Την στήριξη του έργου που έγινε από την κυβέρνηση Καραμανλή, ζητά από τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά, με πολυσέλιδη επιστολή του ο Γιώργος Αλογοσκούφης ο οποίος παράλληλα έστειλε ανάλογη επιστολή και στον Κώστα Καραμανλή.
Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή του Γ. Αλογοσκούφη στον πρόεδρο της Ν.Δ:
Αγαπητέ κύριε Πρόεδρε,
Εδώ και πολλά χρόνια, η σημερινή κυβερνητική παράταξη καλλιεργεί συστηματικά μία μυθολογία για την ελληνική οικονομία, με απώτερο στόχο να αποσείσει τις δικές της διαχρονικές ευθύνες, και να μηδενίσει το έργο των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας. Αυτο συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της τελευταίας κυβερνητικής μας θητείας, και εντάθηκε μετά τις τελευταίες εκλογές λόγω και της διεθνούς κρίσης. Δυστυχώς, η μυθολογία αυτή αρχίζει πλέον να έχει ευρύτερη απήχηση.
Στο σημείωμα που σας επισυνάπτω απαντώ σε αυτή τη μυθολογία. Όπως θα δείτε, τεκμηριώνω ότι η παράταξή μας, παρά τα κάποια λάθη και παραλείψεις, έκανε σημαντικό έργο στην οικονομία στην περίοδο 2004-2008. Έργο προς όφελος του εθνικού συμφέροντος. Η διεθνής κρίση και οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί των αντιπάλων μας δεν έχουν επιτρέψει μέχρι σήμερα να αξιολογηθεί αντικειμενικά αυτό το έργο. Ξεχνιέται ακόμη και το ότι το αποτέλεσμα των εκλογων του 2007 ήταν μια σημαντική επιβράβευσή του. Σε αυτό δυστυχώς έχουν συμβάλλει και δικά μας στελέχη, μη υποστηρίζοντας το ή ακόμη και προσχωρώντας στις απόψεις της κυβερνητικής παράταξης.
Είμαι βέβαιος ότι θα βρείτε τρόπο να αξιοποιήσετε τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτό το σημείωμα, ώστε να αρχίσει να αποκαθίσταται η αλήθεια γύρω από το κυβερνητικό έργο μας στην οικονομία.
Όπως γνωρίζετε, μετά τις τελευταίες εκλογές, αποφάσισα να αναστείλλω κάθε κομματική δραστηριότητα. Η αποφασή μου αυτή έχει ενισχυθεί μετά τις επιθέσεις που δέχθηκα από στελέχη της παράταξής μας στο διάστημα που ακολούθησε. Ωστόσο, θα συνεχίσω να υποστηρίζω το έργο που κάναμε στην οικονομία, και το ίδιο πιστεύω ότι πρέπει να κάνει το σύνολο της παράταξης. Άλλο η αυτοκριτική και άλλο ο μηδενισμός των πάντων. Ας μην ξεχνάμε ότι αν εμπεδωθούν οι εντυπώσεις που σήμερα καλλιεργεί η κυβέρνηση, η πολιτική ανάκαμψη της Νέας Δημοκρατίας θα είναι ακόμη πιο δύσκολη.
Επίσης ο Γ. Αλογοσκουφης παραθέτει και το σχετικό υπόμνημα, που απαντά σε όσα σήμερα υποστηρίζει η κυβέρνηση για την οικονομία.
Από τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν η διεθνής οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση εντάθηκε, αλλά κυρίως μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009, η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα.
Στο επίκεντρο βρίσκεται η δημοσιονομική της κατάσταση, η οποία επιδεινώθηκε, όπως και σε πολλές άλλες χώρες εντός και εκτός ευρωζώνης. Επιπλέον, μετά από αρκετά χρόνια οικονομικής ανάπτυξης, το 2009 η ελληνική οικονομία μπήκε σε ύφεση, το τέλος της οποίας δεν είναι ακόμα ορατό.
Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας αποδίδονται από πολλούς στις πολιτικές της τελευταίας πενταετίας. Η προσέγγιση αυτή δεν έχει καμμία σχέση με την πραγματικότητα. Στην πενταετία 2004-2008 η ελληνική οικονομία παρουσίασε εξαιρετικές επιδόσεις. Υψηλή ανάπτυξη, αύξηση της απασχόλησης, βελτίωση των πραγματικών εισοδημάτων. Επιπλέον, στη διάρκεια της τριετίας 2004-2007 υπήρξε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή και προωθήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις.
Η κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος επηρέασε την ελληνική οικονομία στην αχίλειο πτέρνα της. Αυτή δεν είναι άλλη από το υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο συσσωρεύθηκε κυριώς στη δεκαετία του 1980. Στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά την κρίση, η αναχρηματοδότηση του χρέους, που εδώ και δύο δεκαετίες έχει σταθεροποιηθεί στο 100% του ΑΕΠ, έγινε προβληματική. Αυτή είναι η βάση του προβλήματος που σήμερα αντιμετωπίζει η χώρα, και όχι οι πολιτικές της προηγούμενης πενταετίας. Οι πολιτικές της προηγούμενης πενταετίας, με την εξαίρεση του 2009, κινήθηκαν στην σωστή κατεύθυνση.
