- Οποια και να είναι η κατάληξη της λεγόμενης διαπραγμάτευσης που παρακολουθούμε ως Ελληνες πολίτες με αγωνία, αλλά και με μεγάλη δόση σύγχυσης, το μόνο βέβαιο είναι ότι η συνέχεια θα είναι δύσκολη. Εως πάρα πολύ δύσκολη...
Στην καλύτερη περίπτωση, που είναι φυσικά η παραμονή της... χώρας στην Ευρωζώνη, θα ακολουθήσει μακρά περίοδος αναταραχής για πολλούς και διαφόρους λόγους μέχρις ότου ισορροπήσουν κάπως τα πράγματα. Στη χειρότερη περίπτωση, της πορείας προς την έξοδο από την Ευρωζώνη, οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές και κανείς δεν γνωρίζει αν και πότε θα συνέλθει η Ελλάδα. Και ας μη βασιζόμαστε στις διαβεβαιώσεις ένθεν κακείθεν ότι το Grexit αποκλείεται σε κάθε περίπτωση.
Βασική προϋπόθεση του πολυπόθητου συμβιβασμού, τον οποίο υποτίθεται ότι επιθυμεί η Αθήνα, είναι η καλή διάθεση και η καλή πίστη των δύο πλευρών. Τέτοιο κλίμα δεν υπάρχει και αν επέλθει αυτός ο συμβιβασμός –είθε και μακάρι– θα αποτελεί προϊόν πιέσεων, προσπάθειας αποφυγής μιας άμεσης καταστροφής και των συνεπειών της επί όλων, αλλά και αοριστολογίας στα σχετικά κείμενα που θα υπογραφούν. Νομοτελειακά το αποτέλεσμα που θα προκύψει θα είναι η μεν δική μας πλευρά να προσπαθεί να ερμηνεύει και να κινείται ανάλογα με τις όποιες αόριστες διατυπώσεις, η δε άλλη πλευρά να αντιδρά κάθε φορά για να την επαναφέρει στο πλαίσιο που κατά τη δική της ερμηνεία θα έχει συμφωνηθεί.
Το αβίαστο συμπέρασμα είναι ότι από μία τέτοια κατάσταση το θύμα θα είναι και πάλι η οικονομία.
Οχι μόνο γιατί δεν θα είναι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση και η ρευστότητα από τους θεσμούς –βλέπε τρόικα– που θα εκπροσωπούν τους δανειστές, προκειμένου το κεφάλι της οικονομίας να κρατιέται πάνω από το νερό, αλλά και γιατί δεν θα υπάρχει η απαιτούμενη ηρεμία και ομαλότητα για την προσέλκυση επενδύσεων. Αυτά σε πρώτη ανάγνωση, γιατί σε δεύτερη, ενδεχομένως να δημιουργηθεί και πρόβλημα πληρωμών. Είναι σαφές ήδη, όσο και αν οι αρμόδιοι παράγοντες προσπαθούν να είναι καθησυχαστικοί για να μην προκληθεί πανικός, ότι η οικονομία έχει επιβαρυνθεί σημαντικά (επιεικώς) κατά την προεκλογική περίοδο και τις εβδομάδες της έντονης αντιπαράθεσης με τους πιστωτές, που επακολούθησαν.
Ακόμη, όμως, και αν επέλθει συμβιβασμός, υπογραφεί μία συμφωνία, υπάρχει καλή διάθεση από την ηγεσία και το οικονομικό επιτελείο να την τιμήσει, με την όποια ονομασία και με όποιες διατυπώσεις προσπαθήσει η κυβέρνηση να την «πλασάρει» επικοινωνιακά στο εσωτερικό, το ερώτημα είναι ποιοι θα κληθούν να την υλοποιήσουν.
Ετσι όπως συμπεριφέρονται, με τις εξαγγελίες και τη ρητορική που χρησιμοποιούν μέλη της κυβέρνησης, βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αιχμάλωτοι παράλληλα των διακηρύξεών τους, είναι πραγματικά δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούν να υπηρετήσουν μία πιο μετριοπαθή πολιτική ευρωπαϊκών διαστάσεων.
Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα της επόμενης ημέρας που θα κληθεί να λύσει ο Αλ. Τσίπρας, αν υπάρξει συμφωνία. Για να μην αναφερθούμε στον Π. Καμμένο που απειλεί με Κούγκι και ανατινάξεις πάσης φύσεως. Η επικοινωνιακή πολιτική έχει και τα όριά της...
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα, σε απόλυτη συνάρτηση με το πρώτο, είναι η ελληνική κοινή γνώμη.
Ακούγεται λογική η άποψη ότι ένα μεγάλο μέρος των πολιτών που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές και ένα άλλο που δηλώνουν από τώρα ευχαριστημένοι με υλοποίηση ενός μικρού ποσοστού των εξαγγελιών και των υποσχέσεών του δεν θέλουν την έξοδο από την Ευρωζώνη και είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τον συμβιβασμό. Αλλωστε, το 38% των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα που υπολογίζεται ότι ψήφισαν το σημερινό κυβερνητικό κόμμα δεν ανήκει σε εκείνους που μαστίζονται από «ανθρωπιστική κρίση».
Ομως υπάρχει και το άλλο ποσοστό, εκείνων που έχουν γαλουχηθεί με άκρατο λαϊκισμό ή ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες ιδεολόγων, ψεκασμένων, οφειλετών που νομίζουν ότι δεν θα πληρώσουν και απελπισμένων που θεωρούν ότι δεν χάνουν τίποτα αν επιστρέψει η χώρα στη δραχμή.
Αυτοί πώς θα πειστούν ότι ο συμβιβασμός ήταν απαραίτητος για τη σωτηρία της χώρας; Γιατί όσες ερμηνείες και να δοθούν και όποιες προσπάθειες παραβίασης των συμφωνιών και να γίνουν, κάποια πράγματα θα είναι αδύνατα...
Με λίγα λόγια, η επόμενη ημέρα θα είναι δύσκολη, ακόμη και να πάρει η κυβέρνηση τον χρόνο που ζητάει για να φτιάξει το πρόγραμμα που έλεγε ότι έχει έτοιμο!
Του κ.Αγ.Στάγκου