Το διακύβευμα τέθηκε με περίσσια θρασύτητα από τον πρωθυπουργό στο προχθεσινό του διάγγελμα. Είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η τόνωση της οικονομίας και η ανάκαμψη της ανάπτυξης σε βάθος χρόνου.
.
Από τη "Γενιά των Επτακοσίων Ευρώ" G700.
.Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει κρίσιμες οικονομικές και αναπτυξιακές προκλήσεις. Τις αντιμετώπιζε ήδη από το 2004, παρά τη θετική διαδρομή που είχε διανύσει μέχρι τότε.
Σήμερα, με πρωταρχική ευθύνη του πρωθυπουργού που ανέλαβε να επανιδρύσει το κράτος και δεν το έκανε, οι προκλήσεις αυτές -οι οποίες δεν αντιμετωπίστηκαν έγκαιρα- μετατρέπονται σε βραχνά που υποθηκεύει τη δυνατότητα της χώρας να αντεπεξέλθει στη δύσκολη οικονομική συγκυρία.
Στην... οικονομία, συνεπώς, αναζητείται διέξοδος. Για την οικονομία θα έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε εκτενώς το προσεχές διάστημα τόσο στη blogoσφαιρα, στο blog της G700, όσο και από τις παρεμβάσεις του Newstime. Πριν πάμε όμως εκεί, υπάρχει κάτι που αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα στη φετινή εκλογική αναμέτρηση. Το εκλογικό σώμα, όπως είδαμε και στις ευρωεκλογές, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, δεν είναι καθόλου δεδομένο. Τι θα ψηφίσει, αν θα απέχει, πώς θα αντιδράσει στις σειρήνες των πολιτικών υποσχέσεων. Οι πολίτες, παρότι απόλυτα απογοητευμένοι από τη σημερινή κυβέρνηση, εμφανίζονται ταυτόχρονα εξαιρετικά καχύποπτοι απέναντι σε όλα, ανεξαιρέτως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σε πολλές περιπτώσεις, αμφισβητούν ότι αυτά διαθέτουν ήθος, συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις και πρόγραμμα.
Υπάρχει λόγος.
Έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιμετωπίζει, πλέον, το πολιτικό σύστημα ο Έλληνας πολίτης, λόγω των αντικειμενικών του ανεπαρκειών και ελλειμμάτων. Το πολιτικό σύστημα, διόλου άδικα, εκλαμβάνεται ως διεφθαρμένο, αναξιόπιστο, αναποτελεσματικό, με πολιτικούς αξιωματούχους φαφλατάδες, χωρίς γνώση, θάρρος και σχέδιο. Σ’ αυτή τη γενική προβληματική εικόνα, έρχονται να προστεθούν οι αντικειμενικές αδυναμίες του κάθε κόμματος ξεχωριστά.
Η ΝΔ της επανίδρυσης του κράτους, χρεώνεται ως επί το πλείστον, το εύρος και την ένταση της μεταολυμπιακής οικονομικής κατηφόρας, την υπερχρέωση, την επανίδρυση του κράτους σε μέγεθος extra large και χρώμα blue marine. Ταυτόχρονα, λόγω του κυκεώνα σκανδάλων διαφθοράς, μέσα στον οποίο βρέθηκαν βουτηγμένα πολλά στελέχη της, έχασε όλο το συσσωρευθέν πολιτικό και ηθικό κεφάλαιο που είχε το 2004 και, πλέον, το σύνθημα σεμνά και ταπεινά αποτελεί το συντομότερο πολιτικό ανέκδοτο.
Το ΠΑΣΟΚ, παρότι έχει προβεί σε μερική ανακαίνιση -και παρά τους πόντους που ελέω ΓΑΠ έχει κερδίσει στη μάχη του ήθους και της ηθικής- επιλέγει να κινηθεί σ’ ένα αξιακό επίπεδο, παραμένοντας ως εκ τούτου γενικόλογο, τη στιγμή που η οικονομική συγκυρία επιτάσσει σαφείς προτάσεις και μέτρα για έξοδο από την οικονομική κρίση.
