θυμώσει».
Ηταν η αναμενόμενη εξέλιξη μίας σχέσης -αυτής μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας- που δεινοπάθησε από τα τερτίπια του πρωθυπουργού της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν.
Ο ισλαμιστής ηγέτης, που θεωρείται πλέον εξτρεμιστής και φανατικός, τορπίλισε τη στενή σχέση συνεργασίας με τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα όταν με σκαιότατο τρόπο απαίτησε, τον περασμένο Μάιο, προεδρικό επίσημο δείπνο στον Λευκό Οίκο με «μουσουλμανικά έθιμα» (χωρίς αλκοόλ και προσευχές) και όταν ανακοίνωσε στον εμβρόντητο Αμερικανό ηγέτη ότι «η επίσκεψη στην ηγεσία της Χαμάς θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο» (του 2013).
Η επίσκεψη δεν έγινε ποτέ, αφού είχαν προηγηθεί οι διαδηλώσεις του περασμένου Ιουνίου και οι υποψίες του κ. Ερντογάν ότι τον πολεμούν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ.
Η κ. Ψάκι έγραφε τα εξής στο ηλεκτρονικό της μήνυμα προς τους δημοσιογράφους:
«Οι αβάσιμες επιθέσεις από ορισμένα στοιχεία των τουρκικών Μέσων Ενημέρωσης εναντίον του Πρέσβη μας, άλλων ανωτέρων αξιωματούχων των ΗΠΑ, εκπροσώπους των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης, καθώς και Αμερικανούς πολίτες και αμερικανικές οργανώσεις, μας έχουν βαθιά ανησυχήσει.
Εχουμε κάνει γνωστές στις τουρκικές αρχές τις ανησυχίες μας σχετικά με τους εν λόγω ισχυρισμούς, που αφορούν Αμερικανούς αξιωματούχους. Τούρκοι αξιωματούχοι μας διαβεβαίωσαν ότι δεν πιστεύουν τέτοιες ψευδείς κατηγορίες εναντίον Αμερικανών αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του πρέσβη Ρικιαρντόνε.
Για περαιτέρω ερωτήσεις σχετικά με τις απόψεις της τουρκικής κυβέρνησης, σας παραπέμπω στην κυβέρνηση της Τουρκίας».
Την ανακοίνωση χαρακτήριζε η απόλυτη διάψευση των τουρκικών ισχυρισμών που εκπορεύθηκαν από το κόμμα του κ. Ερντογάν και προκάλεσε εντύπωση η φράση για «τη βαθιά ανησυχία» των Αμερικανών, που προκλήθηκε στα ανώτατα δώματα της κυβέρνησής τους.
Ανοικτά μέτωπα
Οι Αμερικανοί σίγουρα δεν «πενθούν» για τον Ταγίπ Ερντογάν. Ομως δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για το μέλλον της συμμάχου τους και πιέζουν για την επιστροφή στη σταθερότητα. Το χειρότερο σενάριο για την Αμερική ειναι μία παρατεταμένη πολιτική κρίση και ενώ παραμένουν ανοικτά τα μέτωπα της Συρίας, του Ιράν, των αγωγών και του Κυπριακού, για το οποίο οι Βρετανοί είχαν διευθετήσει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και την ταχύτατη διευθέτηση του προβλήματος με τρόπο που θα ωφελούσε την Αγκυρα.
Το βασικό ερώτημα που τέθηκε μετά τις καταγγελίες του κ. Ερντογάν και τα δημοσιεύματα των φιλικών του εφημερίδων, είναι εάν όντως οι ΗΠΑ διά του πρέσβη Φράνσις Ρικιαρντόνε και άλλων διπλωματών έχουν εργαστεί με μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) για την ανατροπή του κ. Ερντογάν.
Οι Αμερικανοί δέχονται ότι κάποιοι εκ των διπλωματών τους είχαν συναντήσεις με Τούρκους υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ανήκουν σε τουρκικές ΜΚΟ, αλλά αυτές ήταν ρουτίνας και έγιναν στο πλαίσιο της συνεργασίας, που εγκρίθηκε από την τουρκική κυβέρνηση. Δεν έγιναν μυστικά, τονίστηκε χαρακτηριστικά.