Γιατί όμως βρέθηκε η Ελλάδα στο επίκεντρο της κριτικής του διεθνούς τύπου, των διεθνών οργανισμών, των εταιριών αξιολογήσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν η κατάσταση των δημοσίων οικονομικών έχει επιδεινωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο; Ο ένας λόγος είναι το ύψος του δημοσίου χρέους. Ο δεύτερος συνδέεται με τη δραματική επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά το 2009. Ο τριτος συνδεέται με τις πράξεις και τις παραλείψεις της σημερινής κυβέρνησης μετά τις εκλογές, και κυρίως με την κωλυσιεργία της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα νέα δεδομένα. Έτσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για μία κερδοσκοπική επίθεση κατά της Ελλάδος. Εκεί βρίσκεται το πρόβλημα. Στο ύψος του δημοσίου χρέους, στην επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, κυρίως κατά το 2009, και στην καθυστέρηση λήψης αποτελεσματικών διορθωτικών μέτρων που θα έπειθαν τις αγορές και τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα υπόλοιπα είναι μυθολογία κακής ποιότητας, που δυστυχώς έχει επηρεάσει και πολλούς εντός της κεντροδεξιάς. Στο σημείωμα αυτό απαντώ στους μύθους που καλλιεργεί η σημερινή κυβερνητική παράταξη, με απώτερο στόχο να αποσείσει τις δικές της κυβερνητικές ευθύνες, πρόσφατες αλλά και παλαιότερες, και να μηδενίσει το έργο των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας στην οικονομία. Δίνονται 7 απαντήσεις σε 7 μύθους που με συστηματικό τρόπο καλλιεργούνται τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από τα φερέφωνά της.
Μύθος 1ος : Στην περίοδο των κυβερνήσεων Καραμανλή «η ελληνική οικονομία κατέρρευσε». Η πραγματικότητα είναι ότι στην περίοδο 2004-2008, η ελληνική οικονομία παρουσίασε υψηλότατους ρυθμούς ανάπτυξης. Η ανάπτυξη προσέγγισε το 4% το χρόνο κατά μέσο όρο, με αποτέλεσμα στην πενταετία 2004-2008 το ΑΕΠ να αυξηθεί κατά 67 δις ευρώ. Δημιουργήθηκαν 300.000 νέες θέσεις εργασίας, οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν κατά τουλάχιστον 2% το χρόνο, η ανεργία μειώθηκε από το 10,5% το 2004 στο 7,7% το 2008. Υπήρξε ισχυρή σύγκλιση με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης, ανέβηκε από το 81,4% του μέσου όρου των 15 της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2003, στο 85,6% το 2008.
Μύθος 2ος : Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «αύξησαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος». Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση Καραμανλή παρέλαβε ελλείμματα της τάξης του 8% του ΑΕΠ και προχώρησε σε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή έως το 2007. Μετά το 2008 η τάση αυτή αντιστράφηκε. Σε κάθε περίπτωση όμως, η αντιστροφή αυτής της τάσης που παρουσιάστηκε μετά την εκδήλωση της διεθνούς κρίσης, δεν διαφέρει σε σχέση με ότι έγινε στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα αυξήθηκαν σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Αυτό που διαφοροποιεί την Ελλάδα, και που είναι η βάση των σημερινών προβλημάτων, είναι το υψηλό δημόσιο χρέος της, κάτι που δεν δημιούργησαν αλλά κληρονόμησαν οι κυβερνήσεις Καραμανλή.
Μύθος 3ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «δεν προχώρησαν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Η πραγματικότητα είναι ότι οι κυβερνήσεις Καραμανλή προχώρησαν σε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Τη φορολογική μεταρρύθμιση, σημαντικές αποκρατικοποιήσεις, τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, την ένταξη της Ελλάδας στην ψηφιακή εποχή, τη μεταρρύθμιση της λειτουργίας των ΔΕΚΟ, το Εθνικό Πρόγραμμα Περιφερειακής Ανάπτυξης, τη δημιουργία του Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής.
Μύθος 4ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «ακολούθησαν ταξική πολιτική υπέρ των πλουσίων». Η πραγματικότητα είναι ότι οι κυβερνήσεις Καραμανλή μείωσαν την ανεργία, δημιούργησαν τις προυποθέσεις για πραγματική βελτίωση των μισθών, ενίσχυσαν τα εισοδήματα των χαμηλοσυνταξιούχων και τα επιδόματα ανεργίας, μείωσαν τη φορολογική επιβάρυνση για τα μεσαία εισοδήματα και στήριξαν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Με τις πολιτικές αυτές ενισχύθηκε η οικονομική ανάπτυξη και η απασχόληση και στηρίχθηκαν τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Μύθος 5ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «διέλυσαν τους εισπρακτικούς μηχανισμούς και τα φορολογικά έσοδα κατέρρευσαν». Στην πραγματικότητα οι φοροειπρακτικοί μηχανισμοί είχαν καταρρεύσει από το 2000 έως το 2004. Από το 2000, και χωρίς να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές, τα έσοδα από την άμεση και την έμμεση φορολογία μειώθηκαν από 23,3% του ΑΕΠ στο 20,0% το 2003 και στο 19,6% το 2004. Υπήρξε μια συνολική απώλεια εσόδων της τάξης του 3,7% του ΑΕΠ, που με βάση τα σημερινά δεδομένα ισοδυναμεί με 8,9 δις ευρώ. Αντιθέτως, μεταξύ 2004 και 2008, και παρά τις μεγάλες μειώσεις των φορολογικών συντελεστών στην άμεση φορολογία, τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 0,2% του ΑΕΠ, ήτοι κατά 500 εκατομμύρια ευρώ. Οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί βελτιώθηκαν, για αυτό και δεν υπήρξαν απώλειες εσόδων από τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Εκεί που πρέπει να κάνουν την αυτοκριτική τους τα στελέχη της κυβέρνησης Καραμανλή είναι στο ζήτημα των δημοσίων δαπανών, οι οποίες μετά το 2007 διογκώθηκαν.
