Η Ελλάδα έχει τη δική της ιστορία αποχώρησης από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και, ακολούθως, επανένταξης σε αυτό.
Η αποχώρηση δεν ήταν βέβαια τόσο μακροχρόνια όσο αυτή της Γαλλίας, ωστόσο, συνέβη σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη, ιστορικά και πολιτικά, περίοδο για τη χώρα μας.
Η απόφαση για απόσυρση από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας ελήφθη στις 14 Αυγούστου του 1974, από την οικουμενική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Πρόκειται για αντίδραση της ελληνικής πλευράς στην τουρκική στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο.
Σε κυβερνητική ανακοίνωση, που δημοσιοποιήθηκε για την αναγγελία της αποχώρησης, μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι «το ΝΑΤΟ αποδείχθηκε ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου... Το ΝΑΤΟ δεν έχει επομένως λόγο ύπαρξης και δεν μπορεί να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο συνεστήθη, αφού δεν μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο μεταξύ δύο μελών του...».
Η χώρα μας είχε εισέλθει στη Βορειοατλαντική Συμμαχία με το... δεύτερο κύμα διεύρυνσης, το 1952, επί κυβερνήσεως Νικολάου Πλαστήρα. Η συμφωνία ένταξης είχε επικυρωθεί από τη Βουλή στις 18 Φεβρουαρίου 1952, με αρνητικές ψήφους των οκτώ βουλευτών της ΕΔΑ και του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς, Μιχάλη Κύρκου.
Πριν από την είσοδο στην ΕΟΚ
Η αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας διήρκεσε έξι χρόνια. Μόλις εβδομήντα ημέρες πριν από την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ, στις 19 Οκτωβρίου του 1980, η κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη αποφάσισε την επάνοδο. Η απόφαση συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα θετικά σχόλια των δυτικών κυβερνήσεων, ενώ, καθώς βρισκόμαστε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων «Τας», μεταδίδει ότι «η Ελλάδα ενέδωσε στις πιέσεις των Αμερικανών».
Το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ διατυπώνουν πλήρη αντίδραση στην κυβερνητική απόφαση. Με κυρίαρχο σύνθημα το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», στην Αθήνα διοργανώνονται μαχητικά συλλαλητήρια. Εκτοτε, πάντως, η χώρα μας παραμένει πλήρως ενταγμένη στις δομές της Συμμαχίας.
Σε κυβερνητική ανακοίνωση, που δημοσιοποιήθηκε για την αναγγελία της αποχώρησης, μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι «το ΝΑΤΟ αποδείχθηκε ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου... Το ΝΑΤΟ δεν έχει επομένως λόγο ύπαρξης και δεν μπορεί να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο συνεστήθη, αφού δεν μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο μεταξύ δύο μελών του...».
Η χώρα μας είχε εισέλθει στη Βορειοατλαντική Συμμαχία με το... δεύτερο κύμα διεύρυνσης, το 1952, επί κυβερνήσεως Νικολάου Πλαστήρα. Η συμφωνία ένταξης είχε επικυρωθεί από τη Βουλή στις 18 Φεβρουαρίου 1952, με αρνητικές ψήφους των οκτώ βουλευτών της ΕΔΑ και του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς, Μιχάλη Κύρκου.
Πριν από την είσοδο στην ΕΟΚ
Η αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας διήρκεσε έξι χρόνια. Μόλις εβδομήντα ημέρες πριν από την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ, στις 19 Οκτωβρίου του 1980, η κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη αποφάσισε την επάνοδο. Η απόφαση συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα θετικά σχόλια των δυτικών κυβερνήσεων, ενώ, καθώς βρισκόμαστε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων «Τας», μεταδίδει ότι «η Ελλάδα ενέδωσε στις πιέσεις των Αμερικανών».
Το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ διατυπώνουν πλήρη αντίδραση στην κυβερνητική απόφαση. Με κυρίαρχο σύνθημα το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», στην Αθήνα διοργανώνονται μαχητικά συλλαλητήρια. Εκτοτε, πάντως, η χώρα μας παραμένει πλήρως ενταγμένη στις δομές της Συμμαχίας.