Ενας αξιωματούχος υπογράμμισε -και έχει δίκιο- ότι οι κυβερνήσεις δεν ανατρέπονται από ΜΚΟ, και μάλιστα αδύναμες, όπως αυτές που δρουν στο εσωτερικό της Τουρκίας, αλλά από ισχυρούς στρατούς που δεν είναι διαβρωμένοι, όπως ο τουρκικός. Είναι γνωστό άλλωστε, ότι μετά τον έλεγχο της αστυνομίας ο κ. Ερντογάν κατάφερε να «δαμάσει» και τις Ενοπλες Δυνάμεις. Πολλοί αντίπαλοί του αξιωματικοί βρισκονται στη φυλακή και το πάνω χέρι το έχουν οι ισλαμιστές.
Ομως το πρόβλημα για τον κ. Ερντογάν είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός ανώτερων στρατιωτικών επηρεάζεται από τα κηρύγματα του Ιμάμη Γκιουλέν. Υπό αυτήν την έννοια, πρέπει να φοβάται ο κ. Ερντογάν, αφού ο πρώην ευεργέτης του ελέγχει ένα μέρος των Ε.Δ. και δεν κρύβει ότι «δεν τον εμπιστεύεται πια».
Οι Αμερικανοί είναι έντονα ενοχλημένοι με την αντι-ισραηλινή συμπεριφορά του κ. Ερντογάν, ιδιαίτερα μετά τη «συγνώμη» που επέβαλε ο κ. Ομπάμα στον πρωθυπουργό Νετανιάχου. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η Τουρκία δεν έπαιξε καθαρά στην υπόθεση του ιρανικού πυρηνικού οπλοστασίου και των διεθνών κυρώσεων και βοήθησε να ξεκινήσει ο εμφύλιος στη Συρία με στόχο να σύρουν την Αμερική σε πόλεμο. Λέγεται πως στη συνάντηση της 16ης Μαΐου, αλλά και στο ιδιωτικό δείπνο που παρέθεσε το βράδυ ο κ. Ομπάμα στον κ. Ερντογάν, στον κ. Νταβούτογλου και στον διευθυντή των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, ο Τούρκος πρωθυπουργός ζήτησε ανάπτυξη αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων για να απαντήσει θυμωμένα ο κ. Ομπάμα ότι η Αμερική δεν θα εμπλακεί σε άλλους πολέμους όσο είναι πρόεδρος.
Το πραξικόπημα στην Αίγυπτο και η πτώση του Μόρσι, ο οποίος ήταν πειθήνιο όργανο του Ερντογάν, ήταν ένας άλλος λόγος αντιπαράθεσης της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός εγκάλεσε τους Αμερικανούς για τη στάση τους, φερόμενος ως «πλανητάρχης», ομολόγησε Αμερικανός αξιωματούχος. Αποκορύφωμα της απουσίας εμπιστοσύνης ήταν και η τουρκική απόφαση για συνεργασία με κινεζική εταιρεία, η οποία βρισκόταν στη μαύρη λίστα των Αμερικανών για τη σχέση της με τα καθεστώτα του Ιράν και της Β. Κορέας.
Τo μήνυμα
Ο Κέρι... έκλεισε το τηλέφωνο στον Νταβούτογλου
Στην Ουάσιγκτον λένε πως όταν ξέσπασε η πολιτική κρίση λόγω του σκανδάλου διαφθοράς, ο Αχμέτ Νταβούτογλου ζήτησε να μιλήσει τηλεφωνικά με τον Τζον Κέρι, αλλά ο τελευταίος αρνήθηκε, διαμηνύοντας ότι η πολεμική εναντίον του κ. Ρικιαρντόνε είναι πολεμική εναντίον της Αμερικής. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν επιβεβαίωσε ότι πραγματοποιήθηκε τηλεφωνική συνομιλία, κάτι που ήταν συνηθισμένο φαινόμενο και στο πρόσφατο παρελθόν. Επίσης, ο κ. Νταβούτογλου εισέπραξε την άρνηση του Αμερικανού πρέσβη όταν ανακοινώθηκε η συνάντησή τους την περασμένη εβδομάδα.
Ο κ. Ρικιαρντόνε ζήτησε από τον κ. Νταβούτογλου αποκατάσταση του ονόματός του και διάψευση των εναντίον του κατηγοριών για να πραγματοποιηθεί η συνάντησή τους. Οι αναλυτές πιστεύουν ότι «ράγισε» το γυαλί και τονίζουν ότι δύσκολα θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