"Είναι η οικονομία ανόητε" που έλεγε και ο Μπιλ... |
Τα παίγνια στην πολιτική δεν είναι ασκήσεις στο αμφιθέατρο όπου παρακολουθούν οι φοιτητές. Εχουν επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
Επηρεάζουν τις συναλλαγές των επιχειρήσεων, τις πληρωμές των επιταγών και την εξόφληση των τιμολογίων.
Τις μισθοδοσίες των εργαζομένων, την απασχόληση ή την απόλυσή τους.
Επηρεάζουν εισοδήματα οικογενειών, τις πληρωμές των υποχρεώσεων, λογαριασμούς, δόσεις, τα φροντιστήρια των παιδιών.
Επηρεάζουν την πληρωμή των φόρων και τα έσοδα του Δημοσίου που με τη σειρά τους καταλήγουν στις συντάξεις και τα φάρμακα των συνταξιούχων.
Οι θεωρητικές συλλήψεις για τις συνέπειες της άρνησης της ομαλής συνέχειας της σχέσης μας στην ΕΕ δεν αφορούν μόνο τους άλλους. Οι... συνέπειες αφορούν και εμάς.
Αν κάποιοι νομίζουν ότι ήρθε η ώρα της ανατροπής του ευρωπαϊκού «καπιταλισμού» μέσω της άρνησης της Ελλάδας να απαντήσει στο τηλέφωνο του Draghi ή του Daiselbloom, πλανάται πλάνην οικτράν.
Το ευρωπαϊκό σύστημα σε έναν μήνα... έναν χρόνο θα βρει την ισορροπία του παρά τις διακυμάνσεις και τις πιέσεις, όσο ισχυρές και εάν είναι αυτές. Θα ανακάμψει βασιζόμενο στα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη.
Η Ελλάδα όμως θα μπει σε δίνη ύφεσης και ανεργίας αποδομούμενη από τις ανεπάρκειες των θεμελιωδών της μεγεθών.
Η συρρίκνωση των δραστηριοτήτων θα κάνει τη σημερινή κατάσταση ευχάριστη ανάμνηση.
Και αν αυτό που ζούμε ονομάζεται ανθρωπιστική κρίση, οι λέξεις δεν θα φθάνουν να περιγράψουν τις εξελίξεις που θα μας ταλαιπωρούν για δεκαετίες.
Απαιτείται στροφή στη σοβαρότητα.
Δεν είναι δυνατό με άλλοθι την πολιτική διαπραγμάτευση η χώρα να πορεύεται με βερμπαλισμούς και πολιτικαντισμούς ωσάν η ευρωπαϊκή διεθνική συνύπαρξη να μην έχει νόμους και κανονισμούς. Η ένταξη και λειτουργία μιας χώρας στην ΕΕ προϋποθέτει την αποδοχή των κοινών κανόνων.
Η πολιτική διαπραγμάτευση γίνεται στο πλαίσιο αυτών των κανόνων.
Εντός αυτών των ευρωπαϊκών κανόνων καλείται η ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματευτεί και να περιχαρακώσει με τις κατακτήσεις της την «αριστερή, ριζοσπαστική» φυσιογνωμία της.
Οσο αποφεύγει να το κάνει στο όνομα μιας εθνολαϊκιστικής οικονομικής πολιτικής που καλεί τα εθνικά κυρίαρχα κράτη-μέλη της ΕΕ να υπακούσουν στην άνευ όρων χρηματοδότηση της «λίγο» πιο εθνικά κυρίαρχης ελληνικής κυβέρνησης, χάνουμε αξιοπιστία.
Αποσταθεροποιούμε την οικονομία, διευρύνουμε το δημοσιονομικό κενό, υποσκάπτουμε το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και τελικά την ίδια τη διαπραγματευτική μας δύναμη...