Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Τορόντο που εκπόνησαν τη μελέτη κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα ποσοστά θανάτου από καρκίνο του μαστού και άλλα αίτια ήταν τα ίδια για τις γυναίκες που υποβάλλονταν σε τακτική μαστογραφία και γι’ αυτές που δεν εξετάζονταν!
Νέες αμφιβολίες για τη διαγνωστική αξία της μαστογραφίας γεννά μία από τις μεγαλύτερες μελέτες που πραγματοποιήθηκε επί του αντικειμένου, με τη συμμετοχή 90.000 γυναικών και... διάρκεια 25 ετών.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Τορόντο που εκπόνησαν τη μελέτη κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα ποσοστά θανάτου από καρκίνο του μαστού και άλλα αίτια ήταν τα ίδια για τις γυναίκες που υποβάλλονταν σε τακτική μαστογραφία και γι’ αυτές που δεν εξετάζονταν. Αλλωστε, σημειώνουν οι επιστήμονες, ο μαστογραφικός έλεγχος έχει τους δικούς του κινδύνους. Ο ένας στους πέντε καρκίνους που ανιχνεύεται με αυτήν την απεικονιστική μέθοδο δεν απειλεί τη γυναικεία υγεία και κατά συνέπεια δεν υπάρχει ανάγκη για χημειοθεραπεία, ακτινοβολίες ή χειρουργικές επεμβάσεις.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση The British Μedical Journal, είναι μία από τις πιο λεπτομερείς αξιολογήσεις της μαστογραφίας μέσα στο πλαίσιο των πιο σύγχρονων και αποτελεσματικών θεραπειών του καρκίνου του μαστού. Η μία ομάδα γυναικών που συμμετείχε στη μελέτη υποβαλλόταν σε μαστογραφία και ψηλάφηση, ενώ η δεύτερη μόνο σε ψηλάφηση. Στόχος των ερευνητών ήταν να διαπιστώσουν κατά πόσον ο εντοπισμός μη ψηλαφητών καρκίνων είχε ουσιαστικά οφέλη για την υγεία. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η απάντηση είναι αρνητική.
Είναι προφανές ότι η μελέτη θα εντείνει την πόλωση ανάμεσα σε αυτούς που πιστεύουν ότι η μαστογραφία σώζει ζωές και στους επιστήμονες που πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν αρκετές αποδείξεις γι’ αυτό. Στο συνοδευτικό κύριο άρθρο αναφέρεται ότι η μαστογραφία βοήθησε τις γυναίκες πριν από την εισαγωγή πρωτοποριακών φαρμάκων όπως το tamoxifen που περιόρισαν σημαντικά τη θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού. Η δρ Μέτε Κάλαγκερ του πανεπιστημίου του Οσλο και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ τονίζει ότι οι γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα, σε αντίθεση με αυτές που συμμετείχαν σε προηγούμενες, γνώριζαν τι σημαίνει καρκίνος του μαστού και ποιους κινδύνους εγκυμονεί και έτσι δεν επρόκειτο να αγνοήσουν την εμφάνιση κάποιου όγκου.
Οι ερευνητές σήμερα αναγνωρίζουν ότι κάποιοι καρκινικοί όγκοι μεγαλώνουν πολύ αργά και δεν χρειάζονται θεραπεία. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, συρρικνώνονται ή και εξαφανίζονται εντελώς. Ωστόσο από τη στιγμή που θα εντοπιστεί κάποια αλλοίωση, οι ειδικοί δεν μπορούν να κάνουν άλλο παρά να την αντιμετωπίσουν. Αν οι Καναδοί επιστήμονες είχαν συμπεριλάβει και τις περιπτώσεις του ενδοπορικού καρκινώματος in situ (DCIS) τότε τα ποσοστά «υπερ-διάγνωσης» θα άγγιζαν τον ένα στους τρεις καρκίνους. Το ενδοπορικό καρκίνωμα in situ εντοπίζεται μόνο με μαστογραφία και περιορίζεται στον γαλακτικό πόρο. Καθώς παραμένει άγνωστο κατά πόσον θα μείνει περιορισμένο ή θα επεκταθεί, όταν εντοπιστεί αντιμετωπίζεται με χειρουργείο ή ακόμα και μαστεκτομή.
Γενικότερα τα οφέλη του τακτικού μαστογραφικού ελέγχου βρίσκονται στο επίκεντρο έντονης αντιπαράθεσης, αλλά μόνο η Ελβετία έχει προτείνει την κατάργηση της τακτικής εξέτασης.
Τέλος, ο δρ Ρίτσαρντ Βέντερ, επικεφαλής του τμήματος ελέγχου της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, επισημαίνει ότι από τη συνδυαστική μελέτη των ερευνών που έγιναν για τη μαστογραφία αποδεικνύεται ότι η εξέταση μειώνει τη θνησιμότητα κατά 15% στις γυναίκες στην ηλικία των σαράντα και κατά 20% στις μεγαλύτερες ηλικίες.