Η περίπτωση του συμπαθούς πρώην αρχηγού της Εθνικής Ελλάδος είναι ενδεικτική: καθώς δεν μιλά ξένες γλώσσες ούτε και έχει σπουδάσει τίποτε, η σχέση του με την Ευρώπη εξαντλείται στο ότι σήκωσε το κύπελλο στο Euro του 2004. Ομως ο κυρίαρχος λαός αυτόν επέλεξε.
Οπως ακριβώς από το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ διάλεξε τη Σοφία Σακοράφα που πρώτευσε στον ακοντισμό ...και στο ΠΑΣΟΚ.
Υπήρχε μια εποχή λίγο μετά το το 1981, που ο Αλέκος Αλαβάνος έμοιαζε παράταιρος στο Ευρωκοινοβούλιο: ο αστυνομικός που τον... είδε χωρίς γραβάτα να ξεκαβαλάει το παπάκι του, του έκλεισε τον δρόμο μ’ ένα «εσύ τι δουλειά έχεις εδώ;». Ο κ. Αλαβάνος βλέπετε ήταν νεαρός, κι οι άλλοι Ελληνες ευρωβουλευτές της εποχής ήταν ο Σ. Πλασκοβίτης κι ο Δ. Κουλουριάνος. Αλλά με τα χρόνια, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Εμφανίστηκαν στις Βρυξέλλες μορφές σαν τον Γ. Καρατζαφέρη, που κρέμασε στο γραφείο του τον Τσε Γκεβάρα και τον Φιντέλ Κάστρο και έκανε ερώτηση στην Ευρωβουλή για το βιντεοκλίπ της Αννας Βίσση. Αν αυτή η συμπεριφορά ήταν αδιανόητη το 1999, που κατέβηκαν ως κορυφαίοι των ευρωψηφοδελτίων ο Δημ. Τσάτσος και η Μαριέττα Γιαννάκου, το 2004 ο Γ. Καρατζαφέρης την έκανε να μοιάζει σαν μικρή, γραφική εξαίρεση. Μόνο που τα επόμενα δέκα χρόνια, έγινε ο κανόνας.
Και όχι μόνο στην Ελλάδα. Πρόσφατα ο Γ. Χατζημαρκάκης εμφανίστηκε στο Ευρωκοινοβούλιο ζωσμένος με αλυσίδες, μάλλον για να μετακομίσει ευκολότερα απ’ τη γερμανική στην ελληνική πολιτική σκηνή. Αν δεν τα κατάφερε, είναι γιατί είχε ανταγωνισμό από ιθαγενείς υποψηφίους. Ο Νότης Μαριάς των ΑΝΕΛ, ας πούμε, καιρό τώρα φλερτάρει με το κοινό που ξέρει τα πάντα για τους αεροψεκασμούς. Μια ματιά στη λίστα με τους νέους ευρωβουλευτές θα σας πείσει πως το ίδιο κοινό επιλέγει ποιος θα μας εκπροσωπεί στις Βρυξέλλες. Με τα ίδια κριτήρια που διαλέγει και ποιο τραγούδι θα πάει στη Γιουροβίζιον.
Τότε και τώρα
Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι που αυτό το τραγούδι αρνούνται να το χορέψουν. Η κ. Γιαννάκου πολύ πριν από τις εκλογές επέλεξε να μην είναι υποψήφια. Μάλλον γιατί πρώτη φορά πήγε στην Ευρωβουλή το 1999 και βλέπει τις διαφορές. Οπως έλεγε και ο Αλ. Αλαβάνος, «θυμάμαι έναν ευρωβουλευτή, πρώην γραμματέα της αριστερής ΓΣΕΕ της Ιταλίας. Του είπα πως είμαι Ελληνας, και άρχισε να μου απαγγέλλει στίχους από την Οδύσσεια». Οι ξένοι ευρωβουλευτές του παλιού καιρού θα μπορούσαν ίσως να διηγηθούν παρεμφερείς ιστορίες με πρωταγωνιστές Ελληνες: τον Τίμο Χριστοδούλου, τον Ευάγγελο Αβέρωφ, τον Βασίλη Εφραιμίδη, διευθυντή της «Αυγής», ή τον Τάκη Λαμπρία, διευθυντή της «Μεσημβρινής». Σήμερα οι ξένοι ευρωβουλευτές θα πρέπει να συμβιβαστούν με τις ιστορίες της Μαρίας Σπυράκη και της Εύας Καϊλή. Το «τότε» με το «τώρα» έχουν τόση σχέση, όση ο Μανώλης Γλέζος του 1981 με το Μανώλη Γλέζο του 2014. Τότε έψαχνε μανιωδώς στις συνεδριάσεις πώς θα κάνει τη διαφορά στο Ευρωκοινοβούλιο. Τώρα ψάχνει πώς θα φτάσει στο Στρασβούργο, γιατί ο γιατρός δεν του επιτρέπει να μπει σε αεροπλάνο.