Μύθος 6ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «δεν έκαναν τίποτα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης». Η πραγματικότητα δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Η κυβέρνηση Καραμανλή κατά το 2008 υπήρξε ιδιαίτερα δραστήρια στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης. Κινήθηκε δε πριν εκδηλωθεί η δεύτερη και σοβαρότερη εκδοχή της κρίσης στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 με μέτρα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, την εγγύηση των καταθέσεων, την προστασία των δανειοληπτών, την ενίσχυση της ρευστότητας και την προστασία των χαμηλόσυνταξιούχων, των ανέργων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Παρά τα μέτρα αυτά όμως, η πρωτοφανής διεθνής κρίση έπληξε και την ελληνική οικονομία, όπως και όλες τις χώρες του κόσμου, ιδίως στο τελευταίο τρίμηνο του 2008 και κατά το 2009.
Μύθος 7ος: Η δημοσιονομική απογραφή του 2004 ήταν «ψευδεπίγραφη» και η Νέα Δημοκρατία «παραποιούσε» τα στατιστικά στοιχεία. Η πραγματικότητα είναι ότι η απογραφή, που αποτελούσε άλλωστε ρητή προγραμματική δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας το 2004, έγινε άψογα από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, και παρουσίασε τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ της πραγματικότητας και των στοιχείων που παρουσίαζε η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον, ελήφθησαν σημαντικά μέτρα για την ενίσχυση της αξιοπιστίας και της διαφάνειας των δημοσιονομικών στοιχείων, όπως η γενικευμένη έρευνα της ΕΣΥΕ για τα οικονομικά αποτελέσματα των φορέων της γενικής κυβέρνησης, η σύσταση διυπουργικής επιτροπής για τον ενδελεχή έλεγχο των προϋπολογισμών και ισολογισμών τους, η ένταξη των ειδικών λογαριασμών στον προϋπολογισμό, η συνεχής συνεργασία με τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τη βελτίωση της ακρίβειας των στοιχείων. Προβλήματα ακρίβειας των στοιχείων ασφαλώς παραμένουν, αλλά αυτά είναι πολύ περιορισμένα σε σχέση με το παρελθόν, και σε καμμία περίπτωση η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν «παραποιούσε» στατιστικά στοιχεία. Παραποίηση στατιστικών στοιχείων έγινε από την τωρινή κυβέρνηση, με την πρόχειρη και αστήρικτη «καταγραφή» του Οκτωβρίου του 2009.
Στη συνέχεια παρουσίαζονται αναλυτικές απαντήσεις για τους διαδεδομένους αυτούς μύθους.
Μύθος 1ος: Στην περίοδο των κυβερνήσεων Καραμανλή «η ελληνική οικονομία κατέρρευσε». Πραγματικότητα: Η πραγματικότητα δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Η περίοδος 2004-2008 παρουσίασε τις καλύτερες επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη κυβέρνητική περίοδο κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης.
Στην πενταετία 2004-2008 η ελληνική οικονομία γνώρισε από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της μεταπολιτευτικής περιόδου. Ο πλούτος που παράγει η χώρα αυξήθηκε θεαματικά.
Το 2008, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε τρέχουσες τιμές, διαμορφώθηκε στα 239,1 δισεκατομμύρια ευρώ, από 172,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2003. Μία συνολική αύξηση που σε ετήσια βάση φθάνει τα 66,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό, όπως και οι υπόλοιπες συγκρίσεις, προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε σταθερές τιμές του έτους 2000, το 2008 το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στα 185,4 δισεκατομμύρια ευρώ, από 155,6 δισεκατομμύρια ευρώ το 2003. Μία συνολική ετήσια αύξηση κατά σχεδόν 30 δισεκατομμύρια ευρώ του 2000, ή 19,1%. Η παρούσα αξία αυτής της ανάπτυξης, με τα σημερινά μακροχρόνια επιτόκια, φθάνει τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ του 2000. Η ανάπτυξη υπήρξε θετική για κάθε ένα από τα χρόνια της περιόδου 2004-08. Στην τετραετία 2004-2007 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 4% το χρόνο, ενώ ακόμη και το 2008, όταν η παγκόσμια οικονομία παρουσιάσε στασιμότητα, η Ελλάδα παρουσίασε ανάπτυξη 2%.
Στη διάρκεια της ίδιας πενταετίας, η απασχόληση παρουσίασε σημαντική άνοδο και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Από 10,5% του εργατικού δυναμικού το 2004 το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 7,7% το 2008. Η συνολική απασχόληση στη χώρα ανέβηκε από τα 4 εκατομμύρια, 287 χιλιάδες εργαζομένων του 2003, στα 4 εκατομμύρια, 583 χιλιάδες του 2008. Μέσα στην πενταετία 2004-2008 δημιουργήθηκαν 300 χιλιάδες περίπου νέες θέσεις εργασίας.
