- Ο υπ. Οικονομίας απορρίπτει την αγορά ελληνικών ομολόγων από το μηχανισμό EFSF και εμμένει στα διαφορετικά επιτόκια στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης.
Με τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ το Μάρτιο και τις άλλες συναντήσεις σε ανώτατο επίπεδο «βρισκόμαστε ενώπιον μεγάλων αποφάσεων», είπε ο κ. Ζάιμπερτ. Όλα αυτά συζητώνται εντατικά με τους εταίρους στην ΕΕ και «ενδιάμεσες τοποθετήσεις σε επιμέρους θέματα δεν απηχούν τη συνολική στάση της κυβέρνησης».
Ο κ. Ζάιμπερτ είπε ότι τα θέματα του ευρώ και των επικείμενων αποφάσεων συζητήθηκαν και στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε η καγκελάριος Μέρκελ με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Ο εκπρόσωπος απέφυγε πάντως να αναφερθεί σε περισσότερες λεπτομέρειες για το περιεχόμενο της συνομιλίας αυτής.
Από την πλευρά του, ο υπ. Οικονομίας της Γερμανίας Ράινερ Μπρίντερλε απέρριψε κατηγορηματικά την αγορά ομολόγων χωρών της ευρωζώνης που βρίσκονται σε κρίση από το Ταμείο Στήριξης. «Δεν τρέφω καμία συμπάθεια για αυτό» απαντά ο κ. Μπρίντερλε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung και στην ερώτηση αν ο Μηχανισμός θα πρέπει να αγοράσει ελληνικά ομόλογα.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας προσθέτει ότι δεν θα πρέπει να ανοίξουν οι πόρτες για μία ένωση μεταφοράς πόρων και τονίζει ότι είναι αντίθετος σε μια τέτοια πρακτική του μηχανισμού, ο οποίος θα πρέπει να ενεργοποιείται μόνον ως «έσχατη λύση» (ultima ratio). «Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης αναλαμβάνουν άμεσα την ευθύνη για τα χρέη ενός μεμονωμένου μέλους», λέει ο κ. Μπρίντερλε.
Ο υπουργός του κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) απορρίπτει περαιτέρω επιβάρυνση της Γερμανίας. «Εκείνο που προκρίνω είναι η διαφορά στα επιτόκια είτε η συμμετοχή των αδύναμων χωρών με ρευστό», λέει ο κ. Μπρίντερλε στη συνέντευξη πριν την συνάντησή του στο Λουξεμβούργο με τον πρωθυπουργό και προεδρεύοντα της Ευρωζώνης Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Σύμφωνα με την πρότασή του, το σημερινό Ταμείο στήριξης EFSF πρέπει να παίρνει τα δάνεια από την αγορά με διαφορετικό ύψος επιτοκίου για την εκάστοτε χώρα που προσφεύγει σ΄ αυτόν. «Η διαφορά των επιτοκίων δεν είναι κακό, αλλά ανταποκρίνεται στο διαφορετικό επίπεδο επικινδυνότητας» λέει ο κ. Μπρίντερλε.απε.