Το σχέδιο νόμου το..επεξεργάστηκε ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή υπό την προεδρία του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Κ. Μενουδάκου.
Για την επεξεργασία του αξιοποιήθηκαν και οι προτάσεις της Διοικητικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς επίσης οι απόψεις των Ολομελειών του Προέδρων του Διοικητικού Πρωτοδικείου και του Διοικητικού Εφετείου της Αθήνας. Με τις διατάξεις του νομοσχεδίου - όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης - τροποποιείται σε μεγάλη έκταση το ισχύον δικονομικό πλαίσιο, προκειμένου η απονομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης να καταστεί ορθολογικότερη, ταχύτερη και αποτελεσματικότερη. Ειδικότερα, για την επίλυση διοικητικής διαφοράς, ανεξαρτήτως της σημασίας της, επιλαμβάνονται τα τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια, το οικείο Πρωτοδικείο και Εφετείο, στις περισσότερες περιπτώσεις δε και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Από την κατάθεση του σχετικού δικογράφου έως την έκδοση οριστικής απόφασης μεσολαβούν συνήθως αρκετά χρόνια. Η κρίση των δικαστών, ακόμη και αν πρόκειται για όμοιες υποθέσεις, διαφοροποιείται από δικαστήριο σε δικαστήριο, συχνά δε και από το ίδιο δικαστήριο, καθώς εκδικάζονται σε διαφορετικές συνθέσεις και από πολλούς σχηματισμούς. Έτσι, εκδίδονται αντίθετες αποφάσεις, οι οποίες, σε συνάρτηση και με το κρινόμενο ζήτημα, προκαλούν, εωσότου η διαφορά λυθεί οριστικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ανασφάλεια δικαίου ή κοινωνικές εντάσεις.
Προκειμένου να εκλείψουν όλα αυτά, δίνεται η δυνατότητα, ένδικα μέσα -ακόμη και αν έχουν κατατεθεί σε άλλο δικαστήριο- να εισάγονται απευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πρωτοβουλία τόσο των διαδίκων όσο και του δικαστηρίου που υποβλήθηκαν. Έτσι, με την απόφασή του διαπλάθει νομολογία, την οποία είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν τα τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια, όταν κληθούν στο μέλλον να επιλύσουν ανάλογες διαφορές.
Ακόμη, δίνεται η δυνατότητα να ασκηθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη και ανάλογα με την υπόθεση, αίτηση αναίρεσης ή έφεση για υπόθεση που δεν το απασχολήσει στο παρελθόν. Έτσι, η διαφορά επιλύεται οριστικά, χωρίς να απαιτηθεί να περάσει και από το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε τελευταίο βαθμό αιτήσεις για την αναίρεση αποφάσεων τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, όταν κρίνουν διαφορές ουσίας, και εφέσεις στην περίπτωση ακυρωτικών διαφορών. Ο αριθμός των δικογράφων που κατατίθενται ετησίως είναι ιδιαίτερα μεγάλος, με αποτέλεσμα να μπλοκάρεται η λειτουργία των αρμοδίων Τμημάτων. Για τον περιορισμό τους καθιερώνεται "φίλτρο διαλογής", με βάση αντικειμενικά κριτήρια, η συνδρομή των οποίων και μόνο καθιστά τα ένδικα μέσα παραδεκτά. Τέτοια είναι η έλλειψη σχετικής νομολογίας, η ύπαρξη προηγούμενης ανέκκλητης απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου ή η αντίθεση της προσβαλλόμενης απόφασης στην πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Υποθέσεις, στις οποίες ανακύπτει νέο νομικό ζήτημα που είτε έχει μείζονα σπουδαιότητα είτε τίθεται σε μεγάλο αριθμό εκκρεμών δικών ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων, μπορεί να ζητηθεί να προσδιορίζονται κατά προτίμηση, να συζητούνται εντός τακτής, δίμηνης, προθεσμίας από την κατάθεση του δικογράφου και η απόφαση να εκδίδεται στο ίδιο χρόνο μετά τη συζήτηση. Με τον τρόπο αυτό, είναι δυνατόν να περιοριστεί ο αριθμός των δικών για το ίδιο νομικό ζήτημα. Πρόκειται δηλαδή για το θεσμό της "πρότυπης δίκης", ο οποίος εισήχθη μεν στην έννομη τάξη πριν από δύο χρόνια, αλλά δεν εφαρμόστηκε ακόμη αποτελεσματικά, αφού τη σχετική πρωτοβουλία έως τώρα μπορούσε να αναλάβει μόνον ο Γενικός Επίτροπος των Διοικητικών Δικαστηρίων. Με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου σχετικό αίτημα θα υποβάλουν πλέον οι Διευθύνοντες τα Δικαστήρια, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι ή ο υπουργός Οικονομικών.
Από τον πρόεδρο Πρωτοδικών θα εκδικάζονται ορισμένες διοικητικές διαφορές, όπως η αναστολή της λειτουργίας επαγγελματικής εγκατάστασης ή η αφαίρεση πινακίδων και αδειών κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων για φορολογικές παραβάσεις, κ.λπ.
Οι εφέσεις κατά αποφάσεων των Διοικητικών Πρωτοδικείων εκδικάζονται από τα Διοικητικά Εφετεία. Πρόκειται για δικαστικούς σχηματισμούς, στη σύνθεση των οποίων μετέχουν τρεις δικαστές. Δεδομένων τόσο του φόρτου όσο και των σημαντικών κενών στη στελέχωση των Δικαστηρίων, προβλέπεται η σύσταση Μονομελών Διοικητικών Εφετείων, τα οποία θα εκδικάζουν εφέσεις κατά αποφάσεων Μονομελών Πρωτοδικείων.
Εξάλλου, για την αποσυμφόρηση του Συμβουλίου της Επικρατείας υποθέσεις ήσσονος σημασίας, μεταφέρονται στα τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια, όπως ο μεγάλος όγκος προσυμβατικών διαφορών στις δημόσιες συμβάσεις.
Καταργείται η δυνατότητα προσφυγής από το Δημόσιο και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κατά πράξεων των δικών τους οργάνων που εκδόθηκαν ύστερα από άσκηση διοικητικής προσφυγής, με εξαίρεση αυτής από τον υπουργό Οικονομικών. Ακόμη, καταργείται ρητά η δυνατότητα των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως να προσφεύγουν ενώπιον των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων κατά πράξεων των οργάνων τους, όταν αποφαίνονται επί ενδικοφανούς προσφυγής ιδιώτη.
Παράλληλα, οι φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις που είναι άνω των 150.000 ευρώ θα εκδικάζονται από τα Διοικητικά Εφετεία, χωρίς να έχει δικαίωμα ο φορολογούμενος να ασκήσει αναίρεση. Επίσης, για την χορήγηση αναστολών από τα Διοικητικά Δικαστήρια στις προκαταβολές που καταβάλουν οι φορολογούμενοι απαιτείται πλέον η κατάθεση του 50% του φόρου ή του τέλους, ενώ σήμερα ισχύει το 25%. Δηλαδή, για την καταβολή προσφυγής στα φορολογικά δικαστήρια απαιτείται η καταβολή του 50% του φόρου που τους είχε επιβληθεί.