- Η λογική επιτάσσει ότι ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ δεν θα ωθήσει τα πράγματα σε ρήξη με τους πιστωτές, η οποία θα οδηγούσε τη χώρα σε αχαρτογράφητες περιοχές με απρόβλεπτες επιπτώσεις.
Το ίδιο επιτάσσουν έως τώρα και οι πληροφορίες για τις... προθέσεις της κυβέρνησης. Προϋπόθεση όμως είναι μια παραχώρηση από την πλευρά των εταίρων, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα στη νέα κυβέρνηση να εξηγήσει στο εσωτερικό τη μετατόπιση από τις αρχικές της εξαγγελίες, με επίκεντρο το «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας του χρέους.
Ποια μπορεί να είναι αυτή η παραχώρηση; Ιδανικά, η σύνδεση του ύψους της αποπληρωμής των τόκων με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, πάνω στη βάση μιας παράλληλης ρύθμισης του χρέους μέσω της περαιτέρω επέκτασης των ωριμάνσεων των δανείων.
Πόσο πιθανή είναι αυτή η παραχώρηση; Η απάντηση έρχεται σε ευθεία σύνδεση με τα αίτια και τις συνθήκες του αδιεξόδου στην τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος και κατ’ επέκταση της επίσπευσης των πολιτικών εξελίξεων, οι οποίες οδήγησαν στη συγκρότηση κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν «έδωσαν» συμφωνία στη συγκυβέρνηση Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ είτε επειδή αποφάσισαν να αναμετρηθούν μια ώρα αρχύτερα με το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο κατατάσσουν στις ευρωσκεπτικιστικές λαϊκιστικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν αντίστοιχα κινήματα μεγαλύτερων χωρών (Ισπανία και Podemos), είτε επειδή συνυπολόγισαν ότι το πολιτικό σύστημα που προκάλεσε την κρίση στην Ελλάδα δεν μπορούσε να κάνει «όλη τη δουλειά» και προσεγγίζουν πλέον τον άφθαρτο από την εξουσία ΣΥΡΙΖΑ ως μια πιθανή ευκαιρία για ρήξη με τις εγκαθιδρυμένες «ελίτ» της χώρας, όπως αρέσκεται να λέει ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Στο πρώτο σενάριο, οι πιστωτές δεν θα κάνουν βήμα πίσω. Στο δεύτερο σενάριο, ενδεχομένως θα διευκολύνουν σε έναν βαθμό τον συμβιβασμό.
Αδιαπραγμάτευτο είναι και στις δύο περιπτώσεις το στοιχείο της ελληνικής προσαρμογής στα βασικά δεδομένα λειτουργίας της Ευρωζώνης, όπως τα διαμορφώνει σήμερα η ισχύς των κεντρικών και βόρειων ευρωπαϊκών χωρών.
Αλλωστε, στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων έχει εδραιωθεί η άποψη ότι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσει μια αγορά τις αγκυλώσεις της, είτε σημαίνουν «συντεχνίες» είτε σημαίνουν «ολιγάρχες», δεν είναι άλλος από την απελευθέρωση των αγορών και τη λειτουργία του υγιούς ανταγωνισμού.
Ας ελπίσουμε ότι πολύ σύντομα θα απαντηθούν τα βασικά ερωτήματα γύρω από τη διαπάλη με επίκεντρο το ελληνικό χρέος και το πλαίσιο συνεργασίας της νέας ελληνικής κυβέρνησης με τον πυρήνα της Ευρωζώνης.
Ας ελπίσουμε κυρίως ότι έπειτα θα εισέλθουμε στη συζήτηση για τον παρονομαστή του κλάσματος, δηλαδή για το πώς θα μεγαλώσει το ελληνικό ΑΕΠ, αυτήν τη φορά χωρίς τον μεγεθυντικό φακό του δανεισμού.
Μόνο σίγουρο είναι ότι η ελληνική υπόθεση καταφέρνει έπειτα από πέντε χρόνια να διατηρεί αμείωτο το διεθνές ενδιαφέρον. Οπως ακόμη μια φορά μας ενημερώνουν από τις Βρυξέλλες, «όλα τα βλέμματα είναι πάνω στην Ελλάδα».
Του κ.Β.Κωστούλα