"Ο Μ.Γ. είναι 38 χρονών, παντρεμένος με δύο παιδιά κι ένα στεγαστικό δάνειο. Είναι φίλος μου. Προχθές, ήπιαμε έναν espresso «εργασίας» σε καφέ της παλιάς παραλίας και τα είπαμε. «Δεν καταλαβαίνω», μου ‘πε στην πρώτη ρουφηξιά, «τι θα πει οικονομική κρίση». «Προσωπικά, από τότε που ξεκίνησε η φιλολογία περί κρίσης, μόνο ωφελημένος βγήκα. Έχοντας φροντίσει να πάρω δάνειο με επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αυτό έπεσε 1,5-2 μονάδες τους τελευταίους μήνες. Πέρυσι που δεν είχαμε κρίση, το επιτόκιο είχε ανεβεί καναδυό μονάδες απ’ ό,τι το πήρα.
Δεδομένου ότι τον περσινό χειμώνα πλήρωνα 400 ευρώ επί 6 μήνες για να έχω πετρέλαιο στο σπίτι μου, φέτος φοβήθηκα ότι θα κρυώσουμε.
Κι όμως, από τότε που άρχισε η κρίση, το πετρέλαιο έπεσε και φέτος τη βγάλαμε με τα μισά λεφτά! Πέρσι, για να βάλω βενζίνη στο αυτοκίνητό μου πλήρωνα 1,4 ευρώ το λίτρο. Ευτυχώς που ήρθε η κρίση και... όλο το χειμώνα τη βγάλαμε με 0,8 και κάτι ψιλά» μου είπε, τρίβοντας τα χέρια του ικανοποιημένος για την κρίση! «Ένας φίλος μου πήρε αυτοκίνητο μείον 30% απ’ ότι πήρα εγώ πριν τρία χρόνια, ενώ πήγε διακοπές την Καθαρή Δευτέρα με 60 ευρώ το δωμάτιο, μια λογική τιμή» συμπλήρωσε στη δεύτερη ρουφηξιά.
Αλλά δεν έμεινε εκεί. «Δεν μπορώ να καταλάβω» είπε, «πώς ένα κράτος που είναι αντιμέτωπο με την κρίση βγαίνει και στηρίζει τις τράπεζες με 28 δις ευρώ. Πού τα βρήκε; Γιατί δεν τα δίνει σε άλλους τομείς, να στηρίξει τον μικρομεσαίο επιχειρηματία ή τον εργαζόμενο; Άκουσα ότι δώσαμε 125 εκατ. ευρώ για τη Γάζα. Αλήθεια είναι; Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι οι αυτοκινητοβιομήχανοι ‘‘φαλήρισαν’’ και ότι μπορεί να πεθάνουν στη… ψάθα» είπε στην τρίτη και τελευταία ρουφηξιά βγάζοντας 3,80 επί δύο υποκύπτοντας στον κερδοσκόπο.
Μόλις χωρίσαμε, σκεφτόμουν ότι ο Μ.Γ. είχε δίκιο. Η κρίση στην Ελλάδα δεν είναι κυρίως οικονομική, κι ας παίρνουμε το 1/3 του μισθού των Ευρωπαίων. Τα παραδείγματά του είναι καταλυτικά. Είναι κρίση κράτους, δεν έχουμε κράτος. Δεν έχουμε ελέγχους, δεν έχουμε αστυνομία, δεν έχουμε τιμωρία, δεν έχουμε λογική στη λειτουργία. Οι μισθοί δεν είναι μισθοί αλλά επιδόματα, τα επιδόματα δεν είναι επιδόματα αλλά βοηθήματα και τα βοηθήματα δεν είναι βοηθήματα αλλά φιλοδωρήματα.
Απλά, το κράτος επιμένει να βαφτίζει αυτή την ιστορία -που μοιάζει με προαποφασισμένη ανασύνταξη της παγκόσμιας οικονομίας παρά με κατήφορο- ως κρίση, για να καλύψει τη δική του αδυναμία να προχωρήσει στο αυτονόητο: στον αυτο-εκσυγχρονισμό ή στην αυτο-επανίδρυσή του (ό,τι προτιμάτε).
Αλλά δεν έμεινε εκεί. «Δεν μπορώ να καταλάβω» είπε, «πώς ένα κράτος που είναι αντιμέτωπο με την κρίση βγαίνει και στηρίζει τις τράπεζες με 28 δις ευρώ. Πού τα βρήκε; Γιατί δεν τα δίνει σε άλλους τομείς, να στηρίξει τον μικρομεσαίο επιχειρηματία ή τον εργαζόμενο; Άκουσα ότι δώσαμε 125 εκατ. ευρώ για τη Γάζα. Αλήθεια είναι; Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι οι αυτοκινητοβιομήχανοι ‘‘φαλήρισαν’’ και ότι μπορεί να πεθάνουν στη… ψάθα» είπε στην τρίτη και τελευταία ρουφηξιά βγάζοντας 3,80 επί δύο υποκύπτοντας στον κερδοσκόπο.
Μόλις χωρίσαμε, σκεφτόμουν ότι ο Μ.Γ. είχε δίκιο. Η κρίση στην Ελλάδα δεν είναι κυρίως οικονομική, κι ας παίρνουμε το 1/3 του μισθού των Ευρωπαίων. Τα παραδείγματά του είναι καταλυτικά. Είναι κρίση κράτους, δεν έχουμε κράτος. Δεν έχουμε ελέγχους, δεν έχουμε αστυνομία, δεν έχουμε τιμωρία, δεν έχουμε λογική στη λειτουργία. Οι μισθοί δεν είναι μισθοί αλλά επιδόματα, τα επιδόματα δεν είναι επιδόματα αλλά βοηθήματα και τα βοηθήματα δεν είναι βοηθήματα αλλά φιλοδωρήματα.
Απλά, το κράτος επιμένει να βαφτίζει αυτή την ιστορία -που μοιάζει με προαποφασισμένη ανασύνταξη της παγκόσμιας οικονομίας παρά με κατήφορο- ως κρίση, για να καλύψει τη δική του αδυναμία να προχωρήσει στο αυτονόητο: στον αυτο-εκσυγχρονισμό ή στην αυτο-επανίδρυσή του (ό,τι προτιμάτε).