Επιπλέον, κατά την πρώτη πενταετία της διακυβέρνησης, υπήρξε θεαματική σύγκλιση σε σχέση με τους υπόλοιπους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης, ανέβηκε από το 81,4% του μέσου όρου των 15 της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2003, στο 85,6% το 2008. Η δε κατά κεφαλήν ιδιωτική κατανάλωση, ανέβηκε από το 98,5% του μέσου όρου των 15, στο 107,9% το 2008. Για πρώτη φορά από το 1981, το βιοτικό επίπεδο της Ελλάδας, όπως μετριέται από την ιδιωτική κατανάλωση, ξεπέρασε το βιοτικό επίπεδο του μέσου όρου των 15 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά συνέπεια, η πρώτη πενταετία της διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, ήταν μία πενταετία ανάπτυξης, ευημερίας και απασχόλησης. Όχι μόνο δεν κατέρρευσε η Ελληνική οικονομία, αλλά δημιουργήθηκε σημαντικό επιπλέον εισόδημα, πλούτος και νέες θέσεις εργασίας.
Μύθος 2ος: Η κυβέρνηση Καραμανλή «αύξησε τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος».
Πραγματικότητα: Η πραγματικότητα δείχνει ότι ως τα τέλη του 2007 τόσο τα δημοσιονομικά ελλείμματα όσο και το δημόσιο χρέος μειώθηκαν σημαντικά, ως ποσοστό του ΑΕΠ. Μετά το 2008 τα ελλείμματα πράγματι διευρύνθηκαν, κυρίως ως αποτέλεσμα της διεθνούς κρίσης, αλλά και λόγω της διστακτικότητας της κυβέρνησης που προέκυψε από τις εκλογές του 2007, να υιοθετήσει επιπλέον μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής. Ωστόσο, ότι και να είχε γίνει πριν το 2008, η διεύρυνση των ελλειμμάτων και του χρέους ως αποτέλεσμα της κρίσης δεν θα μπορούσε να αποφευχθει. Ακόμη και χώρες που το 2007 είχαν δημοσιονομικά πλεονάσματα και χαμηλό χρέος, μετά το 2008, λόγω της κρίσης, είδαν τα ελλείμματά και το χρέος τους να εκτοξεύονται στα ύψη.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στην Ελλάδα μειώθηκε από το 7,5% του ΑΕΠ το 2004, στο 3,7% του ΑΕΠ το 2007. Το 2006, τη χρονιά που η Ελλάδα εξήλθε από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, το έλλειμμα είχε διαμορφωθεί στο 2,9% του ΑΕΠ, κάτω από το όριο του 3%, για πρώτη και μόνη φορά από την είσοδό μας στην ευρωζώνη.
Η μείωση των ελλειμμάτων οδήγησε και σε μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Το 2004 το χρέος της γενικής κυβέρνησης βρισκόταν στο 98,6% του ΑΕΠ. Μετά την σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή της περιόδου 2005-2007, στα τέλη του 2007 το δημόσιο χρέος μειώθηκε στο 95,6% του ΑΕΠ.
Ωστόσο τα ελλειπή μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής κατά το 2008, αλλά κυρίως οι επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης, το οδήγησαν στα τέλη του 2008 στο 99,2% του ΑΕΠ. Λόγω της κρίσης, ό,τι είχε κερδηθεί με κόπους και θυσίες σε μία τριετία εξατμίστηκε σε ένα μόλις χρόνο. Επιπλέον, κάθε προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής έχει εγκαταλειφθεί από τις αρχές του 2009, με αποτελέσμα οι τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να τοποθετούν το δημόσιο χρέος στα τέλη του 2010, στο 124,9% του ΑΕΠ. Αυτός είναι ένας από τους κυριότερους λόγους που μας τιμωρούν οι διεθνείς αγορές σήμερα.
Ακόμη και μετά το 2008, δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί πάντως κανείς ότι η διεύρυνση του ελλείμματος και του χρέους είναι μία ελληνική ιδιαιτερότητα, ή μια ιδιαιτερότητα της κυβέρνησης Καραμανλή.
Το μέσο δημοσιονομικό έλλειμμα των χωρών της Ευρωζώνης δεκαπλασιάστηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ μεταξύ 2007 και 2009. Από το 0,6% του ΑΕΠ το 2007, ανέβηκε στο 6,4% του ΑΕΠ το 2009. Χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Μεγάλη Βρεταννία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, παρουσιάζουν ελλείμματα που το 2009 ξεπερνούν το 11% του ΑΕΠ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2007 η Ιρλανδία και η Ισπανία είχαν δημοσιονομικό πλεόνασμα, και η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν έλλειμμα χαμηλότερο από το 3%. Τα ελλείμματα στη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Ιαπωνία το 2009 ξεπέρασαν το 8% του ΑΕΠ, όταν το 2007 ήταν κάτω από το 3%. Η κρίση είχε ως αποτέλεσμα μία γενικευμένη αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Ως αποτέλεσμα των αυξημένων ελλειμμάτων, υπήρξε και εκτόξευση του δημοσίου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ. Το μέσο χρέος των χωρών της Ευρωζώνης προβλέπεται να εκτοξευθεί από το 66% του ΑΕΠ το 2007, στο 84% το 2010. Στην Ιρλανδία υπέρ τριπλασιάζεται, από το 25,1% του ΑΕΠ το 2007 στο 82,9% το 2010. Στην Ισπανία, σχεδόν διπλασιάζεται, από το 36,1% του ΑΕΠ το 2007, στο 66,3% το 2010. Βεβαίως, με την εξαίρεση της Ιταλίας και του Βελγίου, η Ελλάδα ξεκίνησε από πολύ υψηλή βάση σε σχέση με το δημοσίο χρέος, λόγω των πολιτικών των προηγουμένων δεκαετιών.