Ο Δ. Παπαδημούλης μια φορά είχε πει πως στα πέντε χρόνια της θητείας του στην Ευρωβουλή έκανε τουλάχιστον 600 πτήσεις. Ο Γ. Μαρίνος έλεγε πως ξυπνούσε στις 5 το πρωί για να πετάξει για Βρυξέλλες, και με το που έφτανε έμπαινε σε συνεδρίαση και έβγαινε αργά το βράδυ. Ο Π. Αυγερινός (που πριν γίνει υπουργός είχε τελειώσει την Ιατρική Σχολή της Αθήνας) έλεγε πως «ήταν σαν να πήγαινες ξανά σχολείο, έπρεπε να διαβάζεις διαρκώς, ήταν δύσκολα τα πράγματα». Αλλά η ανταμοιβή για τον κόπο σου ήταν πως εκεί συναντούσες τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, τον Αλτιέρο Σπινέλι και το Ζισκαρ Ντ’ Εστέν. Ηταν ανταμοιβή βέβαια, αν ήξερες ποιοι είναι όλοι αυτοί. Πράγμα όχι και τόσο αυτονόητο για τους νέους Ελληνες ευρωβουλευτές.
Η περίπτωση του συμπαθούς πρώην αρχηγού της Εθνικής Ελλάδος είναι ενδεικτική: καθώς δεν μιλά ξένες γλώσσες ούτε και έχει σπουδάσει τίποτε, η σχέση του με την Ευρώπη εξαντλείται στο ότι σήκωσε το κύπελλο στο Euro του 2004. Ομως ο κυρίαρχος λαός αυτόν επέλεξε. Οπως ακριβώς από το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ διάλεξε τη Σοφία Σακοράφα που πρώτευσε στον ακοντισμό και στο ΠΑΣΟΚ, και όχι την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου, Πέπη Ρηγοπούλου. Ισως γιατί η τελευταία είχε την αξιοπρέπεια να μην εξαργυρώσει αυτά που υπέστη τη νύχτα του Πολυτεχνείου, οπότε δεν έμαθε ποτέ τίποτε γι’ αυτήν ο ψηφοφόρος, που από τον καναπέ του ενημερώνεται αναλυτικά για την Κοντσίτα και το Θ. Ζαγοράκη.
Οι παλιοί θα το θυμούνται ακόμα. Τη μέρα που τελείωνε η θητεία του Λεωνίδα Κύρκου, εκείνος έβγαλε όλους τους Ελληνες ευρωβουλευτές έξω, τους πήγε σ’ ένα ταβερνείο των Βρυξελλών και τους έπαιξε φυσαρμόνικα ώς το πρωί. Αν αντί για τον Μίλτο Κύρκο που εξελέγη με το «Ποτάμι» την Κυριακή ήταν σήμερα ο πατέρας του ευρωβουλευτής, θα αναγκαζόταν να παίξει φυσαρμόνικα και για τους απόστρατους της Χρυσής Αυγής και για την Ελίζα Βόζεμπεργκ και για τον Νότη Μαριά. Μπρος σ’ αυτό το ενδεχόμενο, ο Λεωνίδας Κύρκος με το γνωστό του χιούμορ, μάλλον θα προτιμούσε να πάρει τη φυσαρμόνικά του και να πάει κατευθείαν στη Γιουροβίζιον. Ισως ακόμα και ντουέτο με την Κοντσίτα.