Τα μικρά κοινοβουλευτικά κόμματα από την άλλη, κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, δέχονται πιέσεις -δεδομένου ότι χρεώνονται τόσο με εξωπραγματικές και ανεφάρμοστες απόψεις, όσο και με συνειδητή διαχρονική παρακώλυση της όποιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας λαμβάνει χώρα από πλευράς της εκάστοτε κυβέρνησης. Τα δε μικρά κόμματα που βρίσκονται εκτός κοινοβουλίου, με την εξαίρεση ελάχιστων περιπτώσεων, θεωρούνται κόμματα κάποιων γραφικών ή δογματικών τύπων, που μόνο για χαβαλέ θα μπορούσε να τα ψηφίσει κανείς.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες για κάθε ένα πολιτικό φορέα, η κάλπη ενδέχεται να κρύβει μια μικρή ή μεγάλη απογοήτευση - έκπληξη. Μια ματιά στην περίπτωση των νέων της γενιάς των 700 ευρώ και τη στάση που αυτοί κράτησαν στις ευρωεκλογές, αρκεί για να κατανοήσει κανείς την απέχθεια που υπάρχει απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου κέρδισε μαζικά η αποχή και ο φραπές σε κάποια παραλία. Με κάθε γουλιά και μία βρισιά για κόμματα και πολιτικούς.
Εμείς τότε, αντιταχθήκαμε σ’ αυτή τη στάση συνολικής απαξίωσης του πολιτικού συστήματος καθώς και επιδεικτικής αδιαφορίας απέναντι στα κοινά. Η G700 ωστόσο δεν σηματοδοτεί, ούτε μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις. Χτυπάμε, όμως, ένα προειδοποιητικό καμπανάκι. Σήμερα, οι συνθήκες υπό τις οποίες το εκλογικό σώμα διαμορφώνει άποψη δεν έχουν αλλάξει ούτε μία σπιθαμή.
Για να μην υπάρξει, λοιπόν, το φαινόμενο του Ιουνίου, για να πάρουμε όλοι μια ισχυρή δόση αισιοδοξίας για το συλλογικό μας μέλλον και να δημιουργηθούν προσδοκίες ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, τα κόμματα πρέπει πραγματικά να παλέψουν σκληρά για την ψήφο των πολιτών. Ο κούφιος ριζοσπαστισμός των μικρών, η τιποτολογία και η ξύλινη πανσυλλεκτική συνθηματολογία των μεγάλων δεν θα πείσουν, παρά θα λειτουργήσουν ως ασήμαντα υποκεφάλαια, του τυπικού κάθε φορά, εκλογικού φολκλόρ. Και ο πολίτης θα γυρίσει και πάλι το κεφάλι. Απαιτούνται γι’ αυτό αιχμηρές και ειλικρινείς τοποθετήσεις και θέσεις. Το εκλογικό σώμα δεν είναι καθόλου δεδομένο.
Στην... οικονομία, συνεπώς, αναζητείται διέξοδος. Για την οικονομία θα έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε εκτενώς το προσεχές διάστημα τόσο στη blogoσφαιρα, στο blog της G700, όσο και από τις παρεμβάσεις του Newstime. Πριν πάμε όμως εκεί, υπάρχει κάτι που αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα στη φετινή εκλογική αναμέτρηση. Το εκλογικό σώμα, όπως είδαμε και στις ευρωεκλογές, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, δεν είναι καθόλου δεδομένο. Τι θα ψηφίσει, αν θα απέχει, πώς θα αντιδράσει στις σειρήνες των πολιτικών υποσχέσεων. Οι πολίτες, παρότι απόλυτα απογοητευμένοι από τη σημερινή κυβέρνηση, εμφανίζονται ταυτόχρονα εξαιρετικά καχύποπτοι απέναντι σε όλα, ανεξαιρέτως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σε πολλές περιπτώσεις, αμφισβητούν ότι αυτά διαθέτουν ήθος, συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις και πρόγραμμα.
Υπάρχει λόγος.
Έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιμετωπίζει, πλέον, το πολιτικό σύστημα ο Έλληνας πολίτης, λόγω των αντικειμενικών του ανεπαρκειών και ελλειμμάτων. Το πολιτικό σύστημα, διόλου άδικα, εκλαμβάνεται ως διεφθαρμένο, αναξιόπιστο, αναποτελεσματικό, με πολιτικούς αξιωματούχους φαφλατάδες, χωρίς γνώση, θάρρος και σχέδιο. Σ’ αυτή τη γενική προβληματική εικόνα, έρχονται να προστεθούν οι αντικειμενικές αδυναμίες του κάθε κόμματος ξεχωριστά.