Είναι λοιπόν μύθος ότι η κυβέρνηση Καραμανλή είναι υπεύθυνη για τα ελλείμματα και τα χρέη του δημοσίου. Τα περιόρισε αρκετά μέχρι το 2007, ενώ η μετέπειτα αύξησή τους οφείλεται, κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό, στη διεθνή κρίση.
Μύθος 3ος: Η κυβέρνηση Καραμανλή «δεν προχώρησε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Πραγματικότητα: Η πραγματικότητα δείχνει ότι η κυβέρνηση Καραμανλή προχώρησε σε σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία.
Α. Φορολογική Μεταρρύθμιση
Η φορολογική μεταρρύθμιση προωθήθηκε για αναπτυξιακούς και κοινωνικούς λόγους. Βασίστηκε στην απλοποίηση του συστήματος της άμεσης φορολογίας και την προγραμματισμένη, σταδιακή μείωση των συντελεστών άμεσης φορολογίας για τις επιχειρήσεις (από το 35% στο 25%) και τα μεσαία εισοδήματα (από το 35-40% στο 25%). Για τα χαμηλά εισοδήματα επελέγη η αύξηση του αφορολογήτου ορίου, ενώ ήταν ξεκάθαρο ότι, τυχόν φορολογικά μέτρα που ενδεχομένως θα απαιτούνταν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής, δεν θα αναιρούσαν τις προγραμματισμένες μειώσεις των συντελεστών της άμεσης φορολογίας.
Οι προγραμματισμένες μειώσεις των φορολογικών συντελεστών εφαρμόστηκαν με συνέχεια και συνέπεια. Όποτε χρειάστηκαν επιπλέον έσοδα, για να ενισχυθεί η δημοσιονομική προσαρμογή, υπήρξε προσφυγή στην αύξηση του ΦΠΑ (2005), στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης των καυσίμων (2006) και στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης (2008).
Επιπλέον, εισήχθη για πρώτη φορά ο ΦΠΑ στις νέες οικοδομές, το χαμηλό τέλος ακίνητης περιουσία (ΤΑΠ) με ποσοστό 0,1%, ενώ καταργήθηκε ο φόρος κληρονομιών και γονικών παροχών.
Β. Αποκρατικοποιήσεις
Οι αποκρατικοποιήσεις της περιόδου μετά το 2004 ήταν, σε αντίθεση με το παρελθόν, στρατηγικού χαρακτήρα. Δόθηκε έμφαση στην πλήρη αποκρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος (πλην της Αγροτικής Τράπεζας) και των τηλεπικοινωνιών. Η Εθνική και η Εμπορική τράπεζα αποκρατικοποιήθηκαν πλήρως. Το ελληνικό δημόσιο κατέστη μέτοχος μειοψηφίας στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και τον ΟΠΑΠ. Ο ΟΤΕ απέκτησε στρατηγικό εταίρο, ο οποίος ανέλαβε και τη διοίκηση του οργανισμού, με σημαντικά όμως δικαιώματα αρνησικυρίας για το ελληνικό δημόσιο. Μία αδυναμία υπήρξε η μη προώθηση των αποκρατικοποιήσεων στους τομείς της ενέργειας και της ύδρευσης. Ειδικά στον τομέα της ενέργειας επελέγη η προώθηση συμφωνιών για τη διέλευση αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου. Στον τομέα των μεταφορών, μετά από πολλές προσπάθειες, ολοκληρώθηκε η αποκρατικοποίηση της Ολυμπιακής.
Τα συνολικά έσοδα από το Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων (2004-2008) ανήλθαν σε €6,67 δις, σχεδόν 10% της αύξησης του ΑΕΠ μέσα στην πενταετία. Μέσα από τις νέου τύπου αποκρατικοποιήσεις η Ελλάδα ξαναμπήκε στο διεθνή επενδυτικό χάρτη. Το 77% περίπου των εσόδων προήλθε από εισροές ξένων κεφαλαίων, κάτι που αποδεικνύει την εμπιστοσύνη που δημιουργήθηκε για την ελληνική οικονομία.
Γ. Ψηφιακή Στρατηγική
Η ενίσχυση των ψηφιακών τεχνολογιών έγινε μέσω της ψηφιακής στρατηγικής, που έδωσε έμφαση στην προώθηση της ευρυζωνικότητας, στην ανάπτυξη της ζήτησης για ευρυζωνικές υπηρεσίες και στις επενδύσεις σε νέες ψηφιακές υπηρεσίες τόσο για το δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Η ψηφιακή στρατηγική υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένη, καθώς οδήγησε σε αύξηση της διείσδυσης της ευρυζωνικότητας, από το 0,1% του πληθυσμού το 2004, στο 13,4% στις αρχές του 2009. Οι μηνιαίες τιμές ευρυζωνικής σύνδεσης ADSL, οι οποίες το 2004 ήταν οι υψηλότερες στην ΕΕ, σήμερα βρίσκονται στο μέσο όρο, έχοντας μειωθεί κατά 85% περίπου. Οι ταχύτητες έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ το 40% των νοικοκυριών έχουν πλέον πρόσβαση στο διαδίκτυο, από 20% το 2004.
Δ. Αναπτυξιακές Μεταρρυθμίσεις
Η ενίσχυση της ανάπτυξης, και δη της περιφερειακής, επιδιώχθηκε με μία σειρά από πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις.