Της κ.Μ.Μαργωμένου
Οπως ακριβώς από το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ διάλεξε τη Σοφία Σακοράφα που πρώτευσε στον ακοντισμό ...και στο ΠΑΣΟΚ.
Υπήρχε μια εποχή λίγο μετά το το 1981, που ο Αλέκος Αλαβάνος έμοιαζε παράταιρος στο Ευρωκοινοβούλιο: ο αστυνομικός που τον... είδε χωρίς γραβάτα να ξεκαβαλάει το παπάκι του, του έκλεισε τον δρόμο μ’ ένα «εσύ τι δουλειά έχεις εδώ;». Ο κ. Αλαβάνος βλέπετε ήταν νεαρός, κι οι άλλοι Ελληνες ευρωβουλευτές της εποχής ήταν ο Σ. Πλασκοβίτης κι ο Δ. Κουλουριάνος. Αλλά με τα χρόνια, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Εμφανίστηκαν στις Βρυξέλλες μορφές σαν τον Γ. Καρατζαφέρη, που κρέμασε στο γραφείο του τον Τσε Γκεβάρα και τον Φιντέλ Κάστρο και έκανε ερώτηση στην Ευρωβουλή για το βιντεοκλίπ της Αννας Βίσση. Αν αυτή η συμπεριφορά ήταν αδιανόητη το 1999, που κατέβηκαν ως κορυφαίοι των ευρωψηφοδελτίων ο Δημ. Τσάτσος και η Μαριέττα Γιαννάκου, το 2004 ο Γ. Καρατζαφέρης την έκανε να μοιάζει σαν μικρή, γραφική εξαίρεση. Μόνο που τα επόμενα δέκα χρόνια, έγινε ο κανόνας.
Και όχι μόνο στην Ελλάδα. Πρόσφατα ο Γ. Χατζημαρκάκης εμφανίστηκε στο Ευρωκοινοβούλιο ζωσμένος με αλυσίδες, μάλλον για να μετακομίσει ευκολότερα απ’ τη γερμανική στην ελληνική πολιτική σκηνή. Αν δεν τα κατάφερε, είναι γιατί είχε ανταγωνισμό από ιθαγενείς υποψηφίους. Ο Νότης Μαριάς των ΑΝΕΛ, ας πούμε, καιρό τώρα φλερτάρει με το κοινό που ξέρει τα πάντα για τους αεροψεκασμούς. Μια ματιά στη λίστα με τους νέους ευρωβουλευτές θα σας πείσει πως το ίδιο κοινό επιλέγει ποιος θα μας εκπροσωπεί στις Βρυξέλλες. Με τα ίδια κριτήρια που διαλέγει και ποιο τραγούδι θα πάει στη Γιουροβίζιον.
Τότε και τώρα
Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι που αυτό το τραγούδι αρνούνται να το χορέψουν. Η κ. Γιαννάκου πολύ πριν από τις εκλογές επέλεξε να μην είναι υποψήφια. Μάλλον γιατί πρώτη φορά πήγε στην Ευρωβουλή το 1999 και βλέπει τις διαφορές. Οπως έλεγε και ο Αλ. Αλαβάνος, «θυμάμαι έναν ευρωβουλευτή, πρώην γραμματέα της αριστερής ΓΣΕΕ της Ιταλίας. Του είπα πως είμαι Ελληνας, και άρχισε να μου απαγγέλλει στίχους από την Οδύσσεια». Οι ξένοι ευρωβουλευτές του παλιού καιρού θα μπορούσαν ίσως να διηγηθούν παρεμφερείς ιστορίες με πρωταγωνιστές Ελληνες: τον Τίμο Χριστοδούλου, τον Ευάγγελο Αβέρωφ, τον Βασίλη Εφραιμίδη, διευθυντή της «Αυγής», ή τον Τάκη Λαμπρία, διευθυντή της «Μεσημβρινής». Σήμερα οι ξένοι ευρωβουλευτές θα πρέπει να συμβιβαστούν με τις ιστορίες της Μαρίας Σπυράκη και της Εύας Καϊλή. Το «τότε» με το «τώρα» έχουν τόση σχέση, όση ο Μανώλης Γλέζος του 1981 με το Μανώλη Γλέζο του 2014. Τότε έψαχνε μανιωδώς στις συνεδριάσεις πώς θα κάνει τη διαφορά στο Ευρωκοινοβούλιο. Τώρα ψάχνει πώς θα φτάσει στο Στρασβούργο, γιατί ο γιατρός δεν του επιτρέπει να μπει σε αεροπλάνο.