Η ΝΔ της επανίδρυσης του κράτους, χρεώνεται ως επί το πλείστον, το εύρος και την ένταση της μεταολυμπιακής οικονομικής κατηφόρας, την υπερχρέωση, την επανίδρυση του κράτους σε μέγεθος extra large και χρώμα blue marine. Ταυτόχρονα, λόγω του κυκεώνα σκανδάλων διαφθοράς, μέσα στον οποίο βρέθηκαν βουτηγμένα πολλά στελέχη της, έχασε όλο το συσσωρευθέν πολιτικό και ηθικό κεφάλαιο που είχε το 2004 και, πλέον, το σύνθημα σεμνά και ταπεινά αποτελεί το συντομότερο πολιτικό ανέκδοτο.
Το ΠΑΣΟΚ, παρότι έχει προβεί σε μερική ανακαίνιση -και παρά τους πόντους που ελέω ΓΑΠ έχει κερδίσει στη μάχη του ήθους και της ηθικής- επιλέγει να κινηθεί σ’ ένα αξιακό επίπεδο, παραμένοντας ως εκ τούτου γενικόλογο, τη στιγμή που η οικονομική συγκυρία επιτάσσει σαφείς προτάσεις και μέτρα για έξοδο από την οικονομική κρίση.
Τα μικρά κοινοβουλευτικά κόμματα από την άλλη, κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, δέχονται πιέσεις -δεδομένου ότι χρεώνονται τόσο με εξωπραγματικές και ανεφάρμοστες απόψεις, όσο και με συνειδητή διαχρονική παρακώλυση της όποιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας λαμβάνει χώρα από πλευράς της εκάστοτε κυβέρνησης. Τα δε μικρά κόμματα που βρίσκονται εκτός κοινοβουλίου, με την εξαίρεση ελάχιστων περιπτώσεων, θεωρούνται κόμματα κάποιων γραφικών ή δογματικών τύπων, που μόνο για χαβαλέ θα μπορούσε να τα ψηφίσει κανείς.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες για κάθε ένα πολιτικό φορέα, η κάλπη ενδέχεται να κρύβει μια μικρή ή μεγάλη απογοήτευση - έκπληξη. Μια ματιά στην περίπτωση των νέων της γενιάς των 700 ευρώ και τη στάση που αυτοί κράτησαν στις ευρωεκλογές, αρκεί για να κατανοήσει κανείς την απέχθεια που υπάρχει απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου κέρδισε μαζικά η αποχή και ο φραπές σε κάποια παραλία. Με κάθε γουλιά και μία βρισιά για κόμματα και πολιτικούς.
Εμείς τότε, αντιταχθήκαμε σ’ αυτή τη στάση συνολικής απαξίωσης του πολιτικού συστήματος καθώς και επιδεικτικής αδιαφορίας απέναντι στα κοινά. Η G700 ωστόσο δεν σηματοδοτεί, ούτε μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις. Χτυπάμε, όμως, ένα προειδοποιητικό καμπανάκι. Σήμερα, οι συνθήκες υπό τις οποίες το εκλογικό σώμα διαμορφώνει άποψη δεν έχουν αλλάξει ούτε μία σπιθαμή.
Για να μην υπάρξει, λοιπόν, το φαινόμενο του Ιουνίου, για να πάρουμε όλοι μια ισχυρή δόση αισιοδοξίας για το συλλογικό μας μέλλον και να δημιουργηθούν προσδοκίες ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, τα κόμματα πρέπει πραγματικά να παλέψουν σκληρά για την ψήφο των πολιτών. Ο κούφιος ριζοσπαστισμός των μικρών, η τιποτολογία και η ξύλινη πανσυλλεκτική συνθηματολογία των μεγάλων δεν θα πείσουν, παρά θα λειτουργήσουν ως ασήμαντα υποκεφάλαια, του τυπικού κάθε φορά, εκλογικού φολκλόρ. Και ο πολίτης θα γυρίσει και πάλι το κεφάλι. Απαιτούνται γι’ αυτό αιχμηρές και ειλικρινείς τοποθετήσεις και θέσεις. Το εκλογικό σώμα δεν είναι καθόλου δεδομένο.