Κοινοτικά Πλαίσια: Με την επιτάχυνση της αξιοποίησης του Γ΄ Κοινοτικού πλαισίου στήριξης, το οποίο καρκινοβατούσε ως το 2004, και την κατάρτιση του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) που το διαδέχθηκε. Στην τετραετία 2005-2008 οι εισπράξεις από την Ε.Ε. για το Γ΄ ΚΠΣ έφθασαν τα €14 δις και ήταν υπερδιπλάσιες από ό,τι στην τετραετία 2001-2004 (€5,5 δις). Από το Γ΄ ΚΠΣ δεν χάθηκε ούτε ένα ευρώ, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό απορρόφησης που παραλάβαμε το 2004 ήταν μετά από τέσσερα χρόνια μόλις 23%. Το ΕΣΠΑ, για την περίοδο 2007-2013 ανέρχεται μαζί με την εθνική συμμετοχή σε €32 δις, εκ των οποίων τα €20,4 δις αποτελούν συμμετοχή της Ε.Ε. Οι πόροι αυτοί διασφαλίστηκαν με σκληρές διαπραγματεύσεις, ενώ το ελληνικό ΕΣΠΑ εγκρίθηκε μεταξύ των πρώτων στην Ε.Ε. Το ΕΣΠΑ μαζί με το πρόγραμμα για την αγροτική ανάπτυξη και την αλιεία, ύψους €5,3 δις, αποτελούν σημαντικά αναπτυξιακά εργαλεία για την περίοδο ως το 2013.
Επενδυτικός Νόμος: Με τον επενδυτικό νόμο 3299/2004, ο οποίος προβλέπει σημαντικές επιχορηγήσεις για επενδύσεις στην περιφέρεια, έχουν πραγματοποιηθεί και προγραμματιστεί σημαντικές επενδύσεις που συνέβαλαν και θα συνεχίσουν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της χώρας.
Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα: Με το πρωτοποριακό πλαίσιο των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), που δημιουργήθηκε με το νόμο 3389/2005, έχουν προγραμματιστεί σημαντικές επενδύσεις για την ανάπτυξη και βελτίωση κοινωνικών υποδομών και υπηρεσιών, με τη σύμπραξη του ιδιωτικού τομέα. Προγραμματίστηκαν 327 νέες υποδομές σε όλη την Ελλάδα, μέσω 52 έργων ΣΔΙΤ. Ο συνολικός προϋπολογισμός τους ανέρχεται σε €5,7 δις. Τα έργα αυτά, τα οποία θα πραγματοποιηθούν με χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα, θα αποτελέσουν σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο για τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον δε αυτών, υπάρχουν και τα μεγάλα συγχρηματοδοτούμενα έργων, κυριώς για τους οδικούς άξονες.
Ενίσχυση της Εξωστρέφειας: Η ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας επιδιώχθηκε με την αναβάθμιση του Ελληνικού Οργανισμού Εξωτερικού Εμπορίου (ΟΠΕ) και του Ελληνικού Κέντρου Επενδύσεων (ΕΛΚΕ), μέσω των στρατηγικών αποκρατικοποιήσεων καθώς και με την ενθάρρυνση των επενδύσεων ελληνικών επιχειρησέων στη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.
Αξιοπιστία Κεφαλαιαγοράς: Με τους νόμους 3283/2004, 3301/2004, 3340/2005, 3371/2005, 3401/2005, 3461/2006, 3356/2007 λήφθηκαν εκτεταμένα θεσμικά και νομοθετικά μέτρα, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τη θωράκιση της Κεφαλαιαγοράς από την χρήση προνομιακής πληροφόρησης, την ενίσχυση της ορθής, έγκαιρης και επαρκούς πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού, την αποτροπή φαινομένων χειραγώγησης της αγοράς, την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Κεφαλαιαγοράς, και την κατοχύρωση του αναπτυξιακού της ρόλου.
E. Μεταρρυθμίσεις στη Λειτουργία των ΔΕΚΟ.
Με τους νόμους 3429/2005 και 3691/2008 τέθηκαν οι βάσεις για την εξυγίανση, τον εκσυγχρονισμό και τη διαφάνεια στις δημόσιες επιχειρήσεις, τα νοσοκομεία, τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. Με το νόμο 3429/2005 επιδιώκεται ο περιορισμός του ευρύτερου δημόσιου τόμεα, η μείωση των επιχορηγήσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό, ο περιορισμός των εργασιακών ανισοτήτων μεταξύ ΔΕΚΟ και ιδιωτικού τομέα και η λετουργία των ΔΕΚΟ ως σύγχρονων επιχειρήσεων με σαφή επιχειρηματική στρατηγική. Καταρτίζονται πλέον και παρακολουθούνται από την Ειδική Γραμματεία των ΔΕΚΟ επιχειρηματικά σχέδια σε όλες τις ΔΕΚΟ, εφαρμόζονται οι αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης και τα διεθνή πρότυπα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης ενώ οι ΔΕΚΟ υποχρεούνται να καταρτίζουν και να τηρούν χάρτα υποχρεώσεων προς τον καταναλωτή. Με το νόμο 3691/2008, οι φορείς της γενικής κυβέρνησης (νοσοκομεία, οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης) υποχρεούνται να καταρτίζουν και να υποβάλουν σε Διυπουργική Επιτροπή, υπό τον Υπουργό Οικονομικών, πλήρεις προϋπολογισμούς και απολογισμούς, συμβατούς με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. Με την πλήρη εφαρμογή αυτού του νόμου, θα εκλείψουν τα προβλήματα με τα δημοσιονομικά στοιχεία της χώρας που αποκάλυψε η απογραφή του 2004, αλλά και η αναθεώρηση του 2009. Εμπεδώνεται η διαφάνεια και η χρηστή διοίκηση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
ΣΤ. Πρωτοβουλίες για την Κοινωνική Συνοχή
Τέλος, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής επιδιώχθηκε μέσω της οικονομικής στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων και των ανέργων, καθώς και με τη θεσμοθέτηση του Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής, μέσω του οποίου δόθηκαν το 2008 και το 2009 σημαντικές ενισχύσεις στους οικονομικά αδύναμους. Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά €20 δις. Από τα €28,8 δις που ήταν το 2004 το 2009 αυξήθηκαν στα €48,7 δις, με δράσεις όπως η ενίσχυση του ΕΚΑΣ στα €230, της σύνταξης του ΟΓΑ στα €330, της ενίσχυσης των υπολοίπων χαμηλών συντάξεων, του επιδόματος ανεργίας, τη χορήγηση έκτακτου επιδόματος κοινωνικής συνοχής κλπ.
Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν προώθησε μεταρρυθμίσεις δεν έχει καμμία βάση και αποτελεί μύθο. Προωθήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας, οι οποίες όχι μόνο βοήθησαν την αναπτυξιακή προσπάθεια τα προηγούμενα χρόνια, αλλά θα εξακολουθήσουν να δίνουν αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία. Επιπλέον, προωθήθηκαν μεταρρυθμίσεις για τη διαφάνεια, την εξυγίανση του ευρύτερου δημόσιου τομέα, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή.
Μύθος 4ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «ακολούθησαν ταξική πολιτική υπέρ των πλουσίων». Πραγματικότητα: Και αυτός ο ισχυρισμός είναι εντελώς εξωπραγματικός. Η πραγματικότητα δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Στην περίοδο 2004-2008 η κυβέρνηση ακολούθησε μία οικονομική πολιτική η οποία ενίσχυσε σημαντικά την κοινωνική συνοχή. Αναφέρονται ορισμένα ενδεικτικά στοιχεία, πολύ μεγάλης σημασίας.
Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε από το 10,5% του εργατικού δυναμικού το 2004 στο 7,7% το 2008. Μεταξύ 2004 και 2008 δημιουργήθηκαν 300.000 νέες θέσεις εργασίας.
Το αφορολόγητο όριο ανέβηκε από τα 10000 ευρώ στα 12000 ευρώ. Μία αύξηση κατά 20% που αφορά τα χαμηλά εισοδήματα.Οι φορολογικοί συντελεστές για τα μεσαία εισοδήματα μειώθηκαν στο 25% και έχει προγραμματιστεί η μείωσή τους στο 20% έως το 2014.Στην πενταετία 2004-2008 η μέση αύξηση των ονομαστικών μισθών ήταν 5%, και ο μέσος πληθωρισμός 3,3%. Οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν κατά 1,7% το χρόνο, ενώ αν συνυπολογισθούν και οι φορολογικές ελαφρύνσεις η μέση αύξησή τους ξεπερνούσε το 2%. Το ΕΚΑΣ αυξήθηκε στα 230 ευρώ το μήνα, η σύνταξη του ΟΓΑ στα 330 ευρώ το μήνα, το επίδομα ανεργίας σε πάνω από 400 ευρώ το μήνα.Οι χαμηλές συντάξεις αυξάνονταν κάθε χρόνο πάνω από τον πληθωρισμό, αλλά και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.Χορηγήθηκε πολυτεκνικό επίδομα σε πολύτεκνες οικογένειες.Εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται σημαντικά προγράμματα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσω του Γ’ ΚΠΣ, του ΕΣΠΑ και του ΤΕΜΠΜΕ.Χορηγήθηκε έκτακτο επίδομα κοινωνικής συνοχής μέσω του Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής.
Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά €20 δις. Από τα €28,8 δις που ήταν το 2004 το 2009 αυξήθηκαν στα €48,7 δις. Σε σχέση με το ΑΕΠ, αυξήθηκαν από το 15% περίπου το 2004, στο 20% το 2009. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός περί ταξικής πολιτικής δεν έχει καμμία σχέση με την πραγματικότητα. Τόσο η φορολογική, όσο και η γενικότερη κοινωνική πολιτική των κυβερνήσεων Καραμανλή ήταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Ενίσχυσε τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα και την κοινωνική συνοχή.
Μύθος 5ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «διέλυσαν τους εισπρακτικούς μηχανισμούς και τα φορολογικά έσοδα κατέρρευσαν». Πραγματικότητα: Η πραγματικότητα διαλύει και αυτόν τον πολύ διαδεδομένο μύθο. Τα φορολογικά έσοδα στην πραγματικότητα κατέρρευσαν κατά την πενταετία 200-2004, και μάλιστα σε περίοδο μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης. Αυτό συνέβη λόγω επιλεκτικών μεγάλων φοραπαλλαγών που θεσμοθετήθηκαν, αλλά και της έντασης των γνωστών προβλημάτων των φοροεισπρακτικών μηχανισμών.
* Οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους μειώθηκαν από το 13,6% του ΑΕΠ το 2000, στο 12,1% του ΑΕΠ το 2003 και στο 11,6% του ΑΕΠ το 2004. Σε όρους του σημερινού ΑΕΠ, αυτή η απώλεια εσόδων ισοδυναμεί με 4,8 δις ευρώ.
* Οι εισπράξεις από άμεσους φόρους μειώθηκαν από το 9,7% του ΑΕΠ το 2000, στο 7,9% του ΑΕΠ το 2003 και στο 8% του ΑΕΠ το 2004. Σε όρους του σημερινού ΑΕΠ αυτό ισοδυναμεί με απώλεια εσόδων 4,1 δις ευρώ.
Οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί κατέρρευσαν την περίοδο 2000-2004. Χωρίς να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές, όπως συνέβη μετά το 2004, υπήρξε συνολική απώλεια εσόδων της τάξης του 3,7% του ΑΕΠ, που με βάση το σημερινό ΑΕΠ ισοδυναμεί με 8,9 δις ευρώ. Αντιθετα, στην περιόδο 2004-2008, παρά τη σημαντική μείωση των φορολογικών συντελεστών, τα φορολογικά έσοδα όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν ως ποσοστό του ΑΕΠ.
* Οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους αυξήθηκαν από το 11,6% του ΑΕΠ το 2004, στο 12,1% του ΑΕΠ το 2008. Σε όρους του σημερινού ΑΕΠ αυτό ισοδυναμεί με αύξηση των εσόδων κατά 1,2 δις ευρώ.
* Οι εισπράξεις από άμεσους φόρους, παρά τη μείωση των φορολογικών συντελεστών κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες, μειώθηκαν μόλις κατά 0,3% του ΑΕΠ. Από 8% του ΑΕΠ το 2004 στο 7,7% του ΑΕΠ το 2008. Σε όρους του σημερινού ΑΕΠ, αυτό ισοδυναμεί με 0,7 δις ευρώ.
Κατά συνέπεια, τα συνολικά φορολογικά έσοδα όχι μόνο δεν κατέρρευσαν, αλλά αυξήθηκαν κατά την περίοδο 2004-2008. Υπήρξε μία αύξηση κατά 0,2% του ΑΕΠ, παρά τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, κάτι που με όρους του σημερινού ΑΕΠ ισοδυναμεί με 500 εκατομμύρια ευρώ.
Μύθος 6ος: Οι κυβερνήσεις Καραμανλή «δεν έκαναν τίποτα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης». Πραγματικότητα: Η πραγματικότητα διαλύει και αυτόν τον διαδεδομένο μύθο. Η κυβέρνηση Καραμανλή κατά το 2008 υπήρξε ιδιαίτερα δραστήρια στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης. Κινήθηκε δε πριν εκδηλωθεί η δεύτερη και σοβαρότερη εκδοχή της κρίσης στις 15 Σεπτεμβρίου 2008. Προκειμένου να αντιμετωπισθεί ένα μέρος των δημοσιονομικών αποκλίσεων, ανακοινώθηκαν τον Αύγουστο του 2008, και ψηφίσθηκαν το Σεπτέμβριο, μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και ελέγχου των δημοσίων δαπανών στους φορείς της γενική κυβέρνησης. Μέτρα, που είχαν ως στόχο τον μετριασμό των δημοσιονομικών αποκλίσεων, χωρίς να επηρεαστούν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Ένα μεγάλο μέρος των μέτρων αυτών δυστυχώς αναιρέθηκε το Ιανουάριο του 2009, με πρόσχημα την κρίση.
Επιπλέον, μετά την εκδήλωση της δεύτερης και πιο σοβαρής φάσης της κρίσης, τον Σεπτέμβριο του 2008, η Κυβέρνηση ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας και την προστασία των καταθετών και των δανειοληπτών. Μέτρα όπως η εγγύηση των καταθέσεων, ο νόμος για την προστασία των δανειοληπτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, και το σχέδιο ενίσχυσης της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας ελήφθησαν έγκαιρα και σε απόλυτη συμφωνία με αντίστοιχες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Παρά τα μέτρα αυτά όμως, η πρωτοφανής διεθνής κρίση δεν μπορούσε παρά να πλήξει και την ελληνική οικονομία, όπως και όλες τις χώρες του κόσμου, ιδίως στο τελευταίο τρίμηνο του 2008 και κατά το 2009.
Μύθος 7ος: Η δημοσιονομική απογραφή του 2004 ήταν «ψευδεπίγραφη» και η Νέα Δημοκρατία «παραποιούσε» τα στατιστικά στοιχεία. Η πραγματικότητα είναι ότι η απογραφή, που αποτελούσε άλλωστε ρητή προγραμματική δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας, έγινε άψογα από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, και παρουσίασε τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ της πραγματικότητας και των στοιχείων που παρουσίαζε η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον, ελήφθησαν σημαντικά μέτρα για την ενίσχυση της αξιοπιστίας και της διαφάνειας των δημοσιονομικών στοιχείων, όπως η γενικευμένη έρευνα της ΕΣΥΕ για τα οικονομικά αποτελέσματα των φορέων της γενικής κυβέρνησης, η σύσταση διυπουργικής επιτροπής για τον ενδελεχή έλεγχο των προϋπολογισμών και ισολογισμών τους, η ένταξη των ειδικών λογαριασμών στον προϋπολογισμό, η συνεχής συνεργασία με τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τη βελτίωση της ακρίβειας των στοιχείων. Προβλήματα ακρίβειας των στοιχείων ασφαλώς παραμένουν, αλλά αυτά είναι πολύ περιορισμένα σε σχέση με το παρελθόν, και σε καμμία περίπτωση η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν «παραποιούσε» στατιστικά στοιχεία. Παραποίηση στατιστικών στοιχείων έγινε από την τωρινή κυβέρνηση, με την πρόχειρη και αστήρικτη «καταγραφή» του Οκτωβρίου του 2009.
Post Top Ad
Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010
Home
Unlabelled
Γ. Αλογοσκούφης: "Οι «επτά μύθοι» που καλλιεργεί η κυβέρνηση για την οικονομία"