Ο Δ. Παπαδημούλης μια φορά είχε πει πως στα πέντε χρόνια της θητείας του στην Ευρωβουλή έκανε τουλάχιστον 600 πτήσεις. Ο Γ. Μαρίνος έλεγε πως ξυπνούσε στις 5 το πρωί για να πετάξει για Βρυξέλλες, και με το που έφτανε έμπαινε σε συνεδρίαση και έβγαινε αργά το βράδυ. Ο Π. Αυγερινός (που πριν γίνει υπουργός είχε τελειώσει την Ιατρική Σχολή της Αθήνας) έλεγε πως «ήταν σαν να πήγαινες ξανά σχολείο, έπρεπε να διαβάζεις διαρκώς, ήταν δύσκολα τα πράγματα». Αλλά η ανταμοιβή για τον κόπο σου ήταν πως εκεί συναντούσες τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, τον Αλτιέρο Σπινέλι και το Ζισκαρ Ντ’ Εστέν. Ηταν ανταμοιβή βέβαια, αν ήξερες ποιοι είναι όλοι αυτοί. Πράγμα όχι και τόσο αυτονόητο για τους νέους Ελληνες ευρωβουλευτές.
Η περίπτωση του συμπαθούς πρώην αρχηγού της Εθνικής Ελλάδος είναι ενδεικτική: καθώς δεν μιλά ξένες γλώσσες ούτε και έχει σπουδάσει τίποτε, η σχέση του με την Ευρώπη εξαντλείται στο ότι σήκωσε το κύπελλο στο Euro του 2004. Ομως ο κυρίαρχος λαός αυτόν επέλεξε. Οπως ακριβώς από το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ διάλεξε τη Σοφία Σακοράφα που πρώτευσε στον ακοντισμό και στο ΠΑΣΟΚ, και όχι την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου, Πέπη Ρηγοπούλου. Ισως γιατί η τελευταία είχε την αξιοπρέπεια να μην εξαργυρώσει αυτά που υπέστη τη νύχτα του Πολυτεχνείου, οπότε δεν έμαθε ποτέ τίποτε γι’ αυτήν ο ψηφοφόρος, που από τον καναπέ του ενημερώνεται αναλυτικά για την Κοντσίτα και το Θ. Ζαγοράκη.
Οι παλιοί θα το θυμούνται ακόμα. Τη μέρα που τελείωνε η θητεία του Λεωνίδα Κύρκου, εκείνος έβγαλε όλους τους Ελληνες ευρωβουλευτές έξω, τους πήγε σ’ ένα ταβερνείο των Βρυξελλών και τους έπαιξε φυσαρμόνικα ώς το πρωί. Αν αντί για τον Μίλτο Κύρκο που εξελέγη με το «Ποτάμι» την Κυριακή ήταν σήμερα ο πατέρας του ευρωβουλευτής, θα αναγκαζόταν να παίξει φυσαρμόνικα και για τους απόστρατους της Χρυσής Αυγής και για την Ελίζα Βόζεμπεργκ και για τον Νότη Μαριά. Μπρος σ’ αυτό το ενδεχόμενο, ο Λεωνίδας Κύρκος με το γνωστό του χιούμορ, μάλλον θα προτιμούσε να πάρει τη φυσαρμόνικά του και να πάει κατευθείαν στη Γιουροβίζιον. Ισως ακόμα και ντουέτο με την Κοντσίτα.
Της κ.Μ.Μαργωμένου