Toυ Στ.Λυγερού
Παρά το ότι αφορούν άμεσα και καθοριστικά τη ζωή μας, το ελληνικό πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ είναι βυθισμένα στον δικό τους ιδιότυπο αυτισμό. Η Αθήνα συμπεριφέρεται σαν προστατευόμενο μέλος και όχι ως ισότιμος εταίρος.
Η Ε.Ε. βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Το ενοποιητικό εγχείρημα έχει βαλτώσει. Διαθέτει αντοχές, αλλά μακροπρόθεσμα ό,τι δεν πάει μπροστά πάει πίσω. Η οικονομική κρίση συνιστά μία πρόσθετη δοκιμασία, επειδή ωθεί τις χώρες-μέλη σε εθνικές επιλογές, έστω και αν όλες προσπαθούν να τηρήσουν τα προσχήματα.
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο συναινετικά και με διαδοχικές προσεγγίσεις. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι τον ρυθμό πρέπει να δίνει η λιγότερο πρόθυμη χώρα-μέλος. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, η Ε.Ε. δεν έχει πολλά περιθώρια. Η πρώτη... επιλογή είναι να αναλωθεί σε τακτικισμούς και σε μικρά βήματα, που συχνά εκφυλίζονται σε βήμα σημειωτόν.
Η δεύτερη είναι η φυγή προς τα εμπρός. Οσες χώρες-μέλη έχουν τη βούληση και καλύπτουν τις προδιαγραφές, να προχωρήσουν μπροστά, κάνοντας χρήση της θεσμικής δυνατότητας για «ενισχυμένες συνεργασίες». Εάν το πράξουν θα κοπεί ο γόρδιος δεσμός. Θα δημιουργηθούν ενοποιητικά τετελεσμένα και κατ’ επέκταση μία νέα δυναμική. Η Ευρωζώνη είναι ένα δεδομένο και θα μπορούσε να αποτελέσει το πρόπλασμα ενός σκληρού πυρήνα. Για να βρεθεί σ’ αυτόν τον πυρήνα, η Ελλάδα πρέπει να πάψει να αποτελεί τον χρόνιο αδύνατο κρίκο.
Ενα δεύτερο ζήτημα είναι η διάχυτη κρίση πολιτικής νομιμοποίησης, έτσι όπως αυτή εκδηλώθηκε στα κατά καιρούς δημοψηφίσματα. Τα κατά καιρούς «όχι» κατά κανόνα εξέφρασαν κοινωνική δυσφορία, που αναπτύσσεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη. Δεν εξέφραζαν κλασικό ευρωσκεπτικισμό και άρνηση του οράματος της Ενωμένης Ευρώπης. Στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι πολίτες υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αλλά νιώθουν αποξενωμένοι από τους υφιστάμενους θεσμούς.
Παρά τις σημαντικές διαφορές, στη Γηραιά Ηπειρο έχει σφυρηλατηθεί ένα πρόπλασμα κοινής ταυτότητας, η συνείδηση μιας κοινής προοπτικής. Είναι ακριβώς αυτό το πολύτιμο κεκτημένο που, παρά τις κατά καιρούς παλινδρομήσεις, προσδίδει σταθερότητα στο ενοποιητικό εγχείρημα. Για να έχει μέλλον, η Ε.Ε. οφείλει να θέσει επί τάπητος τα προβλήματα που μέχρι τώρα κρύβει κάτω από το χαλί και να δώσει βιώσιμες πολιτικές απαντήσεις.
Η Ε.Ε. βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Το ενοποιητικό εγχείρημα έχει βαλτώσει. Διαθέτει αντοχές, αλλά μακροπρόθεσμα ό,τι δεν πάει μπροστά πάει πίσω. Η οικονομική κρίση συνιστά μία πρόσθετη δοκιμασία, επειδή ωθεί τις χώρες-μέλη σε εθνικές επιλογές, έστω και αν όλες προσπαθούν να τηρήσουν τα προσχήματα.
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο συναινετικά και με διαδοχικές προσεγγίσεις. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι τον ρυθμό πρέπει να δίνει η λιγότερο πρόθυμη χώρα-μέλος. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, η Ε.Ε. δεν έχει πολλά περιθώρια. Η πρώτη... επιλογή είναι να αναλωθεί σε τακτικισμούς και σε μικρά βήματα, που συχνά εκφυλίζονται σε βήμα σημειωτόν.
Η δεύτερη είναι η φυγή προς τα εμπρός. Οσες χώρες-μέλη έχουν τη βούληση και καλύπτουν τις προδιαγραφές, να προχωρήσουν μπροστά, κάνοντας χρήση της θεσμικής δυνατότητας για «ενισχυμένες συνεργασίες». Εάν το πράξουν θα κοπεί ο γόρδιος δεσμός. Θα δημιουργηθούν ενοποιητικά τετελεσμένα και κατ’ επέκταση μία νέα δυναμική. Η Ευρωζώνη είναι ένα δεδομένο και θα μπορούσε να αποτελέσει το πρόπλασμα ενός σκληρού πυρήνα. Για να βρεθεί σ’ αυτόν τον πυρήνα, η Ελλάδα πρέπει να πάψει να αποτελεί τον χρόνιο αδύνατο κρίκο.
Ενα δεύτερο ζήτημα είναι η διάχυτη κρίση πολιτικής νομιμοποίησης, έτσι όπως αυτή εκδηλώθηκε στα κατά καιρούς δημοψηφίσματα. Τα κατά καιρούς «όχι» κατά κανόνα εξέφρασαν κοινωνική δυσφορία, που αναπτύσσεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη. Δεν εξέφραζαν κλασικό ευρωσκεπτικισμό και άρνηση του οράματος της Ενωμένης Ευρώπης. Στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι πολίτες υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αλλά νιώθουν αποξενωμένοι από τους υφιστάμενους θεσμούς.
Παρά τις σημαντικές διαφορές, στη Γηραιά Ηπειρο έχει σφυρηλατηθεί ένα πρόπλασμα κοινής ταυτότητας, η συνείδηση μιας κοινής προοπτικής. Είναι ακριβώς αυτό το πολύτιμο κεκτημένο που, παρά τις κατά καιρούς παλινδρομήσεις, προσδίδει σταθερότητα στο ενοποιητικό εγχείρημα. Για να έχει μέλλον, η Ε.Ε. οφείλει να θέσει επί τάπητος τα προβλήματα που μέχρι τώρα κρύβει κάτω από το χαλί και να δώσει βιώσιμες πολιτικές απαντήσεις.